Πέμπτη 11 Απριλίου 2019

Dylan Thomas-Κι ο Θάνατος δε θα ‘χει πια εξουσία (3 μεταφράσεις)


And Death shall have no dominion

And death shall have no dominion.
Dead men naked they shall be one
With the man in the wind and the west moon;
When their bones are picked clean and the clean bones gone,
They shall have stars at elbow and foot;
Though they go mad they shall be sane,
Though they sink through the sea they shall rise again;
Though lovers be lost love shall not;
And death shall have no dominion.

And death shall have no dominion.
Under the windings of the sea
They lying long shall not die windily;
Twisting on racks when sinews give way,
Strapped to a wheel, yet they shall not break;
Faith in their hands shall snap in two,
And the unicorn evils run them through;
Split all ends up they shan’t crack;
And death shall have no dominion.

And death shall have no dominion.
No more may gulls cry at their ears
Or waves break loud on the seashores;
Where blew a flower may a flower no more
Lift its head to the blows of the rain;
Though they be mad and dead as nails,
Heads of the characters hammer through daisies;
Break in the sun till the sun breaks down,
And death shall have no dominion.

First published: New English Weekly, 18 May 1933 and Twenty-five Poems (1936), as the February 1936 revised version.
..................................................................................................................................................................
Κι ο Θάνατος δε θα ‘χει πια εξουσία

Κι ο Θάνατος δε θα ‘χει πια εξουσία.
Γυμνοί οι νεκροί θα γίνουν ένα
Με τον άνθρωπο του ανέμου και του
δυτικού φεγγαριού
Όταν ασπρίσουν τα κόκαλά τους
και τριφτούν τ’ άσπρα κόκαλα
θα ‘χουν αστέρια στον αγκώνα και στο πόδι
Αν τρελάθηκαν η γνώση τους θα ξαναρθεί
Αν βούλιαξαν στο πέλαγος θ’ αναδυθούν
Αν χάθηκαν οι εραστές δεν θα χαθεί η αγάπη
Κι ο Θάνατος δεν θα ‘χει πια εξουσία.

Κι ο Θάνατος δεν θα ‘χει πια εξουσία
Όσους βαθιά σκεπάζουν οι στροφάδες των νερών
Δεν θ’ αφανίσει ανεμοστρόβιλος
Κι αν στρίβει ο τροχαλίας κι οι κλειδώσεις ξεφτίζουν
Στον τροχό αν τους παιδεύουν δεν θα τους συντρίψουν
Στα σπασμένα τα χέρια τους θα ‘ναι η πίστη διπλή
Κι οι μονόκεροι δαίμονες ας τρυπούν το κορμί
Χίλια κομμάτια θρύψαλα κι αράγιστοι θα μείνουν
Κι ο Θάνατος δεν θα ‘χει πια εξουσία.

Κι ο Θάνατος δεν θα ‘χει πια εξουσία
Ας μη φωνάζουν πια στο αυτί τους γλάροι
Ας μην σπάζει μ’ ορμή στο γιαλό τους το κύμα
Εκεί που εν’ άνθι φούντωνε δεν έχει τώρα ανθό
Να υψώσει την κορφή του στης βροχής το φούντωμα
Τρελοί, μπορεί, και ξόδια, ψόφια καρφιά, μα ιδές
Φύτρα των σημαδιών τους, να, σφυριές οι μαργαρίτες
Ορμούν στον ήλιο ωσότου ο ήλιος να καταλυθεί,
Κι ο Θάνατος δεν θα ‘χει πια εξουσία.

ΠΗΓΗ: www.lifo.gr | Μετάφραση: Λύντια Στεφάνου

Κι ο θάνατος δεν θα ‘χει εξουσία.

Κι ο θάνατος δεν θα ‘χει εξουσία.
Γυμνοί οι νεκροί στον άνεμο και το γερτό φεγγάρι
Με τον άνθρωπο θα σμίξουνֹ
‘Οταν γλυφτούν τα κόκκαλα τους
και τα γλυμμένα κόκκαλα χαθούν,
Θα ‘χουν αστέρια σε αγκώνα και ποδάριֹ
Αν και τρελοί, θα συνεφέρουν,
Αν θαλασσόπνιχτοι θ’ αναδυθούν,
Αν κι εραστές χαμένοι αυτοί, δεν θα χαθεί η αγάπηֹ
Κι ο θάνατος δεν θα ‘χει εξουσία.
Κι ο θάνατος δεν θα ‘χει εξουσία.
Κάτω απ’ τις δίνες τις θαλάσσης
Χρόνια χωμένοι αυτοί, θάνατο ανεμόδαρτο δεν θα ‘βρουνֹ
Σε μέγκενη στριμμένοι, με τους τένοντες λυμένους,
Παιδεμένοι σε τροχό, δεν θα τσακίσουνֹ
Στα χέρια τους η πίστη θ’ ανοίξει
Και μονόκερα στοιχειά θα τους ξεσκίσουν,
Κουρελιασμένοι ολόκληροι, και δεν θα σπάσουνֹ
Κι ο θάνατος δεν θα ‘χει εξουσία.
Κι ο θάνατος δεν θα ‘χει εξουσία.
Ας πάψουν πια να σκούζουν στ’ αυτιά τους οι γλάροι
Και στις ακτές τα κύματα να σκάζουν άγριαֹ
Λουλούδι όπου ξεμύτισε μην ξεμυτίσει πια
Να υψώσει το κεφάλι του στους χτύπους της βροχής.
Αν και τρελοί, αν και νεκροί σαν τ’ άψυχα καρφιά,
Κεφάλια σημαδιών αυτοί, χτυπούν με μαργαρίτεςֹ
Χτυπούν τον ήλιο, όσο που να ξεκαρφωθείֹ
Κι ο θάνατος δεν θα ‘χει πια εξουσία.
μετ. Γιώργος Μπλάνας

Κι ο θάνατος δεν θα 'χει πια εξουσία

Κι ο θάνατος δεν θα 'χει πια εξουσία. Γυμνοί οι νεκροί ένα θα γίνουν με τον άνθρωπο μέσα στον αγέρα και το φεγγάρι του πουνέντε· όταν τα κόκαλά τους θα μείνουν άσαρκα, καθάρια, κι όταν τα καθάρια κόκαλα θα 'χουν χαθεί, θ' αποχτήσουν αστέρια στον αγκώνα, στο πόδι τους· ακόμα κι όσοι καταποντίστηκαν στη θάλασσα θα σηκωθούν· ακόμα κι αν οι εραστές χαθούν, όχι ο έρωτας·
κι ο θάνατος δεν θα 'χει πια εξουσία. Κι ο θάνατος δεν θα 'χει πια εξουσία. Εκείνοι που τόσον καιρό κείτονται τυλιγμένοι στο κύμα, ο θάνατός τους ξεφεύγει από το φλύαρο κύμα· τα στρεβλωτήρια τούς συστρέφουν, υποχωρούν οι μυώνες, είναι δεμένοι στον τροχό, μα δεν θα συντριφτούν· σπάζει μέσα στα χέρια τους η πίστη τους τρυπάν τα κέρατα του Κακού, από παντού σκασμένοι, δεν τρίζουν· κι ο θάνατος δεν θα 'χει πια εξουσία.
Κι ο θάνατος δεν θα 'χει πια εξουσία. Οι γλάροι δεν θα στριγγλίζουν πια στ' αυτιά τους μήτε τα κύματα θα ξεσπάν βροντερά στις ακρογιαλιές, εκεί που άνοιγε το λουλούδι, το λουλούδι δεν θα 'ναι πια να σηκώνει το μέτωπο κάτω από το μαστίγιο της βροχής. Τα τρελά κεφάλια, τα νεκρά κεφάλια σαν καρφιά μπήγονται ανάμεσα απ' τις μαργαρίτες κουτουλώντας τον ήλιο όσο να σπάσει. Κι ο θάνατος δεν θα 'χει πια εξουσία.

Μτφρ.: Ανδρέας Καραντώνης





Πηγή: Άλφρεντ Άντερς, Ζανζιβάρη ή ο ύστατος λόγος, μεταφραση: Μαρία Αγγελίδου, Αθήνα: Ψυχογιός 1993, σ. 5.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Edouard Vuillard - Τhe Window