Μη φοβόσαστε που ξημερώνει,
έχουμε την καλή ελπίδα στην καρδιά μας.
Ας είναι οι δρόμοι έρημοι από ανθρώπους,
θ’ ακουστούν όλες οι φωνές της ημέρας.
Μην αναστενάζεις που ο μόχθος έχει πολλές ώρες,
το κάθε βάρος τ’ αλαφρώνει η συντροφιά,
ένα μάτι που προβάλλει απ’ τη συννεφιά,
η καλή ελπίδα πο’ ’χουμε στην καρδιά.
Ακούς πώς πάλλεται σαν καμπάν’ από φως,
διώχνοντας τα σκοτεινά φαντάσματα,
προσκαλώντας τον εργάτη στην οικοδομή,
η καλή ελπίδα που ’ναι στην καρδιά.
Τρέξτε πρόθυμα με το δίχτυ της ζωής,
στη θάλασσα με τις λαχτάρες που σιωπούν,
κάτι από τον ήλιο π’ αναλιώνει στα νερά,
θ’ ανέβει απάνω η ελπίδα της καρδιάς.
(περιοδικό «Μορφές», 1950)
Από τη συλλογή: Ποιήματα (Παλαιοντολογικά) (1988) του Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου