Ήταν ο μόνος που είχα κι όμως ούτε καν τον γνώριζα — έφευγε
για καιρό κι όταν ξαναρχόταν “κάποτε θα γυρίσεις κι εσύ” μου `λεγε —
“αλλά δεν θάναι κανείς” ύστερα μου μιλούσε για το πράσιονο φόρεμα
της μητέρας του κι επέμενε στη λέξη πράσινο σα να υπερασπιζόταν
τον κόσμο κι άλλοτε γονάτιζε και ζητούσε συγχώρεση για τους
τόσους αιώνες θλίψης κι οι γυναίκες που κατέβηκαν αργότερα να
πλύνουν λησμονήθηκαν μες στη μεγάλη λάμψη κι όπως χιόνιζε
άνοιξα το Ευαγγέλιο
αλλά χιόνιζε κι εκεί.
Βιολέτες για μιά εποχή, Κέδρος 1985, σ. 52.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου