Ήρθε στον ύπνο μου η μάνα μου
«Διψάς;» με ρώτησε
«Όχι μαμά»
«Κρυώνεις;»
«Όχι μαμά»
«Τότε δε με χρειάζεσαι, φεύγω»
"Σε χρειάζομαι,
γιατί αλλιώς θα πάψω να 'μαι παιδί, μάνα» της είπα
κι έμεινε.
«Τότε δε με χρειάζεσαι, φεύγω»
"Σε χρειάζομαι,
γιατί αλλιώς θα πάψω να 'μαι παιδί, μάνα» της είπα
κι έμεινε.
Για το Άλφα της στέρησης
ΣΟΥ ΧΑΛΑΩ ΕΓΩ ΧΑΤΙΡΙ;
Μεσημεριάτικα, ήρθες. Σε είδε η Ζωή κι απόρησε «Δώρα εσύ;» Ανεβήκαμε σ’ ένα πατίνι να πάμε τον δρόμο μας. Ανηφόρα, «καλά που το πήραμε» είπα. «Οχτώ και είκοσι θα σταματήσουμε να φάω παγωτό
και να δω την αγαπημένη μου σειρά» μου είπες. Σου χαλάω εγώ χατήρι; Δεν τόλμησα να σε ρωτήσω πόσο θα μείνεις, ξέραμε κι οι δυο πως έχεις πεθάνει. Μεσημεριάτικα ήρθες στον
ύπνο μου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου