Μαύρε ποιητή, στήθος
πικραμένε ποιητή, η ζωή βράζει
και η πόλη φλέγεται,
και τον ουρανό τον απορροφά η βροχή,
η δε πένα σου σέρνεται στης ζωής την καρδιά
και τήνε γρατζουνίζει.
Δάσος, δάσος, μάτια και μάτια μυρμηκιούν
στους πολλαπλασιασμένους κουκουναρόσπορους·
μαλλιά με καταιγίδες, οι ποιητές
ιππεύουν άλογα, σκυλιά.
Τα μάτια οργίζονται, οι γλώσσες επιστρέφουν,
ο ουρανός συρρέει στα ρουθούνια
σαν γάλα θρεπτικό γαλάζιο·
Κι εγώ στα στόματά σας αιωρούμαι
ω γυναίκες, ω καρδιές σκληρές και όλο ξίδι.
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου