Πόσες φορές μες στην δουλειά μου μ’ έρχεται μια ωραία ιδέα, μια σπάνια εικόνα, σαν ετοιμοκαμωμένοι αιφνίδιοι στίχοι, και αναγκάζομαι να τα παραμελώ, διότι η υπηρεσία δεν αναβάλλεται. Έπειτα σαν γυρίσω σπίτι μου, σαν συνέλθω κομμάτι, γυρεύω να τ’ ανακαλέσω, αλλά πάνε πια. Και δικαίως. Μοιάζει σαν η Τέχνη να με λέγη: «Δεν είμαι μια δούλα εγώ· για να με διώχνης σαν έρχομαι, και νάρχομαι σαν θες. Είμαι η μεγαλήτερη Κερά του κόσμου. Και αν με αρνήθηκες ―προδότη και ταπεινέ― για το ελεεινά σου καλό σπίτι, για τα ελεεινά σου καλά ρούχα, για την ελεεινή καλή κοινωνική σου θέση, αρκέσου μ’ αυτά λοιπόν, (αλλά πού μπορείς ν’ αρκεσθής) και με τες λίγες στιγμές που όταν έρχομαι συμπίπτει να ήσαι έτοιμος να με δεχθής ― βγαλμένος στην πόρτα να με περιμένης, όπως έπρεπε να ήσαι κάθε μέρα."
Κ.Π. Καβάφης, 1905
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου