Πείθομαι, Κύριε, και γέρνω στον ύπνο σου αψηφώντας
όλον εκείνο τον κατάφωτο τρόμο
που γεμίζει τη νύχτα απρόσμενες κραυγές,
θρήνους ανυπόδητους,
σπίτια κατάμεστα· κι όλο
κάποιο συρτάρι χαλασμένο,
κάποια πόρτα κλειστή,
κάποια δύσκολη βρύση,
κι όλο κάτι απ’ εκείνα τα μικρά
κι ασήμαντα που αρνούνται να δεχθούν
την εξουσία του θανάτου.
Πείθομαι και ξέρω πως θα μου παρασταθείς,
σαν το σκυλί που αφήνεται
να βυθιστεί με πείσμα στη λατρεία
του αγαπημένου μνήματος,
προτιμώντας μιαν αμφίβολη συμπόρευση στο θάνατο
απ’ τη μοναχική ασφάλεια ενός άγνωστου χεριού.
Η αναπόφευκτη ανθηρότητά σου, Διάττων, 1990.
Αντλήθηκε απ' τον Χαρτοκόπτη του Γ. Χ. Θεοχάρη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου