Η ψυχή
μάταια ανοιγοκλείνει
τα φτερά της·
ο ποιητής θρυμματισμένος
«σπασμένο κανάτι»
~
«Πάνω νερά»
που διάλεξες να λάμνεις·
τώρα,
σε τούτο τον καιρό,
βλέπω
το Τίποτα
του Πάντα…
~
Γδύσου το πουκάμισο των άστρων
φόρεσε το θνητό δέρμα σου
να σε πλαγιάσω…
~
Η σελήνη περίμενε μάταια ως το πρωί
λουσμένη στο πατσουλί
του έρωτα σου…
~
Γνώρισες το Καθόλου,
έμαθες τα «ναρκωτικά σεντόνια» του…
Ο καιρός,
Εσύ,
χλοερό μου λιβάδι…
~
Ο θόλος μαύρος
από το πολύ σου φως
0 θάνατος
«αναστάσιμη οδύνη»…
~
Το φως, και αυτό μελλοθάνατο,
ωστόσο,
ακόμα σπαράζει…
~
Ξάφνου η ελπίδα
χορτάρι χλωρό·
μην τη θερίσει.
το δρεπάνι.
~
Η φλόγα
τώρα
«δροσερή πικροδάφνη».
Εγώ, όμως, καίγομαι
— με πυρπολείς μες στον Καιρό…
*[από την τρίτη ενότητα της συλλογής Για τον Έρωτα και την Επανάσταση, 1989]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου