Ακόμα δεν έχω καταλάβει καλά καλά τι είναι αυτό το
ίντερνετ. Μια φίλη μου έχει τα μισά χρόνια από μένα, κι όσο να ‘ναι γνωρίζει το
θέμα καλύτερα, μου λέει πως το ίντερνετ είναι το κουτί που σου δίνει
πληροφορίες.
Άρα και
το περίπτερο της Ομόνοιας είναι ίντερνετ.
Μου
ρίχνει ένα βλέμμα χωρίς να απαντήσει. Αμφιβάλλω αν το ίδιο το ίντερνετ είναι
ικανό να σε κοιτάξει έτσι, όταν δεν μπορεί να σου απαντήσει σε μια τόσο απλή
ερώτηση. Ακόμα κι αν σε θεωρήσει ηλίθιο.
Γιατί
όχι; Συνεχίζω περίεργος. Πόσο μεγάλο πρέπει να ‘ναι το κουτί για να το λέμε
ίντερνετ; Και τι είδους πληροφορία πρέπει να σου δίνει, πέρα απ’ αυτές που σου
δίνει ο περιπτεράς από την τρύπα του;
Ό,τι
πληροφορία θες, εξηγεί η φίλη μου, μπαίνεις μέσα κι επικοινωνείς με όλο τον
κόσμο. Ως και τη γυναίκα που θέλεις βρίσκεις.
Εντάξει,
και στο περίπτερο αν μπω και ξεφυλλίσω τα περιοδικά, θα βρω τη γυναίκα που
θέλω. Εξάλλου, ειδικά για την περίπτωση αυτή, δεν έχω ανάγκη ούτε το ένα κουτί
ούτε το άλλο. Τις γυναίκες που θέλω τις βρίσκω την κατάλληλη στιγμή μπροστά
μου. Για παράδειγμα, τη γυναίκα μου τη βρήκα σε μια ταβέρνα στη Νάξο, ενώ
περίμενα τον μαγαζάτορα να μου φέρει αυτά που παρήγγειλα. Γυναίκα δεν είχα
παραγγείλει, ωστόσο τον είδα να μου τη φέρνει σαν ευτυχισμένος πατέρας που
συνοδεύει την κόρη του νυφούλα στην εκκλησία.
Να
καθίσει το κορίτσι εδώ που έχει άδειες καρέκλες;
Παρόλο
που εκείνη είχε ξεκινήσει από τη μακρινή Κοπεγχάγη κι εγώ από τη Θεσσαλονίκη,
ήμασταν και οι δύο συνεπείς στο ραντεβού μας.
«Μόνο να
δώσουμε στα αντικείμενα την ικανότητα να σκέφτονται, μόνο τότε θα είμαστε
πραγματικά ελεύθεροι και δημιουργικοί». Τα παραπάνω τα λέει ένα σαΐνι στα κόλπα
αυτά, ο Νικόλας Νεγρεπόντης, Έλληνας στη Μασαχουσέτη, ο οποίος συγκέντρωσε
τριακόσιους πενήντα νεαρούς επιστήμονες και όπως μας πληροφορεί το ρεπορτάζ, «δουλεύουν
πάνω σε προγράμματα που ανιχνεύουν τις σχέσεις επικοινωνίας ανάμεσα στον
άνθρωπο και στις μηχανές». Ο τύπος είναι πενήντα τριών χρόνων, όσο κι εγώ
δηλαδή. Μπορεί να έχουμε άλλες ομοιότητες, να γεννηθήκαμε δηλαδή κάτω από το
ίδιο ζώδιο ή δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο. Τα ‘χουν αυτά οι Δίδυμοι, είτε για
αδέλφια πρόκειται είτε για αστερισμούς. Σκοπός του είναι να κάνει τις μηχανές
να σκέφτονται, σκοπός δικός μου να κάνω τους ανθρώπους να σκέφτονται. Και
προπαντός να χαίρονται. Για να κάνεις όμως μια μηχανή να σκέφτεται, πρέπει
πρώτα να σκεφτείς εσύ ο ίδιος και να χαρίσεις αυτή τη σκέψη στο μηχάνημα. Τότε
μπορείς να το βαφτίσεις και «έξυπνη μηχανή» ή «διαβολομηχάνημα», ανάλογα με τη
γνώμη που έχεις εσύ για τον εαυτό σου. Το μυαλό του ανθρώπου είναι και
κομπιούτερ και τρανζίστορ και πενικιλίνη, και όποτε θέλει παρουσιάζει κάτι απ’
αυτά στην επιφάνεια. Προς τι λοιπόν η απορία;
«Τον εικοστό
πρώτο αιώνα θα κυριαρχήσει η εικονική πραγματικότητα», λέει ο Νεγρεπόντης, και
τον πιστεύω. Κι εγώ, αν κοπροσκυλιάζω είκοσι μερόνυχτα στους δρόμους, θέλω το
εικοστό πρώτο μερόνυχτο να την αράξω σπίτι μου και να δω εικόνες στην τηλεόραση.
Τι γίνεται όμως με τον εικοστό δεύτερο αιώνα; Τον εικοστό τρίτο; Γιατί ο
άνθρωπος δεν έχει μόνο μυαλό, έχει και καρδιά. Κι αυτή χτυπάει συνέχεια. Κάποτε
μάλιστα βροντοχτυπάει. Κι άμα κάνεις πως δεν την ακούς, τότε σκάει μέσα σου σαν
χειροβομβίδα και σε διαλύει. Το μυαλό σού κάνει τα χατίρια όπως ένας πιστός
δούλος, της καρδιάς όμως εσύ πρέπει να της κάνεις τα χατίρια. Και τότε σε
ανταμείβει. Γίνεται δορυφορική κεραία και συλλαμβάνει όλα όσα περνούν από μέσα
της φέρνοντάς τα μπροστά σου. Περπατάς στον δρόμο σκεπτόμενος τι γίνεται ένας
φίλος σου και ξαφνικά τον βλέπεις μπροστά σου να σου χαμογελά. Πηγαίνεις στην
κουζίνα να πάρεις ένα ποτήρι νερό με τη σκέψη σου σε μια αγαπημένη γυναίκα και
ξαφνικά χτυπάει το τηλέφωνο κι ακούς τη φωνής της.
Δεν είσαι παιδί του εικοστού πρώτου
αιώνα, μου λέει η νεαρή μου φίλη.
Όχι, δεν είμαι. Είμαι όμως του
εικοστού δευτέρου. Μπορεί και του εικοστού τρίτου.
Μισόν αιώνα άνθρωπος, Αθήνα: Εκδόσεις Καστανιώτη, 1996).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου