Περνούν οι θερισμένοι κάμποι
δεν έχει σύνορα το φως,
κλείνω τα μάτια μου και λάμπει
ο ουρανός πού 'ταν κρυφός.
Σε ξέρω, κέρινη μητέρα,
κόρη του γένους των ανδρών,
σαν την αράχνη στον αέρα
κεντάς τη θλίψη των ωρών.
Διαβαίνουν στα ματόκλαδά μου,
στα δακρυσμένα τσίνορα,
σκιές, ιριδισμοί της άμμου,
κι όλο χαράζουν σύνορα.
Σε προσκυνώ, γυμνή μητέρα,
δούλη του γένους των ανδρών,
το είδωλό σου στον αέρα
σκορπά την τέφρα των ωρών.
Διαβαίνουν ίσκιοι και ψελλίζουν
ξόρκια στον άρρωστο καιρό,
κι απ' το κορμί μου ξεχειλίζουν
τα κόκκαλά μου σαν νερό.
Νιώθω το κρύο σου, μητέρα,
με την ανάσα του φιλιού,
το νυφικό σου στον αέρα
λιώνει σαν φάντασμα χιονιού.
Διαβαίνουν σύμβολα κομμάτια,
τα σύννεφα στους ουρανούς'
κλείνω τα κουρασμένα μάτια,
δεν έχει σύνορα ο νους.
Αποστηθίζω το ρυθμό σου
στο κύμα, κόρη του Θεού,
γράφω αργά τον αριθμό σου
κι είμαι η πέτρα του βυθού.
Διονύσης Καψάλης - Κυριάκος Κατζουράκης: Προσωπογραφία, Άγρα 1998.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου