Φθινόπωρο στην επαρχία με πλήξη περισσή -
Κι η Λάουρα που ερωτεύτηκες θά 'χει πια αποδημήσει.
Σαν την ομίχλη η σκέψη σου ακινητεί, κι εσύ
μέσ' στο νοσοκομείο ρεμβός να βλέπεις προς τη δύση.
Η νευρασθένεια, η μόνωση, κι' η φευγαλέα βροχή
ν' απασχολούν την μνήμη σου που φθείρεται στο ημίφως.
Νά 'σαι ασθενής, κι η νέα αδελφή με την αβρή ψυχή,
να φτιάχνει μιαν υπόθεση για σε - πως είσαι γρίφος.
Κι εσύ που μίσησες τα νέα κορίτσια πιο πολύ
κι απ' τα βιβλία που σ' έμαθαν να δυστυχείς περίσσια,
παράξενη να αισθάνεσαι στο πλάι της συστολή,
και να μισείς την πένθιμη ομορφιά στα κυπαρίσσια.
Να συζητείς για Μαίτερλιγκ, για Ουάιλντ ωραιοπαθείς -
κάποτε είχες σε μια ομορφιά θανάσιμα ασελγήσει -
Συ Ντόριαν Γκρέυ προσπάθησες στη ζωή σου να σταθείς...
Φούμαιρνες όπιο και χασίς - Θά 'χεις πολύ αμαρτήσει.
Ώ ναι... μα η νέα που γνώρισες με την κλειστή καρδιά
και την επαρχιώτικη δειλία στα ωχρά της χείλη
δεν σου θυμίζει την κυρία με τα μενεξεδιά,
μήτε την αγοραία ηδονή που η διαφθορά σου εφίλει.
Φθινόπωρο στην Αττική... η βροχή εξακολουθεί...
κι' η νέα που γνώρισες τυχαία μέσ' στο νοσοκομείο
ίσως και να σε σκέπτεται εστέτ, ωραιοπαθή,
μα ίσως να λέει πως κλείσιμο θες στο φρενοκομείο.
περιοδικό Σημειώσεις, τ. 55, Νοέ. 2001.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου