Κυριακή 6 Οκτωβρίου 2024

Λευτέρης Ξανθόπουλος - Ο θάνατος του Μίλτου Σαχτούρη

 
Από τον θάλαμό του στο νοσηλευτήριο ηλικιωμένων 
Βασιλάκειον της οδού Τενέδου και πολύ κοντά στο μικρό 
διαμέρισμα της οδού Μηθύμνης όπου ζούσε τα τελευταία 
είκοσι τέσσερα χρόνια της ζωής του μόνος και εντελώς 
μέσα στη δική του περιοχή από την παιδική του ακόμα 
ηλικία ο ποιητής Μίλτος Σαχτούρης και καθώς όλη τη 
νύχτα βογκίζαν άγρια σκυλιά στο προσκεφάλι του 
περνούσαν ελάφια είδε εξαίφνης το ποίημα που έβλεπε σε 
όλη του τη ζωή όμως τώρα πια δεν μπορούσε δεν 
προλάβαινε καν να γύρει στο πλάι για να το γράψει κι 
έβγανε μέσα στον ύπνο του και μέσα στον ξύπνο του μια 
κραυγή γεμάτη οργή και πόνο και μίσος και πάθος και 
ανάγκη και μεγάλο θυμό πού την ακούσαν όλοι οι 
θάλαμοι σε όλες τις πτέρυγες και όλο το νοσοκομείο της 
Κυψέλης 

Το περιστατικό μαρτυρείται διαδοχικά από τρεις 
διαφορετικούς ανθρώπους που ξαγρυπνούσαν εκείνο το 
βράδυ από τρεις πηγές η πλέον αξιόπιστη σήμερα 29 
Μαρτίου 2007 ημέρα Πέμπτη δύο χρόνια ακριβώς από την 
αναχώρησή του προέρχεται από την αδερφή νοσηλεύτρια 
Ευδοξία-Μαρία Νικολάου Ρεμπάπη από το χωριό 
Παλαιοφάρσαλος νομού Λαρίσης είκοσι οχτώ χρονών τότε 
στο καμαράκι της βάρδιας καθώς την έπαιρνε ο ύπνος 
στην καρέκλα της και πεταγόταν κάθε τόσο και λιγάκι 
άκουσε την κραυγή που όμοιά της κανένας άνθρωπος δεν έχει 
ξανακούσει ποτέ στον κόσμο όλο 
 
Σχίστηκαν στα δυό ανοίχτηκαν οι ουρανοί για να περάσει 
ο ποιητής και από εκεί ξεπρόβαλε για μια ακόμη φορά για 
μια ακόμη τελευταία φορά ξεπρόβαλε το ποίημα το 
καλύτερο ποίημα που άκουσε ποτέ και είδε ποτέ σε 
ολόκληρη τη βασανισμένη ζωή του ο Μίλτος μόνο που 
τώρα πια δεν μπορούσε δεν προλάβαινε καν στα ογδόντα 
έξι του χρόνια κατάκοιτος να σκύψει στο πλάι στο λευκό 
κομοδίνο να πάρει το κόκκινο μπικ και να το γράψει.

Οι εχθροί και οι φίλοι μου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου