
Σώματα γλαφυρά να μη πνιγούν
σε αθανασία εκρατήθηκαν γυμνά.
Φλόγα μυστηρίου εκυμάτιζε πάνω τους
ως οίκτος αψαύστων η γλώσσα
και από το βαθύ των σπλάχνων τους
τάρταρο
ξυπνούσε πόθος αλιεύοντας
αστρώα όνειρα
μες στην υγρότητα των σωμάτων
κραυγάσματα φέροντας
λέξεις θραύσματα θεών νοήσεις.
Έτρεμε η σάρκα τους τρίζοντας
την σκιερή τους ύλη
κι εσπάραζαν τα βλέφαρά τους
να μην δουν
μες στη θυμέλη της κλίνης τους
ιερό τον χρόνο μυθοποιό
θεό μέγα
ποίημα να τεχνουργεί πλοίο
από τις στάχτες τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου