Τετάρτη 31 Δεκεμβρίου 2025

Fyodor Dostoevsky - Υπόγειο

«Χα, χα, χα! Μα δεν υπάρχει ανεξαρτησία, θα μου πείτε γελώντας. Η επιστήμη μελέτησε πια τόσο καλά τον άνθρωπο, ώστε γνωρίζομε τώρα ότι η θέληση και το αυτεξούσιο, δεν είναι άλλο τίποτε από...». 

--Συγγνώμη, κύριοι, από κει ακριβώς ήθελα κι εγώ ν' αρχίσω.Σας ομολογώ μάλιστα  πως  φοβήθηκα. Ήθελα ακριβώς να φωνάξω πως η επιθυμία εξαρτάται -ο Θεός ξέρει από τι-, και πως είναι ίσως  προτιμότερο αυτό, μα σκέφτηκα την επιστήμη και στάθηκα. Αυτή  την  στιγμή  μιλήσατε. Γιατί βέβαια, αν ανακάλυπταν πραγματικά τον τύπο που έχουν όλες οι επιθυμίες μας και όλες οι  ιδιοτροπίες μας και μας εξηγούσαν από τι εξαρτώνται, ποιοι νόμοι τους διευθύνουν, πως  εξελίσσονται, προς ποιο σκοπό τείνουν στην τάδε ή την τάδε περίπτωση, τέλος ένα αληθινό μαθηματικό τύπο, ίσως τότε κι ο άνθρωπος θα έπαυε να επιθυμεί∙ είμαι μάλιστα βέβαιος πως θα έπαυε.  Γιατί, σκεφθείτε τι γλέντι! να επιθυμεί κατά διαταγή! Κι έπειτα, γιατί ο άνθρωπος θα γινόταν όμοιος με πλήκτρο αρμονίου ή κάτι απάνω κάτω τέτοιο; Γιατί ο άνθρωπος, χωρίς θέληση, χωρίς πόθους, δε θα 'ταν ίδιος με πλήκτρο, στην  άκρη  του  σωλήνα ενός αρμόνιου; Τι λέτε;  Ας εξετάσομε  τις  πιθανότητες : Μπορεί να γίνει αυτό ή όχι; 

«Χουμ!— κάνετε --οι  επιθυμίες  είναι τις περισσότερες  φορές λανθασμένες  γιατί έχομε  λανθασμένη ιδέα για τα συμφέροντά μας. Γι’ αυτό  συμβαίνει  να  επιθυμούμε  πράγματα  παράλογα, επειδή σαν κουτοί που είμαστε βλέπομε στον παραλογισμό αυτό τον πιο εύκολο δρόμο  να φτάξομε σ'  εκείνο που θαρρούμε πως θα μας ωφελήσει και  που το  έχομε  θέσει  σα  σκοπό. Λοιπόν όταν όλα θα εξηγηθούν και θα υπολογισθούν πάνω στο χαρτί πράγμα κατορθωτό, γιατί  είναι ντροπή και παράλογο να πιστεύομε «εκ των προτέρων» πως ο  άνθρωπος δεν θα  γνωρίσει  ποτέ μερικούς νόμους της φύσης)τότε χωρίς άλλο εκείνο που λέμε επιθυμίες δε θα υπάρχει πια. Αν  ποτέ η επιθυμία συμφωνήσει τέλεια με τη λογική, τότε θα κρίνομε και δε θα επιθυμούμε πράγματα παρ άλογα, να βαδίζομε με το έτσι θέλω ενάντια στη λογική,να ποθούμε κάτι το επιζήμιο. Κι επειδή όλες οι επιθυμίες και όλα τα συμπεράσματα μπορούν να προϋπολογιστούν αφού θ' ανακαλύψομε μια μέρα του ς νόμους του αυτεξούσιού μας, επομένως,— χωρίς αστεία --μπορούμε να φανταστούμε κάτι  σαν  ένα πίνακα  που θα βρίσκομε  σ'  αυτόν τι πρέπει  να διαλέξομε.  Παραδείγματος χάριν,  αν θέλαμε  να εξετάσομε και ν' αποδείξομε πως αν περιφρονώ κάποιον είναι γιατί έπρεπε να το κάνω μόνον κατ' α υτόν τον τρόπο, τι απομένει λοιπόν τότε από το αυτεξούσιό μου, προπάντων όταν είμαι μορφωμένος άν θρωπος κι έχω σπουδάσει μια οποιαδήποτε επιστήμη;Τότε θα μπορούσα να καθορίσω και τη  ζωή μου,τριάντα χρόνια πιο πριν. Με μια λέξη αν κανονιστούν όλα έτσι, δε θα μας έμενε τίποτε πια να κάνομε∙ θέλοντας και μη θα καταλαβαίναμε. Γενικά πρέπει να παραδεχτούμε πως μερικές φορές και σε μερικές περιπτώσεις, η φύση δε μας ζητεί την άδεια∙ πως πρέπει να την παίρνομε όπως είναι  κι όχι όπως τη θέλει η φαντασία μας∙ και πως αν θέλαμε πραγματικά ν' αποκτήσομε τον πίνακα και το ευρετήριο, μάλιστα, τι να κάνομε; ακόμα  και τον  άνθρωπο που  θα βγάνει ο  χημικός σωλήνας, πρέπει να τον παραδεχτούμε! Γιατί αλλιώτικα, η φύση θα μας κυριέψει και...». 

—Μάλιστα, μα να για μένα που είναι ο κόμπος! Κύριοι, συγγνώμη,  μα  ξεχάστηκα κι άρχισα  να  φιλοσοφώ∙ τι τα θέτε,έχω σαράντα χρόνια στο υπόγειο!  Επιτρέψετέ μου  λίγη φαντασία.  Βλέπετε : η  λογική, κύριοι, είναι εξαίρετο πράγμα, σύμφωνοι, μα η λογική είναι λογική μόνο,  και  ευχαριστεί  μόνο  το μυαλό του ανθρώπου, ενώ η  θέληση είναι όλη  η εκδήλωση της ζωής  με τη  λογική της  μαζί και μ'όλες τις σπαζοκεφαλιές της. Και μολονότι η ζωή μας δεν είναι συχνά περίφημη στην  εκδήλωσή της αυτή, όπως κι αν έχει, είναι η ζωή και όχι απλώς η  εξαγωγή  της τετραγωνικής  ρίζας.  Γιατί, εγώ παραδείγματος χάριν θέλω, φυσικά, να ζήσω για να ικανοποιήσω όλη τη ζωική μου  δυναμικότητα και όχι μόνο τη δυναμικότητα της λογικότητας που είναι το εικοστό απάνω κάτω  μέρος, όλης της ζωτικότητάς μου. Τι ξέρει η λογική; Η  λογική ξέρει μόνο  εκείνο που ο  χρόνος  την  έκανε να μάθει. 

Μετάφραση: Γιώργος Σημηριώτης

Κώστας Βάρναλης - Στην εξορία


Μας τα σιδεροδέσανε τα χέριακαι μας κλείσαν ολούθε μαλιχέρια.

Μας μετρήσανε, κάπου εξηνταριά,και μας ζυγιάσαν την ψυχή — βαριά!


Μουδιάσανε σφιχτόδετα καιρόχέρι δεξί με χέρι αριστερό.

Μουδιασμένο και τ’ άλλο μας, που εκράτειβαλίτσα ή δέμα για τον Αϊ-Στράτη.

Κατάχαμ’ Αρετή, Μυαλό και Νιάτα!
Τον κάλλιον ο χειρότερος επάτα…

Τυχερέ, κείνο τ’ άθλιο δειλινόσε δέσαν με το Δάσκαλο Γληνό.

Μεγάλα μάτι’ αστραφτερά, στητόςκι ατάραγος πάνου απ’ τη Μοίρ’ αυτός,


κοιτούσε την ερχόμενην ευδία.Συ νευρικός από την αηδία.

Μαζί μας, τελευταίοι, με το βαπόριπρεζάκηδες, αλάνια, λαθρεμπόροι.

Ξεπίτηδες, για να φανεί, πως ίσια
λογιούνται η Λευτεριά και τα χασίσια.

Μα το καλογεράκι απ’ τ’ Αγιονόρος,που πέταξε τα ράσα, ο θεοφόρος,

και το πιάσανε νύχτα στην Ομόνοια,ξουρισμένα μουστάκια και σαγόνια,


μαζί μας δεν το δέσανε. Βλακείανα πομπέψουν πατρίδα και θρησκεία!

Έτσι μας εφορτώσαν στο βαπόρι,τους πατριώτες οι πατριδεμπόροι.

Εξορία στο Λαό, χέρια δεμένα,
για νά ’ρθει ο Εξορισμένος απ’ τα ξένα,

να χωρίσει το Έθνος και να βάλειτη μια μεριά να πολεμάει την άλλη.
Ελεύθερος κόσμος, «Μέρο δεύτερο»

Ομάρ Καγιάμ - Δύο ποιήματα




24

Κλείσε τ ̓ αυτιά στον άστατο το χρόνο που καλπάζει,
πάρε ό,τι δίνει η Μοίρα σου, λησμόνα αυτό που τάζει
και, πίνοντας τους λιγοστούς χυμούς της ηδονής,
ό,τι περνάει ξέχασε, τι θάρθει μη σε νοιάζει.

42

Σαν άνεμος στην έρημο, σαν ποταμού νερά
χάνεται η κάθε μέρα μου στου Χρόνου τα φτερά.
Μα για το Χτες που πέρασε και τ' Αύριο που θάρθει
σκέψη καμμιά δε θόλωσε τη λίγη μου χαρά.

Ομάρ Καγιάμ (1048-1131)

Πηγή: Ομάρ Καγιάμ, Ρουμπαγιάτ, Μετάφραση: Π. Α. Χρονόπουλος, Αθήνα: Χ. και Ι. Καγιάφας 1953.

Γ. Ξ. Στογιαννίδης - Η ανεξάντλητη μέρα


Όταν αργά αποσύρεται η μέρα
δεν μετακινείται απλώς ένα ορόσημο,
αλλά το καρφί το μπηγμένο στον τοίχο
περνά σκοτεινό στην ψυχή σου.
Χωρίς να το καταλάβεις ν’ αντισταθείς στον κίνδυνο που σ’ απειλεί,
ενδίδεις.
Η δύναμή σου ένα τσόφλι που κλυδωνίζεται
από μια δίνη κρυφή.
Ποιον να φωνάξεις, ποιος να σε λυπηθεί,
έτσι όπως απόμεινες, μόνος, ανυπεράσπιστος;
Πού είναι τα πράγματα, που λίγο πιο πριν
σ’ εγκαρδιώναν με τη ζωή;
Εδώ ήταν η κάμαρη, στη μέση ξύλινο τραπέζι,
το παράθυρο έβλεπε στον δρόμο, απέναντι τα βουνά
κολυμπούσαν γαλάζια.
Έβγαινες κάθε τόσο και τα σεργιανούσες.
Από κάτω φωνές, σαν μια κυψέλη από σπουργίτια.
Πίνοντας τον απογευματινό σου καφέ κάτω από μνήμες καλοκαιρινές
σε περιτριγυρίζουν απόηχοι μακρινοί. «Κλειώ, Κυάνη, Ελένη» θα ’θελες να φωνάξεις.
Τίποτε δε σας άγγισε. Τα μάτια σας φωτεινά σαν την πρώτη μέρα του κόσμου.
Ξέρω· το πρωί η αύρα θα ξεπλύνει τα μάτια μου
το καρφί θα πέσει απ’ τον τοίχο και οι φίλοι μου θά ’ρθουν:
Χελιδόνια, βρύσες της λησμονιάς, κελαρύσματα,
η γωνιά τ’ αντικρινού σπιτιού, κομμένη λοξά απ’ το φως,
η ανεξάντλητη μέρα.
Από τη συλλογή Το ξύλινο πουλί (1960) του Γιώργου Στογιαννίδη

Πάνος Κυπαρίσσης - Το φύλλο


Το σέρνει στην πλάτη της νεροσυρμή


Ποια μάνα ρίζα

που σήκωσε με τόσο πόνο το κορμί

εκεί που χάνεται πεσμένο

τ' αντικρύζει;


Πηγή: Φως ορυχείου, Μελάνι 2011.


Αντλήθηκε απ' τον Χαρτοκόπτη του Γ. Χ. Θεοχάρη

Θεόδωρος Κολοκοτρώνης - [Για τον Καποδίστρια]

 « Ο Κυβερνήτης (σημ. Καποδίστριας) επροσκάλεσε διάφορους γερουσιαστάς μέσα Ιουλίου 1831, δια να τους παρακινήσει να φέρουν εις τέλος μερικά νομοσχέδια, τα οποία τους είχε καθυποβάλει, μεταξύ των οποίων ήτον και το περι διανομής γης. Εκρατούσεν εις το χέρι μίαν εφημερίδα ξένην και είπε: 

«Ένα άρθρο του Βολιβάρ * μου έδωσεν αιτία να σας κράξω. Οκνεύετε εις το σχέδιον περί διανομής γης, διότι δεν θέλετε την διανομήν, όπως την έχω διότι δεν αγαπάτε την ισότητα. Θέλετε η διανομή να κατεβαίνει από τους μεγάλους εις τους μικρούς, ενώ το σχέδιόν μου αποβλέπει τώρα τους μικρούς....Ενεργείτε, ενεργείτε, όσον είμαι ζωντανός. Ημπορεί να ελθείτε μίαν ημέραν και να με βρείτε κρύο κουφάρι **. Θα έλθει άλλος με τον οποίον δεν θα έχετε την ευκολίαν να εξηγείστε καθώς με εμένα»

Πηγή:

Γεωργίου Τερτσέτη: «Απομνημονεύματα Αγωνιστών του 1821» Θεόδωρος Κολοκοτρώνης σελ.255, Εκδόσεις Ι. Καμπανάς ΑΕ ΔΙΕΘΝΗ ΒΙΒΛΙΑ

Νικηφόρος Λύτρας - Κάλαντα (1872)


 

Fyodor Dostoevsky - Υπόγειο

«Χα, χα, χα! Μα δεν υπάρχει ανεξαρτησία, θα μου πείτε γελώντας. Η επιστήμη μελέτησε πια τόσο καλά τον άνθρωπο, ώστε γνωρίζομε τώρα ότι η θέλ...