[ROMEO & JULIET / WAR ALL THE TIME], Γιώργος Αλισάνογλου
Κάποτε πήραμε κι εμείς μέρος στη μάχη
ερωτεύτηκα την Ιουλιέτα
ερωτεύτηκες τον Ρωμαίο
Καβάλα σε ξύλινο αλογάκι
ανταλλάξαμε την αγάπη με αγάπη
ξεφλουδίσαμε το τίποτα με τίποτα
Πεθάναμε με θάνατο αληθινό για την αγάπη
γίναμε κούκλες ζαχαρένιες
σε γλώσσες παιδικές λιώσαμε για την αγάπη
Περάσαμε στην παγκόσμια ιστορία του μίσους
μόνο με την αγάπη, ερωτευμένοι εις τούς αιώνες,
πιο μόνοι παρά ποτέ
(Παιχνιδότοπος, Κίχλη, 2016)
[Ο ΕΡΩΤΑΣ ΠΥΡΠΟΛΗΣΕ ΤΗ ΝΙΟΤΗ ΤΟΥΣ ΚΑΤΑΚΑΡΔΑ],
Γιώτα Αργυροπούλου
Ο έρωτας πυρπόλησε τη νιότη τους κατάκαρδα
Κατάσαρκα πυρπόλησε τη νιότη τους το φως
στον Άη Νικόλα
στο Σαρακήνικο Καράβι
στο Κατάρτι
στα βράχια πάνω τα κατάπληκτα
έρωτας αλμυρός
(Για Σίκινο, Ανάφη, Αμοργό, Gutenberg, 2017)
ΚΙ Ο ΕΡΩΣ ΠΑΝΤΑ ΤΥΦΛΟΣ;, Ελένη Αρτεμίου-Φωτιάδου
κάτι πρέπει να πρόλαβα να δω στην ένωσή μας
τυφλός τώρα περιφέρομαι
στη νύχτα που μου άφησες για κατοικίδιο
ψαχουλεύω τα ερείπια της πιο ωραίας μας εποχής
κάποτε
βρίσκω μια εκδοχή του σώματός σου
νωχελικά αφημένη σε κενό του καναπέ
όπου σου άρεσε να γαντζώνεσαι με νύχια αιλουροειδούς
εύκολη λεία πάντα ήμουνα
εσύ ανάτρεφες στοργικά τον βρυχηθμό σου
άλλοτε πάλι ανιχνεύω
ανάγλυφη απεικόνιση χειλιών
στο ξύλινο πάτωμα
εκεί που φλέγονταν καταστροφικά οι αντιστάσεις
τόσο σκοτάδι μονάχα περασμένα χρώματα φιλοξενεί
συμβιβάζομαι μ’ ένα μπαστούνι οδηγό
καμωμένο από το τελευταίο τόξο που έφτιαξε το στόμα σου
ρίχνοντάς μου το θανατηφόρο βέλος
οι τυφλοί στα όνειρά τους
επιμηκύνουν τα δάχτυλα
σκάβουν την κολυμβήθρα Σιλωάμ
καταδύονται
στα σκοτάδια του ο βυθός
κρύβει τα χρώματά του
(Rem, Μανδραγόρας, 2019)
ΕΙΛΙΚΡΙΝΕΙΑ, Κάλλια Βαβουλιώτη
Δεν υπάρχει
τίποτα πιο ειλικρινές
από την ταχύτητα που οδηγάω
όταν θέλω να έρθω
να σε βρω
από τον ζεστό καφέ
που σου φέρνω
ενώ εσύ ακόμα
κοιμάσαι.
Δεν υπάρχει
τίποτα πιο ζεστό
από τις πυτζάμες
που μου δίνεις να φορέσω
όταν γυρίζω κουρασμένη
στο σπίτι
και τίποτα που να μπορεί
να σβήσει τη δίψα μου
πέρα από το ποτήρι νερό
που θα μου προσφέρεις
πριν με φιλήσεις.
Και αλήθεια δεν υπάρχει
τίποτα πιο ερωτικό
από τα χέρια σου
να ψηλαφούν
την πλάτη μου
καθώς τα γένια σου
αλώνουν τον λαιμό μου
και εμείς μοιάζουμε
με έργα τέχνης
σε έναν δίχως κανόνες
Άγιο πόλεμο.
(Καρδιοθραύστες, ΑΩ, 2022)
ΛΙΩΜΕΝΟ ΦΙΛΙ, Φωτεινή Βασιλοπούλου
Δυο πρόσωπα σ’ ένα
χυμένα. Πώς αναπνέουν στόμα
με στόμα κολλημένο;
Πώς βλέπουν χωρίς μάτια;
Το νέο πλάσμα τρέφεται όπως ένα
λαίμαργο μωρό.
Ρουφά το γάλα, τη ρώγα, το στήθος
σκάβει βαθιά
ανοίγει λαγούμια
τα γεμίζει φουρνέλα
ανατινάζει τη στοά της ύπαρξης
τρώει τη μάνα του σιγά σιγά.
Βρέφος ο έρωτας
αδηφάγο. Καταβροχθίζει όνειρα
αυταπάτες για άνθιση, έκφραση καλλιτεχνική
προσωπική εξέλιξη.
Ρουφά δύο ανθρώπους εις φρίκην μίαν
αυτό το παράξενο νέο πλάσμα.
Το πρόσωπο φιλί κραυγή.
(Χειμερινό πτηνολόγιο, Κουκκίδα, 2024)
ΜΑΤΣΗ, Γιώργος Βέης
Θα σου ζητήσω εκείνο το απόγευμα
να μου το δώσεις πάλι από την αρχή
έστω για λίγες ώρες
σαν σήμερα να μου ξαναπείς
τι ακριβώς συνέβη
εκεί, ΝΑΙ τότε, εκεί
όταν πέρασε από δίπλα σου
η σκοτεινή του πλευρά
μέρα μεσημέρι στη Μύκονο
ό, τι σε έκανε να μου γράφεις
από εκείνη τη στιγμή γι’ αυτόν
η λάμψη του σ’ έκανε
σε κάνει να γυρίσεις αλλού το κεφάλι
να κοιτάξεις αλλού με πείσμα
σαν έτοιμη να γλιστρήσεις
να ξεφύγεις μια για πάντα
από το τετράδιο με τα ποιήματα
ν’ ανέβεις στο πρώτο δέντρο
που θα βρισκόταν μπροστά σου
να σωθείς
μάτση θα πει γάτα σε μιαν άλλη γλώσσα
το ξέρεις, μόνο να σωθείς μια και καλή
να βρεις όμως πριν
ό,τι ψάχνεις χρόνια τώρα
γι’ αυτό γυρίζεις και πάλι εδώ
ψάχνοντας, μυρίζοντας μία μία
καλαθούνες γιομάτες κουρελαρία
έχουν φορεθεί για να νιώσει ο έρως
ο άπληστος ότι εκείνος μονάχα
εμφανίζεται έξοχα στολισμένος
ίσως να τυλίξει τη μέση του
με της τίγρης την κατάμαυρη γούνα
για να σταθεί ολόρθος
ξεδιπλώνεται με κινήσεις αιλουροειδείς
πανδαμάτωρ είναι ο έρως
πώς κι έχεις κρατήσει τόση δύναμη
να μην περισσεύει δράμι για ξόδεμα
όλη δική σου αυτή η περιουσία των λέξεων
ο έρωτας μέσα στην έκστασή του
τι άλλο παρά –
πες μου τι;
Ή μήπως ήδη μου έχεις πει
και δεν τολμώ να σε πιστέψω.
οι στίχοι με τα πλάγια στοιχεία είναι από το ποίημα της Μάτσης Χατζηλαζάρου «Μεταμορφώσεις του έρωτα»
(Καταυλισμός, Ύψιλον, 2023)
ΕΡΩΤΑΣ, Ελένη Βελέντζα
Δριμύ φεγγάρι άμορφο ο Έρωτας.
Ύδωρ κι αυτόθροο συντρίμμι.
Μιας κόρης άπνοης υπόκλιση
στα μανιασμένα κύματα.
Μέσα σε νύχτα κι αρπαγή
χορδή παλμού θα πάλλει.
ο Έρωτας.
Προμάντεμα.
Προμάντεμα.
Προμάντεμα.
Κάποιας εσώτερης πυγμής η κρύφια πάλη.
(Το φίλημα του ήλιου, Σμίλη, 2019)
[ΣΑΝΔΑΛΙ ΘΑ ‘ΘΕΛΑ ΝΑ ΕΙΜΑΙ ΑΠΛΟ], Θεοδόσης Βολκώφ
Σανδάλι θα ‘θελα να είμαι απλό
για να φιλώ το πέλμα σου
και με τη γη το σώμα σου να δένω
ενόσω γύρω σου θα δένομαι
σαν το κισσό˙
να ντύνω με το δέρμα μου
τη γύμνια του ποδιού σου, να φιλώ
τις φάλαγγες και την καμάρα
το μετατάρσιο, κατόπιν τον ταρσό
με τους σχεδόν πετρώδεις αστραγάλους˙
εντέλει μες στη σκόνη να φθαρώ
κι απ’ το περπάτημά σου που είναι τόσο
αέρινο και χθόνιο εν ταυτώ
κάτω απ’ τη φτέρνα σου
σανδάλι ταπεινό
τη φτέρνα σου φιλώντας να τελειώσω.
(Sexus, Γαβrιηλίδης, 2014)
Η ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΛΕΥΚΟΥ, Ντίνα Γεωργαντοπούλου
Μπορούμε να μιλήσουμε στο καφέ Αμάν,
στις σκοτεινές άκρες του
για την ιδέα ενός φαντάσματος
που πλανιέται στον λογισμό μου.
Να γράψουμε γι’ αυτό,
να μιλήσουμε για τους υπεύθυνους
ή ακόμα καλύτερα για τους κατασκευαστές.
Μπορούμε να καθίσουμε στον καναπέ
και να μιλήσουμε στο τηλέφωνο
μετά τα μεσάνυχτα˙
είναι βοηθητικά τα φαντάσματα στις εξομολογήσεις.
Οι μικροί τόποι μας χωράνε παντού
όπως ο κόσμος στις φωτογραφίες.
Υπάρχει η βεβαιότητα
πως τα φαντάσματα δεν είναι ορατά,
υπάρχει κι η πιθανότητα να σου μοιάζω
αν σου λείπω.
Μπορούμε να ανθολογήσουμε υπενθυμίσεις
με τίτλο κάποτε υπήρχε έρωτας,
να ανιχνεύσουμε αισθήσεις
έτσι για να έχουμε συμπεράσματα
αν μπορούμε να αφεθούμε
ή να επιταχύνουμε τη σκέψη αλλού.
Θα ισχυριστούμε με επιχειρήματα
ότι το λευκό μας σεντόνι ευθύνεται
για τη σύγχυση να μιλάμε με φαντάσματα.
(Αθόρυβοι κύκλοι, βακχικόν, 2024)
#1. ΠΑΙΧΝΙΔΙ, Κατερίνα Γιαμά
Έρωτας είναι όλα αυτά
που σου δόθηκαν
και όλα αυτά
που δεν σου δόθηκαν.
(Focus Anima, bookstars, 2023)
[ΤΑ ΠΡΩΙΝΑ, Τ’ ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΑ], Μυρσίνη Γκανά
Τα πρωινά, τ’ απογεύματα,
σε βαγόνια κλεισμένο
προσπαθεί ν’ αποφύγει
σώματα άλλα
το σώμα
μέσα στο οποίο υπάρχω,
αυτό, που με προδίδει σταθερά
και θα το κάνει πάλι
αν κάποτε, ποτέ, σε ξαναδώ,
κι ενώ εγώ θα πηγαίνω
κάπου αλλού
εκείνο θα έρχεται ολόκληρο
σε σένα.
(Εγώ έχω κι άλλα πράγματα που αγαπώ, Μελάνι, 2020)
Η ΑΘΑΝΑΣΙΑ ΤΩΝ ΕΡΑΣΤΩΝ, Ελένη Γκίκα
Έτσι μου το ‘πες
Με γέλια και με τη μία
Εξάλλου έτσι είχαμε μάθει να ξορκίζουμε
Λέγαμε «θάνατος» και ξαφνικά δεν ήταν θάνατος
Λέγαμε «αρρώστια» κι ήταν σαν να εννοούσαμε υγεία
Λέγαμε «φεύγω» και εννοούσαμε
αυτό ακριβώς: όσο αναπνέω, θα είμαι στο πλάι σου
Είπες: έχω κι εγώ το καρκινάκι μου
Κι ήταν σαν να έλεγες
Σώσε με και φοβάμαι.
Σου είπα: α μα δεν είναι τίποτα.
Και εννοούσα χαθήκαμε.
Είμαστε από χέρι καμένοι.
Λες και πεθαίνουν ποτέ οι Εραστές.
(άβυσσος άβυσσον επικαλείται, ΑΩ, 2022)
ΑΚΥΒΕΡΝΗΤΕΣ ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙΣ, Άννα Δερέκα
Σαν διάφανο πουλί
ο έρωτας.
Σαν άνυδρος ουρανός.
Σαν ένδοξη εποχή
που πέρασε.
Σαν καλοκαίρι βροχερό.
Σαν ουρανός
που δεν αναγνωρίζεται.
Ήρθε
μ’ όλη του τη χαύνωση
ο ασυνείδητος
και προσπερνώντας
πενήντα χιλιάδες κατοίκους
στ’ ανασηκωμένα μου
στήθια επάνω
έπεσε.
(Αιμάσσων, Κέδρος, 2019)
[ΜΕ ΜΑΛΑΚΟ ΜΟΛΥΒΙ], Διώνη Δημητριάδου
με μαλακό μολύβι
να γλιστράει το χαρτί
γράφονται ποιήματα αγάπης
το άλλο το σκληρό του έρωτα
ζητάει κοφτερή ακίδα
βίαια να πέφτει
να χαράζει τις σελίδες
κι όταν κουρέλι γίνει το χαρτί
να γράφει πάνω σου
κατάσαρκα
ποιος είπε ότι αστειεύεται ο έρωτας;
μα ούτε και η ποίηση άλλωστε
(Ευτυχισμένος Σίσυφος, ΑΩ, 2019)
ΑΠΑΓΟΡΕΥΜΕΝΟΣ ΕΡΩΤΑΣ, Αρχοντούλα Διαβάτη
Ανέβηκε δυο-δυο τα σκαλιά και πήγε να τον βρει. Η καρδιά
της πεταλούδιζε, και στο στήθος της ένιωθε κάτι ξεχασμένο.
Ανέβηκε και τα υπόλοιπα σκαλιά, έστριψε και
μπήκε στη Βιβλιοθήκη. Από τη μια το παλιό αναγνωστήριο
με τα υπέροχα λουστραρισμένα έδρανα, κι απέναντι,
όταν πέρασε τους δυο διαδρόμους, τον εντόπισε μπρος
στο «ξένο μυθιστόρημα», με γυρισμένη πλάτη. Του έκλεισε
τα μάτια, και αγκαλιάστηκαν ύστερα σφιχτά και
χαμογέλασαν για το ίδιο τους το ατόπημα, χρόνια μετά να
έχουν βρεθεί εδώ, στο περιβάλλον αυτό της οικειότητας.
Εδώ δεν υπήρχαν για κανένα, και η αγάπη τους, τι είχε γίνει
η αγάπη τους. Βρήκε και της έτεινε το Homo Faber, θυμάσαι;
– Κι εκείνη ξέφυγε απ’ την αγκαλιά του και γύρισε
να ψάξει Το ακριβό φαρμάκι.
(Αίθριος και σήμερα, Νησίδες, 2021)
ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΩΤΗ ΜΑΤΙΑ, Κλεονίκη Δρούγκα
Έναν συννεφιασμένο Απρίλιο
-οι έρωτες χατίρι δεν χαλάνε στον Απρίλιο-
λευκό γυναίκειο εσώρουχο
τυχαία συναντά
σκουρόχρωμο ανδρικό.
Στριμώχνονται στην άκρη μιας λεκάνης
με ρούχα πλυμένα
κοιτάζονται στα μάτια
τρέμοντας στο πέρασμα του ανέμου.
Αγγίζονται για λίγο απαλά
σμιλεύουν ήχους
κρυφά ίσως και να φιλιούνται.
Ξάφνου η λεκάνη σκάει στο πάτωμα
το γυναικείο γλιστρά έξω
με αναστεναγμό.
Έντρομα τα πουκάμισα
κάνουν αέρα να συνέλθουν.
Το αντρικό εσώρουχο
αρπάζει μια πετσέτα
τη ρίχνει
το γυναικείο πιάνεται
με κόπο το τραβά
ποιος ξέρει πώς.
Κρεμάστηκαν στο ίδιο μανταλάκι.
(ξεκάθαρο κρύο, Μανδραγόρας, 2023)
Ο ΕΡΩΤΑΣ, Σόνια Ζαχαράτου
Γιατί, τότε,
Τότε δεν υπήρχε για εκείνον τίποτ’ άλλο γύρω,
Τότε για εκείνον μονάχα εκείνη υπήρχε,
Εκείνη ήταν για εκείνον παντού,
Εκείνη σε ολόκληρο το συννεφιασμένο τοπίο,
Εκείνη σε ολόκληρο το μέσα των ματιών του,
Σε ολόκληρο το μέσα της σαρκός του,
Σε ολόκληρο το μέσα των αισθήσεών του
και του μέλλοντος του,
Εκείνη,
Ο έρωτας,
Εκείνη,
Εμβληματική,
Ακατανίκητη,
Αναντικατάστατη,
Εκείνη,
Εκείνος,
[απόσπασμα]
(Madre Dolorosa, Μελάνι, 2013)
ΤΟΠ(Ι)ΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ, Ξανθίππη Ζαχοπούλου
Τα μικρά τοπία του Έρωτα
ξεφεύγουν απ’ τα κάδρα τους
κι έτσι ε λ ε υ θ ε ρ ω μ έ ν α
πυρπολούν τα σώματα
ως το έσχατο σημείο της στάχτης τους
ώστε να τα γεννήσουν πάλι
(Στύβοντας παπαρούνες, Το ροδακιό, 2022)
ΟΙ ΕΡΑΣΤΕΣ, Χρυσάνθη Ιακώβου
Κι οι ένοχοι εραστές
που έμειναν αιώνια κλειδωμένοι
σε μια στάση αγκαλιάς
ή απεμπλοκής
ή πάλης
πάσχισαν να κλέψουν
μία μονάδα του χρόνου
να τη βάλουν στην τσέπη
να την κρατήσουν για το αντίο,
και μετά κάποιος είπε
πως δεν υπάρχουν ένοχοι εραστές,
πως δεν υπάρχει και χρόνος.
(Τεθλασμένοι χρόνοι, Βακχικόν, 2017)
ΑΓΡΙΟΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΙΑ ROSA CANINA, Δέσποινα Καϊτατζή- Χουλιούμη
Λευκές πεταλούδες τα άνθη της
απλώσαν φτερά
στης πλαγιάς το δασύ στέρνο
Και ο έρωτας σε μέθη
έκθαμβος
απορούσε πού να στρέψει τα βέλη
(Όλα σιγούν εκκωφαντικά, ηχούν ακατάληπτα, Ρώμη, 2020)
ΔΟΚΙΜΑΣΙΑ, Έφη Καλογεροπούλου
Για να συναντηθούμε
πρέπει να διακινδυνεύσουμε
την απόσταση του άλλου
μια απόσταση φωνών
ντυμένοι μυθιστόρημα
ξεχασμένοι από τρυφερότητα
παραδομένοι στην απόγνωση
έρποντας ή ακόμη και στα τέσσερα
δοσμένοι σ’ ένα ανομολόγητο παιχνίδι
πένθους
αφής
σφαγής
(Χάρτης Ναυαγίων, Ποιείν, 2017)
ΕΡΩΤΙΚΟΝ, Μαρία Καντ (Καντωνίδου)
Στα δόντια σου, υπάρχουν ακόμη κουκούτσια παλαιού περ-
γαμόντο (τα τρως με μαχαίρι και πιρούνι υψηλής αισθητικής),
φλεβίδια bloody mary και άλλα ηδύποτα (τα τρως και
αυτά), υπολείμματα λιονταριών (τα βρυχάσαι)
και ένα ζαρκάδι.
Απλά πράγματα.
Και όμως.
(stanza, Gutenberg 2021)
ΜΕΛΩΔΙΕΣ ΣΕ ΚΛΙΜΑΚΑ, Ανδρέας Καρακόκκινος
Τα πρόσωπα
χωρίς σκοτάδι στο περίγραμμα
χωρίς τη φθαρμένη μάσκα του χρόνου
πλέκουν λέξεις καθημερινές
κάτω από τον μανδύα της θεάς
που ανεμίζει μέσα στους αιώνες
την τελετουργία του έρωτα.
Τα μάτια
ακολουθώντας την πορεία της ιστορίας
σμίγουν κάτω από κάστρα και πύργους
αλώνουν τα σημάδια της αγωνίας
και βάφουν τα όνειρα
με μελωδίες σε κλίμακα
ουράνιων χρωμάτων.
(Αποδημητικά όνειρα, Γερμανός, 2022)
EROS, Δώρα Κασκάλη
Με κατασπαράζει
με εκδικείται
για το ελάχιστο
που αξιώνω
με κατηγορεί
για τη θανή του σώματος
για παιχνίδια μοναχικά
σε σεντόνι ιδρωμένο.
Το καύσιμο είναι
η εικόνα σου
συνάψεις εφήμερες
μια αυθαίρετη ερμηνεία.
Θέλει κι άλλο
κι άλλο.
Αίρεται πάνω από τη μέρα,
την ιστορία που φοράει
ξυλοπάπουτσα,
τη ληθαργική χώρα.
Τι αντινομία:
στις καθημαγμένες μου θηλές
βοτάνι τρέφω αθανασίας.
(Κάπου ν’ ακουμπήσεις, Μελάνι, 2018)
ΑΠΟΔΟΧΗ ΕΡΓΟΥ, Μαρία Κουλούρη
Πιστεύω στη φαντασία
και φτιάχνω όνειρα
του έρωτα ιδανικά
Κι όπως κρατάς της αγάπης μου το όνομα
το μόνο που ελπίζω
είναι το γέλιο σου να γίνει ομορφιά
Για όλα τ’ άλλα
-εξεγέρσεις κι αλλαγές-
θα γίνω εγώ η επανάσταση
Έτσι κι αλλιώς με χείλη άδεια
πνίγομαι στις ιδέες
(Αστικό ελάφι, Μελάνι, 2021)
ΙΔΙΟΤΕΛΕΙΑ ΦΙΛΙΩΝ, Ελένη Κοφτερού
Όλα τα λάφυρα
που μου έφερε το ποίημα
χωρίς κανέναν δισταγμό
τ’ αποποιούμαι
Ιδιοτελής ανταλλαγή
Μόνο για τα φιλιά σου.
(Μια θλίψη Απρίλης, Κουκίδα, 2018)
Ο ΕΡΩΤΑΣ ΜΟΥ, Αγγελική Κουντουράκη
Ο έρωτάς μου φοράει δέρμα ζώου
βάφει τα νύχια του με πέταλα λουλουδιών
στολίζεται βότσαλα από τη θάλασσα
και στέκει ερείπιο σε λόφο γυμνό
Ο έρωτάς μου δεν έχει τόπο
γεννιέται άστεγος
κοιμάται σε χαρτόκουτα κάτω από γέφυρες πόλεων
και αναζητά αιώνια μια πατρίδα
Κοιτάει ευθεία στα μάτια ο έρωτάς μου
μιλάει γλώσσα αρχέτυπη, γεμάτη σύμβολα αιώνων
δανείζει παπούτσια σε γυμνούς
χαρίζει κουβέρτες σε ταξιδιώτες
και αποσπά κραυγές απελπισίας στο πέρασμά του
Γίνεται ζέστη και δροσιά
μέλι και αλάτι ο έρωτάς μου
σε χείλη στεγνωμένα
από τον ήλιο και την άμμο
Τον παρακολουθώ τον έρωτά μου
Στις εικόνες
όσων τσακισμένοι από τις σκέψεις των αρπαχτικών τρέχουν
Δεν τον έχω συναντήσει ποτέ τον έρωτά μου
Τον κυνηγώ όμως
σε ποταμούς και δάση
Εκεί που κρύβεται η μοναξιά των ξεραμένων δαχτύλων
όσων με το βήμα τους ξεπλένουν ατέρμονα
τη χαμένη ανθρωπιά των δεσμωτών τους
Φοβάμαι μήπως προλάβει να βουτήξει
στον λυγμό της σφαίρας του όπλου
που τον σημαδεύει ο έρωτάς μου
Φοβάμαι μην πνιγεί στη μάταιη ελπίδα της ύπαρξης
που του υποσχέθηκαν
Μα ο έρωτάς μου βουτάει στο κενό
πριν σφυρίξει το όπλο
Πάντα βιαστικός και ανθρώπινος
Σφηνώνει στο ωμέγα του κόσμου
χωρίς να λυπηθεί στιγμή την αφοσίωσή του
Μια απόφαση είναι να ζήσω και εγώ
για τον έρωτά μου
Μια απόφαση από την αρχή ρημαγμένη
(Nigredo, ΑΩ, 2023)
ΡΟΜΠΙΝ, Νικόλας Κουτσοδόντης
Δεν ήταν μυστικό ποιος ήταν ο Τιμ Ντρέικ.
Είχανε την πληροφορία πάμπολλα αγόρια.
Δε συνήθιζα παιχνίδια ν’ ανταλλάσσω ή κόμικ
δε συνήθιζα τους φίλους
ούτε κι εκείνο το νεαρό του γαντοφορεμένο χέρι
ύπουλα να πιέζει την κοιλιά μου-
βίαια κι όμορφα να με λαχανιάζουν
οι μελαχρινές τούφες στα μάτια του
οι καθαρές γραμμές στους μυς
σκίτσο το σκίτσο να περνάνε το κορμί μου
τρόμο.
Σκούντηξα τη μαμά μου-
μου αρέσει
αυτό το αγόρι μου αρέσει!
Συνέχισε ό,τι έπινε με την παρέα
στο Κεφαλάρι
το βράδυ εκείνο που ήμουνα δεκάχρονος
και θέλησα πρώτη φορά κορμί.
(Μόνον κανέναν μη μου φέρεις σπίτι, Θράκα 2021)
ΑΛΚΗΣΤΙΣ, Χλόη Κουτσουμπέλη
Είπε αυτός μπορεί να το ρυθμίσει.
Να διασωθεί ο Άδμητος.
Μία μικρή μίζα στον βαρκάρη,
ένα ασημένιο νόμισμα στο στόμα.
Ο Κέρβερος θα αναισθητοποιηθεί με βαρβιτουρικά.
Η απόδραση θα γίνει τη νύχτα στο σκοτάδι.
Αρνήθηκα.
Οι νεκροί έρωτες δεν ανασταίνονται ποτέ.
(Το σημείωμα της οδού Ντεσπερέ, Πόλις, 2018)
ΑΝΕΜΩΝΗ, Κατερίνα Λιάτζουρα
Χνουδωτή ξεθώριαζε
στο έλεος του Ζέφυρου και του Βορέα
Δες ˙ πώς βρέθηκε
μες στο άνθος της ηλικίας της
στην αγκαλιά του ανέμου;
Είπαν πως την ευδοκίμησε
σε άνυδρο λιβάδι η θεά των λουλουδιών
Μα ο άνεμος ψιθύρισε
σε ασβεστολιθικά χώματα
πως έσταξε η Χλωρίς κατάρα
Κατάρα άηχη για την ομορφιά της Νύμφης
Κόκκινο αίμα για τον έρωτα
(Άνθεα, εγχώρια και εξωτικά, ΑΩ, 2023)
ΕΡΩΤΙΚΟ, Ιωάννα Λιούτσια
Ψάχνεις τις νύχτες να δεις φεγγάρι
και την ημέρα άστρα ξεχασμένα
θυμάσαι ονόματα, κοιτάς τους χάρτες
κάπου να πας (χωρίς εμένα)
κι εγώ τι να σου κάνω;
κι άμα διαβάζω ποιήματα για πεφταστέρια
κι άμα κοιτώ από μακριά το ίδιο φεγγάρι
απ’ όλα τα σώματα τα ουράνια
εκείνο που πιο πολύ ποθώ να δω
είναι το σώμα το δικό σου.
(Ανοιχτά φωνήεντα και δαγκωμένα σύμφωνα, θράκα, 2022)
ΞΕΝΟ ΣΩΜΑ, Ευτυχία-Αλεξάνδρα Λουκίδου
Ο έρωτας – αυτή η ανελέητη κατακραυγή-
θα καθρεφτίζεται αδιαίρετος στο πεντακάθαρο παρκέ
φθαρμένοι αγκώνες θ’ αγκαλιάζουν
τους αργοπορημένους
κι οι ταξιθέτριες με ατάραχη βραδύτητα
το μεγαλείο των μικρών λαθών θα τακτοποιούν.
[…]
Για όλα αυτά
το ξένο σώμα υπολήπτομαι και υμνώ
σαν εισχωρεί αθόρυβα στους μαλακούς ιστούς
στην αναπνευστική και πεπτική οδό
στον κερατοειδή.
Μία λαβίδα μικροσκοπική τι να σου κάνει;
Αγκάθι ρόδου, αχινού
γυαλί ή πετραδάκι παραλίας
ή όνομα παλιό με υποκοριστικό
σκουπίδι-σκουπιδάκι μου
δεν σε αποχωρίζομαι.
Τα άλλα αντιστέκονται, αποχωρούν βιαίως.
Δεν σε αφαιρώ.
Ας είσαι εσύ αυτό
το ξένο σώμα
το μοναδικό
το πιο δικό μου.
[απόσπασμα]
(Ο θυρωρός των ημερών, Κέδρος, 2022)
ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΓΙΑ ΔΥΟ, Κυριακή Αν. Λυμπέρη
Έλα λοιπόν στο πλάι μου
ακόμα κι η σκιά σου με γλυκαίνει
θα μοιραστούμε το ποτήρι
κι ας βρέχει έξω
καρεκλοπόδαρα
οι νυχτερίδες ας πετούν στην οροφή
η εποχή μας μάτια αγριεμένα
πρέζα και τσιγάρο
χάπια αγχολυτικά
εφημερίδες με κάθε λογής ασχημίες
φόνους, βιασμούς, παιδεραστίες
αίμα, πόλεμο
πόλεμο, αίμα, πράσινα δολάρια
κουράστηκα˙
ως το πρωί ν’ αγαπηθούμε
φιλιά βαθιά, μέλι στα σεντόνια
κι έρχεται ο ουρανός κοντά
με ψέματα.
(Τα καθημερινά βάραθρα, Κοράλλι, 2023)
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΚΟΥΖΙΝΑΣ (IV), Κλεοπάτρα Λυμπέρη
Περιστατικό σε μαύρο.
Καθώς οι εραστές σε μαύρο αγκίστρι
πιάστηκαν, κι από τα μαύρα
βράγχιά τους έσταξε αίμα
(τι τρόμος η κατάσταση της αθανασίας)
στην κόλαση ο διάβολος-μαύρος
αξιωματικός του σκότους-
κάγχαζε για τον έρωτα δυο τρελών
δυο ανθρωποφάγων πολεμιστών.
Ήταν ο πόθος Μεφιστοφελής κι αυτός
έβγαινε με φωτιές από όλα τα σημεία τού
σώματος, με γλώσσες διπλές,
με ουρές, με παραφωνίες συλλαβών,
με μαύρα κοστούμια νεκρών.
Έτσι λίγο λίγο πλοηγούσαν οι εραστές
πάνω στα βογγητά, στα διχαλωτά
χάδια, στις γεύσεις, στις ουσίες, σε στάσεις
ανάποδα, καθιστά, γυριστά, ξαπλωτά,
ο ένας από πάνω, ύστερα από κάτω,
κι οι δυο κρεμασμένοι στη λάμπα
(κουνιόταν επικίνδυνα το κάδρο).
Ομοίως ο αφέντης του σκότους κινιόταν
παραλλήλως, χτύπαγε παλαμάκια,
θριάμβευε, θορυβούσε, μόνος επόπτης
-αυτός- των εργαζομένων.
(Ο διάβολος έχει κάτι να προσθέσει:
Ο έρωτας, κύριος των ψευδαισθήσεων,
με μαύρα φτερά χιμάει πάνω σε κορμούς
ζώων, στην αρχή μιμείται την πληρότητα,
μετά πεινάει, κρυώνει,
ώσπου γδύνεται το περιττό του λίπος
και το πράγμα μένει ακριβώς όπως
είναι – γυμνό και πικρό αμύγδαλο-
ή πίδαξ που τίναξε στον ουρανό
ξέφτια από χαλασμένα μυαλά και γόους.
Ή σαν διηγημένη ιστορία με κακό τέλος
συμπληρώνει ο Μεφιστοφελής).
Ο έρως κάνει πολλή φασαρία˙ ενώ
η ευδαιμονία των αταράχων εστί, έλεγε ο
(εννοούσε, ο ευδαίμων διόλου δεν μοιάζει
με τον δαίμονα του τυπογραφείου).
(το μηδέν σε φωλιά, Γαβριηλίδης, 2018)
[ΕΝΑ ΚΟΡΙΤΣΙ ΠΟΥ ΧΤΕΝΙΖΕΤΑΙ ΚΑΙ], Ευθύμιος Λέντζας
Ένα κορίτσι που χτενίζεται και
το αγόρι πίσω απ’ τη μισάνοιχτη πόρτα˙
ο μεγάλος καθρέφτης- ο έρωτας.
Τη νύχτα πολύ την αγάπησα,
λιγότερο από όσο πίστεψα στον άνθρωπο
κι ας βρίσκομαι τώρα μ’ ένα τσιγάρο στο
στόμα με θέα το νεκροταφείο της Λάρισας.
(Το μερίδιο, Θράκα, 2022)
ΣΤΟ ΠΕΙΣΜΑ ΤΩΝ ΚΑΙΡΩΝ, Άντζελα Λούτζιο
Μια λιακάδα στο περβάζι
Μια Κυριακή μεσοβδόμαδα
Το γιασεμί που επιμένει
στο μαλακό υπογάστριο
Κάθε φοράς που ξεφυσάς μέσα μου
το λαχάνιασμα των εραστών
Κι αρχίζω ξανά να πιστεύω στα θαύματα
Σε πείσμα των καιρών
(Επίμονα παράθυρα, ΑΩ, 2022)
ΚΙ Ο ΕΡΩΤΑΣ;, Κωνσταντίνος Χ. Λουκόπουλος
Φυγαδεύεται πάντοτε απ’ το κορμί κι αποθηκεύεται στον άχρονο λειμώνα που διαβιοί ως βοσκότοπος˙ ανάμεσα σε σκόρπιους οργασμούς και φρέσκο εφηβικό κλάμα. Μια αποθήκη ηδονής περισσότερο παρά η ζωή που σου συμβαίνει.
(Γενόσημα, ΑΩ, 2021)
ΣΥΝΝΕΦΑ ΤΟΥ ΕΙΔΟΥΣ ΣΟΥ, Γεωργία Μακρογιώργου
Νεφέλωμα ήσουν όταν ήρθες
πριν το ηλιοβασίλεμα.
Τα μάτια σου αντανακλούσαν
το δικό σου χρυσαφί.
Απόλυτη προσήλωση απαιτούσες.
Κοκάλωσα.
Εκ των υστέρων έμαθα
ότι τα σύννεφα του είδους σου
μετά το δειλινό μαυρίζουν
και καταπίνουν
τους μαγεμένους εραστές.
(Το φως όταν μεταφυτεύεται, βακχικόν, 2019)
ΚΙ ΑΝ Ο ΕΡΩΤΑΣ ΖΗΛΕΥΕΙ;, Νίκος Μαντάς
Κι αν ο έρωτας απλώς ζηλεύει;
Φαντάζεσαι να μας εκδικείται;
Κάποτε, ίσως ο πρώτος που ένιωσε ποτέ έτσι
Να προδόθηκε, κι αυτός να ήταν ο έρωτας
Ίσως να περίμενε καιρό πριν την άρνηση
Μήπως εξαπατήθηκε;
Λες να φταίει η αγάπη γι’ αυτό;
Μήπως η φλόγα του προσέβαλε την υπομονή της αγάπης
Μήπως ο έρωτας σπάει πλάκα ή άραγε να δαιμονίζει την αγάπη;
Λες να είναι το παιχνίδι τους αυτό
Κι εμείς να πέφτουμε πάντα στην παγίδα;
Άραγε, γιατί δεν βρήκαμε κάτι άλλο στη θέση του έρωτα;
Κι αν είναι τόσο δυνατός για να κρατάει τόσα χρόνια
Γιατί να ζηλεύει, να φθονεί ή έστω να απογοητεύεται;
(Ηρεμολόγιο, Ανεμολόγιο, 2023)
ΑΝΕΥ ΟΡΩΝ, Αλεξάνδρα Μπακονίκα
Αιθέρια σειρήνα.
Όπως καθόταν στην ψάθινη πολυθρόνα
έβαλε τις γυμνές πατούσες της
στο τραπεζάκι της βεράντας.
Κίνηση πρόκλησης
για τον άνδρα δίπλα της.
Οι χυτές γάμπες, ο αστράγαλος,
η καμάρα της πατούσας,
τα καλοσχηματισμένα δάκτυλά της
τον καλούσαν να τα φιλήσει,
να τα προσκυνήσει, άνευ όρων να παραδοθεί.
(Η τελετουργία του χορού, Κουκίδα, 2023)
ΓΙΑ ΚΕΙΝΟΥΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΚΑΝΟΥΝ ΕΡΩΤΑ, Γιώργος Μπακλάκος
Για κείνους που δεν κάνουν έρωτα
παρά σαν άγρια θηρία παλεύουν.
Που ανταλλάσσουν κομμάτια σάρκα
στόμα με στόμα, για κείνους γράφω.
Οι υπόλοιποι δε θα με καταλάβουν
δε θα θελήσουν καν να προσπαθήσουν.
Αυτή είναι η αγάπη μου. Ένα ζώο
σαρκοβόρο που με τα μπροστινά του
πόδια με ακινητοποιεί και τριγυρίζει
πάνω μου να με μυρίσει, να με υποτάξει.
Έχεις νιώσει ποτέ όλες σου οι αισθήσεις
να είναι όσφρηση, φόβος και καύλα;
Με μια απότομη κίνηση σε γυρίζω
και βυθίζομαι στον λαιμό σου.
Στα δόντια μου το αίμα σου.
Έπειτα τα χείλη μου δίνω βάλσαμο
στις πληγές που ο ίδιος σου άνοιξα.
Είσαι δική μου όπου κι αν βρεθείς
ό,τι κι αν συμβεί, σε οποιαδήποτε αγκαλιά.
Γιατί κάτω απ’ τα μαλλιά, μέσα στο σβέρκο σου
είναι φυτεμένοι οι κυνόδοντές μου.
(Ταυτότητα, Βακχικόν, 2022)
ΔΩΜΑΤΙΑ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ, Ειρήνη Μαργαρίτη
Οι μικρές αποστάσεις θέλουν παρέα. Απ’ το σαλόνι στο κρεβάτι, μ’
ένα αόρατο πουκάμισο στο χέρι και τα κουμπιά. Να βάλεις ή να
βγάλεις το δωμάτιο;
(απολογούμαι αφού)
Δεν είμαι εγώ που σκότωσα του έρωτα τις λέξεις- όχι εγώ το
ελάχιστό τους φως.
(Φλου, Σαιξπηρικόν, 2019)
Ο ΕΡΩΤΑΣ, Γιώργος Μπλάνας
Ο έρωτας: αυτό το ρόδο που πληγώνει
την ξυπόλητη νύχτα. Ο έρωτας:
αυτό το αγκάθι που χαϊδεύει τα στήθη
της αγρύπνιας. Ο έρωτας:
ο θάνατος τρελός από έρωτα
για τον έρωτα. Ο έρωτας:
έτσι κι αλλιώς χαμένος από έρωτα.
(Ο κότσυφας του σύμπαντος [και άλλα λυρικά πτηνά], Bibliothèque, 2021)
ΔΥΟ ΔΡΟΜΟΙ ΚΑΙ Η ΕΝΩΣΗ, Ηλίας Μπούσιος
Ο δρόμος της καρδιάς- πατρίδας μας ο ουρανομήκης.
Ο δρόμος του Έρωτα ο προαιώνιος.
Ω μέρες και νύχτες του παραδεισένιου Έρωτά μου
όταν ήταν το τραγούδι μας όρκος
όταν ήταν το ευτυχισμένο πουλί, σημαία λευκή
σημαία του κρυστάλλινου κήπου μας!
(Στα χνάρια του Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, Κουίντα, 2023)
ΓΕΩΤΡΥΠΑΝΑ ΧΑΡΑΣ, Νίκος Μυλόπουλος
Λιωμένοι ήλιοι
Λάβα που εκρήγνυται
Ο έρωτάς σου
*
Με δύο λόγια
Ό,τι ερωτεύτηκα
Φαντασίωση
*
Σε κάθε χτύπο
Ο έρωτας αχνίζει
Ύστερα; μόνος.
*
Πίναμε ζωή
Κι ο έρωτας κερνούσε
Ακατάπαυστα
*
Μη μεθάς άλλο
Ο έρωτας ζαλίζει
Το άδειο βλέμμα.
*
Φιλιά γεύομαι.
Όταν σβήνει ο έρως
Πικραμύγδαλα.
(Τ’ ανοξείδωτα Χάικου, παρέμβαση, 2023)
͠͠͠
ΜΑΚΡΙΝΟΣ ΕΡΩΤΑΣ, Τόλης Νικηφόρου
όπως ένα παράθυρο
που μισανοίγει ξαφνικά
κι η ερημιά παρήγορα φωτίζεται
χαμογελούν τα χείλη σου
χαμογελούν τα μάτια
ηχεί σαν αστραπή
το πρώτο γράμμα στ’ όνομά σου
που αναγγέλλει καταιγίδα
είσαι ένα μακρινό χαμόγελο
ή μήπως είσαι έρωτας
απόλυτος και απελπισμένος
ένα χέρι διψασμένο
που απλώνεται στη σκοτεινιά
(Μια τρύπια δεκάρα, Μανδραγόρας, 2023)
Ο ΕΡΩΤΑΣ ΕΙΝΑ ΤΥΦΛΟΣ, Ιφιγένεια Ντούμη
Προτιμώ να καθρεφτίζομαι στο fond de teint
παρά σε σένα, αγάπη μου.
Γι’ αυτό, την επόμενη φορά που θα θελήσεις
να μου γυρίσεις καθρεφτάκι,
θα σου βουτήξω το πινέλο στο μάτι.
(Love me tender, Σαιξπηρικόν, 2018)
ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ, Ασημίνα Ξηρογιάννη
Στο όνομα του έρωτα με επινόησες.
Σε επινόησα και γω.
Ταυτόχρονα όμως,
επινοήσαμε και τους εαυτούς μας.
Και πώς να διαχειριστούμε τώρα
τα πολλαπλά μας είδωλα;
Πώς να συμφιλιώσουμε τα κενά μας;
Λίμνη παγωμένη θυμίζει πια η ποίησή μας
που απορεί με μας τους γελοίους
πώς τα καταφέραμε έτσι,
ώστε ποτέ να μην συναντήσουμε τις άκρες μας.
(Λίγη φθορά για γούρι, Γαβριηλίδης, 2017)
ΣΥΜΠΟΣΙΟ, Ευτυχία Παναγιώτου
Στο δέρμα χαραγμένος ένας αριθμός.
Στίγμα ερωτικής ιστορίας.
Όπως όταν αφηνόμαστε [σώμα
μου] στον άλλο.
Πέτρες που τρίβονται,
πέτρες που ανάβουν.
Όπως όταν τα μέλη λυγίζουν
και σφίγγουν έναν κορμό.
Όπως όταν τα δάχτυλα ξηλώνουν αντιστάσεις
και μας διαπερνά ηλεκτρισμός.
Όπως όταν ένα φράγμα αλλάζει σε ρέμα
και εκφορτίζει νεύρα, πάθη και ουλές.
Όπως όταν δυο πέτρες που τρίβονταν
συνεχίζουν να ανάβουν.
Μια ερωτική ιστορία.
Επειδή, σώμα μου απειλημένο[.]
Είχες φωνή,
πάτησες το κουμπί του πανικού.
Κι από μέσα χύθηκαν νερά, πολλά νερά.
(Μύθοι για το τέλος του κόσμου, Κέδρος, 2023)
ΠΩΣ ΝΑ ΓΙΝΕΙΣ θÉRΟS, Μαργαρίτα Παπαγεωργίου
Σμήνη από τζιτζίκια μες στον ελαιώνα
Απ’ το ανοιχτό παράθυρο του συνοδηγού
μαζί με τη μεσημεριάτικη λάβρα
μπαίνει μέσα στ’ αυτοκίνητο ένας τζίτζικας
Ψάχνω να τον βρω αλλά δεν τον βλέπω
Κρύβεται κάτω απ’ το βαμβακερό μου φόρεμα
Το τερέτισμα φουσκώνει το αμάξι σε μπαλόνι
Καθώς αργά ανεβαίνουμε παρατηρώ
τη δύση του ήλιου στον καθρέφτη
φέρυ μποτ πέρα δώθε ηλεκτρισμένα
συναντιούνται με τα φώτα αναμμένα
Τα χρώματα βουίζουν μέσα μου
Γι’ αυτό, απ’ την καρδιά του θέρος
ριζώνω φτερά στις πλάτες μου
και γίνομαι ο τζίτζικας τ’ αέρος
Ήμουν καλοκαίρι και πάλι
(Εξωτικά είδη, Σαιξπηρικόν, 2022)
ΑΠΟΣΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΝΥΧΤΑΣ, Φάνης Παπαγεωργίου
Πτυχώσεις χαδιού έραβαν στα γυαλιά
για να προστατεύουν το κρύο από τη ζεστή θαλπωρή
που χορεύει μέσα στο σπίτι των εραστών
μέσα σε σανίδες και χρωματιστά φύλλα
σαν αυτά που ψάχνουν οι σπηλιές
και κρύβουν το ψωμί σε σβώλους
για να τσιμπολογούν οι νύχτες όταν σκεπάζονται με φως
και τα κύματα όταν κοπάζουν και μαζεύουν τον αέρα
κάθε φορά που οι εραστές βραχυκυκλώνουν
και προτάσσουν δέντρα και κλαδιά
εκεί που ανεβαίνει το χάδι και τα χέρια
(Η θάλασσα με τα 150 επίπεδα, Κουκούτσι, 2017)
ΠΕΣ ΜΟΥ ΠΏΣ, Μαρία Παπαδάκη
να προσπεράσω την παπαρούνα
που κόλλησε στα δόντια σου
κόκκινη προφητεία της αγάπης
ν’ αφήσω πίσω μου τη μέλισσα
που μπήκε μέσα στο μάτι σου και
βουίζει τα λόγια σου απροφύλαχτα
τρέχω ξοπίσω σου σκύλος
που βαριανασαίνει κοφτά
να γλείψω μόνο τα μάγουλά σου
(Ψαρεύοντας χρυσόψαρα, ενύπνιο 2021)
ΕΙΣ ΠΡΩΗΝ ΕΡΑΣΤΑΣ, Βάννα Πασούλη
Στενεύουν κάποτε και οι καρδιές
σαν πολυκαιρισμένα υφάσματα
σε σώματα που άλλαξαν διαστάσεις
και δεν χωράνε πια στο μέγεθος
της αγάπης.
(Lunaris, Περισπωμένη, 2021)
ΔΕΥΤΕΡΑ, 9 α΄, Σωτήρης Παστάκας
Το 2024 η πισίνα του συγκροτήματος, θα είναι
ακριβώς όπως την βλέπεις κι απόψε: ήρεμη,
καθαρή, φωτισμένη και άδεια. Θα είμαι
τζαστ εβδομήντα, εσύ ογδόντα ένα. Οι διαδοχικές
γραμμές των χρωμάτων, όπως τις βλέπουμε
καθισμένοι τώρα εδώ, θα είναι το λευκό
απ’ το καραβόπανο της ομπρέλας, το πράσινο
απ’ το γκαζόν και το ψεύτικο μπλε του νερού της πισίνας,
τυλιγμένες στο σκοτάδι της αυγουστιάτικης νύχτας.
θα σηκώνουμε καληώρα τα ποτήρια μας με το
προσέκο πρόποση στα πενήντα χρόνια γάμου μας
εκτός γάμου. Οι έφηβες που βλέπεις τώρα στολισμένες
πάνω στα δωδεκάποντα και φρεσκοχτενισμένες,
θα έχουν αλλάξει απλώς ονόματα, πρόθυμες να ξαναρχίσουν
το παιχνίδι του έρωτα, της εγκατάλειψης, της προδοσίας.
Συγγνώμη, θέλω να ξαναπάρω. Θέλω κι άλλη μπρεσάολα
στο πιάτο μου. Να ερωτευτώ απ’ την αρχή, να εγκαταλειφτεί
στην αγκαλιά μου άλλο ένα κορίτσι, πριν μ’ εγκαταλείψει.
Κάποιοι σαν κι εμένα χωρίζουν έπειτα από σαράντα χρόνια,
γιατί δεν αντέχουν να δουν να λιώνουν και να πεθαίνουν
μέσα στα χέρια τους αυτούς που αγάπησαν. Να τους κλείσουν τα μάτια.
Αυτοί είναι συνήθως που πέφτουν με τα ρούχα τους
για μια βουτιά στην πισίνα, ελαφρώς μεθυσμένοι.
(Ταχυδρομική θυρίς, Bibliothèque, 2021)
ΤΑ «ΑΝ» ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ- ΣΕ ΔΥΟ ΤΑΝΚΑ, Μαρία Πατακιά
(Στους εραστές της ταινίας Αυτοκρατορία των αισθήσεων του Ναγκίσα Οσίμα)
Αν ο Έρωτας
είναι «μικρός θάνατος»
αθανασία
πώς του ‘ρθε να ζητάει
έξω από τον χρόνο;
-
Αν ο Έρωτας
είναι σαν τον πόλεμο
ο απρόβλεπτος
θα κερδίζει πάντοτε
μέχρι να ξεψυχήσει.
(Περί έρωτος ως μόνου δαιμονίου, Μελάνι, 2020)
ΑΣ ΜΙΛΗΣΟΥΜΕ, Σοφία Περδίκη
Να μιλήσουμε για σώματα
αυτά τα τρυφερά σαρκώδη
με την αφή της γλώσσας
να ιερο-γλείψουμε τις λέξεις
ώσπου να λειανθούν.
Πάνω στους αμμώδεις λόφους
των στιλπνών δερμάτων
τα θαυμαστικά φιλιά μας
ν’ αρθρώσουν με λόγο αλμυρό
ανάμεσα στα κενά από τα δάχτυλα
το αγαπημένο θέμα
να πιουν τα χείλη τα μελίρρυτα
απ’ της πηγής το αίμα.
Να πούμε για τα γυμνά μας σώματα
την ιστορία
το νι της και το σίγμα
να το χαράξουμε με σμυριδόπετρα
πάνω τους ν’ αφήσουμε
την ανεξίτηλη γραφή
βγαλμένη ιαχή
από του κάθε πόθου το άχτι.
Ας αφηγηθούμε το κορμί.
Να μείνει
έστω κάτι.
(Το αιώνιο αίνιγμα, Κίχλη, 2020)
ΓΛΑΔΙΟΛΑ, Γεωργία Πολυκανδριώτη
Η γυναίκα με το φύλο γλαδιόλας
σκορπίζει στο άδειο κατάστρωμα
όσο χρόνο δεν έχει,
τα μάτια της σκοτεινά και ζεστά
κοιτάσματα βωξίτη,
ο άντρας φοράει καπέλο
και στρέφεται προς τη θάλασσα,
τον πλησιάζει
του δίνει το φύλο γλαδιόλας,
μέσα από τον καπνό του φουγάρου
ξεπροβάλλει ένα κόκκινο χάδι.
(Το μανταρίνι, ΑΩ, 2023)
ΧΑΛΑΣΙΑ, Γρηγόρης Σακαλής
Σε είδα ξαφνικά
μπροστά μου
σκόνταψα κι έπεσα
σηκώθηκα
τρέμανε τα χέρια
και τα πόδια μου
στέγνωσε το στόμα μου
Θεέ μου, είπα
τι είναι αυτό
που μου συμβαίνει
μήπως είναι έρωτας
σε προσέγγισα
πήγα να σου μιλήσω
μα τραύλισα
πρώτη φορά στη ζωή μου
έδωσα αγώνα
για να μπορέσω
να σταθώ στο ύψος μου
σ’ αυτή τη χαλασιά
του έρωτα.
(Καράβι του Αλιάκμονα, Ενδυμίων, 2023)
ΣΕ ΟΝΕΙΡΕΥΤΗΚΑ, Γιάννης Σγουρούδης
Σε ονειρεύτηκα
ξύπνησες και άγγιξες απαλά το χέρι μου
έγειρες πάνω μου με φίλησες
έμεινες
άνοιξα τα μάτια μου
είπες βιαστικά μια καλημέρα κοιταζόσουν στον καθρέφτη
κοιτούσες το σημάδι της νυχτερινής πάλης
έφυγες
άφησες δύο σκουλαρίκια στο κομοδίνο
έπλυνα το πρόσωπό μου
κοιταζόμουν επίμονα στον καθρέφτη
είναι μια επινόηση για να καταλάβεις πόσο μόνος είσαι
χτύπησε το τηλέφωνο
Κράτησέ τα, να ‘χεις κάτι δικό μου κάτι να με θυμάσαι, είπες
(Η Ολοκλήρωσης της έλλειψης, Κουκούτσι, 2020)
ΠΛΑΝΟΔΙΟΣ ΜΟΥΣΙΚΟΣ, Αντώνης Σκιαθάς
της Α.Δ.Σ.
Στις ερημιές μου της αγάπης
αφηγούμαι
άλλοτε
τους πρόωρους βίους των αργοναυτών
και άλλοτε τις εποχές της λεηλασίας
των της Κολχίδας νυχτολούλουδων.
Στις ερημιές μου της αγάπης,
μοσχοβολούσαν μέντα τα λινά της ρούχα
θέριευαν ως Πανσέληνοι τ’ Αυγούστου
οι ρώγες της.
Στις ακρώρειες του στήθους της
πλανόδιος μουσικός
ο Έρωτας κλαίει
την Εβδόμην Ημέραν της Δημιουργίας
κλαίει
καθώς χορδίζει έγχορδο την απουσία.
Τι νύχτα και αυτή;
Πόσο δειλή, να θέλει
τραγούδια να ακούσει
ξενιτεμένων Τρώων.
Άσματα ποιων λυράρηδων
για τις απάτες των νερών
στους πλόες της αστροφεγγιάς.
εκεί, στην ωμοπλάτη του Αιγαίου.
(Ο μόνος πιστός ένοικος, Πικραμένος, 2018)
280., Σοφία Σουρτζή
Να υπάρξω μαζί σου θέλω
στον αέναο χτύπο που ορίζει ο πόθος μου.
Τη λευκή σου σάρκα
που με ξαγρυπνά και με αφήνει μετέωρη
να εκτοπίσω στο βάθος μου.
Να σιγήσω στην παύση θέλω
και στις ριπές του αγέρα να κάμπτω τις λέξεις σου.
Σαν στάχυ να δονούμαι και να λυγίζω στο δέρμα σου,
αργά να αγγίζω το μέσα σου
και στο βλέμμα σου
να φορτώνω όλο το είναι μου.
(infinito, Κύμα, 2022)
ΚΥΚΛΟΣ, Σταύρος Σταυρόπουλος
Όταν μεγαλώνει ο κύκλος
Γίνεται ζωή
Όταν μεγαλώνει η ζωή
Γίνεται αγώνας
Όταν μεγαλώνει ο αγώνας
Γίνεται μοναξιά
Όταν μεγαλώνει η μοναξιά
Γίνεται έρωτας
Ανυπόφορος
Σχεδόν τελευταίος
Ο αθόρυβος θόρυβος
Μιας υπαρκτής
Και γι’ αυτό ανελέητης
Απουσίας
Όταν μεγαλώνει η απουσία
Γίνεται ξανά
Ξανά
Και ξανά
Κύκλος
(Ο άνθρωπος έσπασε, Σμίλη, 2023, β΄ εκδ.)
Η ΝΥΦΗ ΤΟΥ ΦΡΑΝΚΕΣΤΑΪΝ, Γιάννης Στίγκας
Πρώτα οι ουλές,
λίγο μετά ο έρωτας.
Μάλλον, μας βάλαν την καρδιά ανάποδα.
(Βλέπω τον κύβο Ρούμπικ φαγωμένο, Μικρή Άρκτος, 2014)
ΜΟΝΟ ΟΙ ΕΡΑΣΤΕΣ ΜΕΝΟΥΝ ΖΩΝΤΑΝΟΙ, Ευαγγελία Τάτση
Θα σηκωθούν όρθιοι
μετά απ’ τον έναν
κι απ’ τον άλλον
κι απ’ τους πολλούς θανάτους τους
ώσπου να συνηθίσουν
στην ωχρότητα της απώλειας
και στη γεύση του αίματος
να παραδοθούν
απέθαντοι
θα διασχίσουν τους αιώνες
οι πρωταγωνιστές στις μεγάλες νύχτες•
τότε που όλοι θα ποντάρουν στον χαμό τους
εκείνοι
θα βρουν ζεστές νεανικές καρωτίδες
λίγο να τις δαγκώσουν
μέχρι που ο Θεός
να εγκαταλείψει τον θρόνο του
θα κουβαλούν ένα ξύλινο βόλι στην τσέπη τους
για κάθε ενδεχόμενο
αλλά όταν έρθει η ώρα
πρώτα θα δικάσουν
για τις ζωές των άλλων
κι έπειτα την εξάρτηση αυτή
θα εγκαταλείψουν
μετά, Θεέ
θα παρατήσουν όπου να ’ναι
τα κλειδιά και το οικόσημο
θ’ αδειάσουν τους κοιτώνες
απ’ τα μάγια τους
τα μάτια ήσυχα θα κλείσουν
κι ο θάνατός τους πια
δεν θα ’ναι τέχνασμα.
(Φυτά εσωτερικού χώρου, Βακχικόν, 2022)
ΜΙΚΡΟ ΕΡΩΤΙΚΟ ΤΗΣ ΑΒΥΣΣΟΥ, Μαρία Τζίκα
Αυτή η γη
που ανταμώσαμε
φαινομενικοί εραστές
σε ήμερα τοπία,
είναι το ανάποδο
της αβύσσου.
(Ελαττωματικό χώμα, Το κεντρί, 2015)
ΤΟ ΜΟΝΤΕΛΟ ΣΤΟ ΑΤΕΛΙΕ ΤΟΥ ΖΩΓΡΑΦΟΥ, Λίλια Τσούβα
Τ’ άνθη λευκής ορχιδέας
φώτισαν το ατελιέ.
Ένα κορίτσι έχει καθίσει
στο τραπέζι, κάτω
από της Άνοιξης τον πνιγηρό ήλιο.
Πόζαρε μ’ ένα μακρύ άλικο φόρεμα.
Τα μαλλιά του στο χρώμα της κασσίας.
Τι άρωμα τριαντάφυλλου
ανέδιδε
ώστε ξύπνησε
στο κλουβί του ζωγράφου
την αλκυόνα.
Το κεράσι από τα χείλη της
το σώμα του επικίνδυνα λάβωσε.
Μόνον με γούνα
τίγρης της Βεγγάλης
τώρα να σβήσει
το ουράνιο μπορούσε τόξο
που
τα μάτια του θάμπωσε.
(Εγκέφαλος ψάρι, Βακχικόν, 2022)
ΠΡΟΤΕΡΟΣ ΕΝΤΙΜΟΣ ΒΙΟΣ, Λίνα Φυτιλή
Τι πειράζει που δεν είσαι ο Καραβόμυλος,
όταν ανάμεσα στα πόδια μου
μπαίνεις,
όταν φτάνουμε σε ένα τέλος
ελαφρύτερο
από το ποίημα,
με μάτια
ξυράφια
και το τριλαμπές της μιας Θεότητας.
(Μυθική μέρα, Ενδυμίων, 2014)
[ΚΙ ΟΠΩΣ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΤΗΣ ΚΑΘΕ ΜΕΡΑΣ], Θανάσης Χατζόπουλος
Κι όπως τα πράγματα της κάθε μέρας
Όταν η ώρα έρθει νεύοντας
Περνούν μέσ’ απ’ τις λέξεις εν χορδαίς
Στο ποίημα
Έτσι στην αγκαλιά μου, η πιο πολύτιμη χορδή,
Τεντώνεσαι μιλώντας την πιο γήινη
Την πιο ανθρώπινη
Απ’ τις γλώσσες
Το σώμα σου πλέκει τον μίτο γύρω μου
Κι εγώ ξεπλέκω τον
Και ιστορώ τον μύθο
Της ζωής του
Σε τραγούδι
(Φιλί της ζωής, Κίχλη, 2016)
ΑΣΚΗΤΙΚΗ, Σπύρος Χονδρόπουλος
Δυο κορμιά μαζί
πηλός διψασμένος οι καμπύλες των γοφών οδηγούν τα χέρια σε
μονοπάτια ανοιξιάτικου ξέφωτου,
οι ανάσες βαριές, ιδρωμένες, σκλαβωμένες στη σκέπη του σεντονιού
δεν μας αποχωρίζονται γιατί ζηλεύουν της σάρκας το ρίγος.
Δυο κορμιά μαζί
τότε μόνο βλέπεις καθαρά με κλειστά μάτια,
τα όνειρα της καρδιάς να μπολιάζονται στης ηδονής το παζάρι
σκλάβος ή αφεντικό, ένα και το αυτό.
Δυο κορμιά μαζί
τα δεσμά της σκέψης λυγίζουν παραδομένα
στην κίνηση των λαγόνων,
ο ιδρώτας μοσχομυρίζει γέννηση
και ο στεναγμός γλυκό μεθύσι κερνά τα χείλη,
το χάραμα μας συναντά ξανά απ’ την αρχή
Δυο κορμιά μαζί.
(Εμμετροέπεια, ΑΩ, 2023)
ΑΝΘΙΣΜΕΝΑ ΣΤΡΩΜΑΤΑ, Βάσω Χριστοδούλου
Στρώματα που κοιμήθηκα άνοιξη
μ’ εκδικούνται χειμώνα.
Ανθίζουν αγριόχορτα πάνω τους
-κραυγές αναλφάβητες
στη νοηματική.
Έκδοση εξαντλημένη
με ζήτηση σε έκπτωση.
Απρόσμενη ικανοποίηση σωμάτων
αδικαιολόγητα ερωτευμένων
υγρές αφές
ασωμάτων.
Γιορτάζουν εραστές ανώνυμοι
που τους παραχωρήσαμε
την αιωνιότητα.
(Sati, κύμα, 2019)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου