Είδα ένα παρεκκλήσι ολόχρυσο
Όπου κανένας δεν τολμούσε νά ‘μπει
Κι απέξω ένα πλήθος που στέκονταν θρηνώντας,
Θρηνώντας και πενθώντας και λατρεύοντας.
Όπου κανένας δεν τολμούσε νά ‘μπει
Κι απέξω ένα πλήθος που στέκονταν θρηνώντας,
Θρηνώντας και πενθώντας και λατρεύοντας.
Είδα ένα φίδι ν’ ανεβαίνει ανάμεσα
Στης πύλης τους λευκούς τους παραστάτες
Και πίεζε και πίεζε και πίεζε
Και τους χρυσούς ρεζέδες τους ξερίζωσε.
Στης πύλης τους λευκούς τους παραστάτες
Και πίεζε και πίεζε και πίεζε
Και τους χρυσούς ρεζέδες τους ξερίζωσε.
Και πάνω στο αρμονικό πλακόστρωτο,
Φτιαγμένο από πέρλες και λαμπερά ρουμπίνια,
Γλίστρησε μ’ όλο το γλοιώδες μήκος του
Ώς πάνω στο λευκό βωμό,
Φτιαγμένο από πέρλες και λαμπερά ρουμπίνια,
Γλίστρησε μ’ όλο το γλοιώδες μήκος του
Ώς πάνω στο λευκό βωμό,
Ξερνώντας το φαρμάκι του
Πάνω στον άρτο και τον οίνο.
Σε χοιροστάσιο τότε μπήκα κι εγώ
Όπου ξαπλώθηκα ανάμεσα στους χοίρους.
Πάνω στον άρτο και τον οίνο.
Σε χοιροστάσιο τότε μπήκα κι εγώ
Όπου ξαπλώθηκα ανάμεσα στους χοίρους.
William Blake, (28 Νοεμβρίου 1757 – 12 Αυγούστου 1827)
Μετάφραση : Ελένη Βαρίκα
από τη λογοτεχνική μελέτη του Georges Battaille , «Η λογοτεχνία και το κακό», Μετάφραση: Ελένη Βαρίκα. Πλέθρον, 1979.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου