ΣΚΙΕΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Λέπυρον
«Ό,τι το καλό / σ’ αυτό τον άγριο κόσμο / κινδυνεύει» Μίλτος Σαχτούρης
Σάββατο 27 Δεκεμβρίου 2025
Καίσαρ Εμμανουήλ - Σκιές γυναικών (τρία αποσπάσματα)
Ολυμπία Καράγιωργα - Γράφω στη γλώσσα μου
Γράφω στη γλώσσα μου. Το δελφίνι δε
σκέφτεται πριν ριχτεί στον ουρανό. Ο
ουρανός — Ποιος τον θυμάται! Κάποτε θα τα
σπάσομε τα σπίτια. Με μια σπρωξιά. Και μες
στις σκόνες, μες στα ιδρωμένα μάτια,
κρατώντας λάβαρα αξίνες, θ' ανοίξομε τα
χέρια και θα πούμε «Φτάνει πια».
Ολυμπία Καράγιωργα
Το μεγάλο κύμα
Αθήνα, 1974
Richard Brautigan - Ποιήματα
Το σύμβολο
Antonio Machado - Μοναξιές ενός δασκάλου
Από την αρχαία του ράτσα
έχει το λόγο βραχύ,
βαθειά την απόφανση.
Σαν τον ελιώνα,
φέρνει πολύ καρπό,
λίγη δίνει σκιά.
Στον καθάριο του στίχο
τραγουδεί και στοχάζεται
χωρίς κραυγή ούτε οργή.
Αντόνιο Ματσάδο ( 1875 – 1939)
Πηγή: «ΑΝΤΟΝΙΟ ΜΑΤΣΑΔΟ- ΠΟΙΗΜΑΤΑ»
Μετάφραση: Κώστας. Ε. Τσιρόπουλος
Εκδόσεις: ΟΙ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΩΝ ΦΙΛΩΝ-
ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 1972 - ΑΘΗΝΑ
Παρασκευή 26 Δεκεμβρίου 2025
Ρώμος Φιλύρας - Τέσσερα ποιήματα
ΣΤΗ ΛΥΣΗ ΤΟΥ ΠΟΘΟΥ
Απ’ τ’ αγκαλιάσματα τα μέλη μου
πόνος κρυφός τα σφιχτοδένει
και τώρα μέσ’ τα στήθια ο πόθος μου
σαν πληγωμένος ανασαίνει.
Και φεύγει σα σκιά στην κάμαρα
θαρρώντας πως θα να ‘βρει ταίρι,
μα — ωιμέ — στην ερημιά του ονείρου του
θα σβήσει απλώνοντας το χέρι.
ΞΕΦΑΝΤΩΜΑ
— Έλα να ξεφαντώσουμεν απόψε, ωραία Φρύνη,
και το τραγούδι ας χύνεται σαν θοος του καταρράχτη,
σαν των πουλιών, που κελαηδούν στου περβολιού το φράχτη·
— στου μεθυσιού μας τ’ όνειρον ο πόνος μας να σβήνει.
Τον τροβαδούρο κάλεσε το γέρο τον αρχαύλη
να μέλψει ερωτικούς ήχους στο πλάνο του σουραύλι
τον Ήσκιο της ελπίδας μας, παλιόν μας Πόθον κάθε,
και μάθε συ να τραγουδάς και να ξεχάνεις μάθε.
ΣΤΗΝ ΑΡΕΤΗ
Μες στο κελί, ψυχών αραξοβόλι,
πάμε να ζούμε ταίρια και αδερφοί,
της Έννοιας τα σκοινιά να μη μας δένουν
και μήτε πόθοι ακόλαστοι, κρυφοί.
Πρωτόγονα να ζούμε, εσύ σαν Εύα
κ’ εγώ σαν τον Αδάμ παντοτινά,
και στην Εδέμ της θείας αδερφοσύνης
της Μοίρας μας η ανέμη να γυρνά.
Πρωτόλουβοι κι’ αγούρμαστοι από πόθο,
λαχτάρα να μη νοιώσουμε ποτέ
κι όσο να μας θερίσει ο μαύρος Χάρος
δε θα μας ξέρεις, ώ Παραδαρμέ.
ΣΟΝΕΤΟ
Ήρθεν αργή η βροχή μες στη γαλήνη
και σταλάζοντας λέει τα μυστικά της,
και μέλπει σερενάτες... κι’ αν στην κλίνη
βρίσκουμαι, χάνουμαι στο δρόσισμά της.
Στο περιβόλι νέους χυμούς, που δίνει
νερών δεν κλώθει θριάμβους στ’ άπλωμά της
κι’ αναγαλλιάζει κάθε ανθός, που πίνει
τώρα στο μοιρολόι τα δάκρυα της.
Και τρέχοντας τα πρώτα διψασμένα
ορμούν να πιούνε στην πλατιά τη στέρνα
αμολυτά απ’ τη στρούγκα κι’ αρμεγμένα.
Κ’ οι χαροκόποι, που η βροχή βακχεύει,
κάτου απ’ τα πεύκα πίνουνε φαλέρνα
κ’ η πεταλούδα η Σκέψη δε μισεύει.
Πηγή: Πηγή: Ο Νουμάς, τεύχος 161 (1905)
Αναδημοσίευση από: https://pribas.blogspot.com/2020/02/blog-post_21.html
Μπάμπης Χαραλαμπόπουλος - Γιορτινό ποίημα
κουραμπιέδες, μελομακάρονα
στο τραπέζι
το αναμμένο τζάκι
και στολίδι ένα:
το χειροκρότημα των απόντων
σαν σε γιορτή.
Καίσαρ Εμμανουήλ - Σκιές γυναικών (τρία αποσπάσματα)
ΣΚΙΕΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ … Qua Crispus brevitate placet ...
