Το ξυπνητήρι έδειχνε 3 και 33 λεπτά όταν κτύπησε το τηλέφωνο.
– Εμπρός, είπα με μια
φωνή όλο γρέζι.
– Ελα, μου απάντησε μια γυναικεία ψιθυριστά, σαν να μιλούσε κρυφά δίπλα σε κάποιον που κοιμόταν.
– Ποιος είναι; Ρώτησα.
– Εγώ, είπε σιγά αλλά με ένταση. Νίκο, δεν αντέχω άλλο.
– Δεν είμαι ο Νίκος, λάθος πήρατε κι ετοιμάστηκα να το κλείσω.
– Δεν είσαι ο Νίκος; Συγγνώμη· κι έβαλε τα κλάματα. Τι κάνουμε τώρα…
Την άκουγα να κλαίει πνιχτά. Εμπλεξα, είπα από μέσα μου και πήγα να κατεβάσω το ακουστικό, αλλά με πρόλαβε.
– Μην το κλείνεις σε παρακαλώ μην το κλείνεις. Ετσι, στον ενικό.
– Τι συμβαίνει; Μπορώ να βοηθήσω;
– Οχι, μου λέει, δεν μπορείς.
– Τότε; της λέω. Γιατί δεν προσπαθείτε να πάρετε τον Νίκο;
– Μα αυτόν πήρα και μου αραδιάζει έναν αριθμό που δεν ήμουν σίγουρος αν ήταν ο δικός μου, γιατί έχασα κάτι νούμερα έτσι όπως μιλούσε ψιθυριστά.
– Δεν υπάρχει Νίκος εδώ, της λέω.
– Εσύ ποιος είσαι;
– Ο Σωτήρης. Εσείς;
– Η Μαρία.
– Εχετε κάνει λάθος, της λέω.
– Ισως, μου λέει. Μάλλον δηλαδή…
Κλαίει και πάλι. Πνιχτά.
Μένουμε για λίγο έτσι, εγώ σιωπηλός κι εκείνη κλαίγοντας. Μ' έχει αναστατώσει το κλάμα της, αλλά περισσότερο η φωνή της που φθάνει σ' εμένα ψιθυριστή, σχεδόν οικεία, σαν να πρόκειται για μια καλή φίλη, παλιά ερωμένη ίσως, πολύ παλιά, που μου εμπιστεύεται κάτι μέσα στη νύχτα, έχοντας δίπλα τον άντρα της που κοιμάται τον ύπνο του δικαίου.
– Είσαι μόνη; της λέω.
– Ναι, μου λέει.
– Τότε γιατί μιλάς ψιθυριστά;
– Για να μην ξυπνήσει το μωρό. (Παύση). Συγγνώμη, μου λέει, για την ενόχληση και πριν κλείσει το τηλέφωνο την ακούω να φυσάει τη μύτη της.
Γυναικών: μικρές και πολύ μικρές ιστορίες, Μελάνι 2011.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου