ΣΩΠΑΙΝΕΙ Η ΨΥΧΗ
Σωπαίνει η ψυχή… Στον κρύο ουρανό
πάντα τα ίδια άστρα τη φωτίζουν.
Ολόγυρα για το ψωμί ή τον χρυσό
λαοί φωνάζουν και στριγγλίζουν…
Αυτή σωπαίνοντας ακούει τις κραυγές,
τους μακρινούς κόσμους κοιτάζει,
μες στη διπρόσωπη τη μοναξιά της,
δώρα θαυμάσια ετοιμάζει.
Δώρα ετοιμάζει στους θεούς της
και λουσμένη με αρώματα σιωπής,
πιάνει με τ’ άγρυπνο αυτί της
το κάλεσμα μιας μακρινής ψυχής.
`
Όπως πετούν οι αχώριστες καρδιές
λευκών πουλιών πάνω απ’ τον ωκεανό,
κι ηχούν σαν κάλεσμα μες στην ομίχλη,
που το νιώθουν ως το ταξίδι το στερνό.
(1901)
`
*
ΑΣΥΝΗΘΙΣΤΑ ΗΣΟΥΝ ΦΩΤΕΙΝΗ
Ασυνήθιστα ήσουν φωτεινή,
μ’ ένα χαμόγελο ξεχωριστό,
και στις αχτίδες της ομίχλης σου
ένιωσα τον μικρο Χριστό.
`
Είδα απ’ τα σύννεφα ανάμεσα
μια όχι επίγεια, λάμψη χρυσή,
κι από ένα κύμα σμαραγδένιο
η πλάση γύρω μας είχε σειστεί.
`
Να με τυλίγουνε τα χάδια σου
σε ονειρεύτηκα χθες βράδυ,
σαν παραμύθι τρυφερό,
της πρώτης άνοιξης σημάδι.
(1902)
`
*
ΤΟ ΓΕΡΑΚΙ
Διαγράφοντας ένα μεγάλο κύκλο
πάνω απ’ το λιβάδι το γεράκι πετάει,
σαν το κοιτάζει να κοιμάται το έρημο,
βλέπει μια μάνα που στον γιο της μουρμουράει:
«Να ψωμί, να στήθος να βυζάξεις,
να μεγαλώσεις, να υποταχθείς, τον σταυρό σου να βαστάξεις».
`
Περνούν οι αιώνες, ξεσπά πολέμου ιαχή,
σηκώνεται εξέγερση, καίγονται τα χωριά.
Πάντοτε όμως στέκεις ίδια, χώρα μου εσύ,
στην κλαμένη, αρχαία σου ομορφιά.
Ως πότε η μάνα θα μοιρολογάει;
Ως πότε το γεράκι θα γυροβολάει;
(1916)
Μετάφραση: Γιώργος Ρήγας
Πηγή: ΠΟΙΕΙΝ
...............................................................................................................................................................
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου