ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΛΙΟΝΤΑΚΗΣ
(1945-2019)
ΚΗΠΟΣ ΕΦΗΒΙΚΟΣ
Ο ήλιος πάντα αστυνομεύει
τους κανόνες του παιχνιδιού
αλλάζοντας τον κήπο κάθε μεσημέρι.
Νεραντζιές με νεράντζια ανθισμένες
γυμνός και με περιέργεια
δοσμένος σε δερματικούς αυτοσχεδιασμούς
χώμα και φυτά όλα με γεύση σάρκας
το πρώτο σπέρμα τινάζεται στο δυόσμο.
Λευκό και πράσινο
το μυστικό της σήψης
πράσινο.
Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΟΥ ΚΑΠΝΙΣΤΗ
Σφαδάζει εντός μου
ένας πρόγονος σφαγμένος.
Μεγάλωσα μαζί του μυστικά
καπνιστής παθητικός
ρωτούσα πού το βρήκε το μαχαίρι
και πνιγόμουν στον καπνό.
Το σπίτι μύριζε καμένο λάδι
και σκοτάδι
ο πατέρας πάντα δύσκολα να αναπνέει
και η μητέρα: φαντασθείτε μιαν Ηλέκτρα
δίχως αδελφό.
Ένα ερείπιο φως έσταζε σκόνη
κι εγώ μέσα στα άχυρα έψαχνα
αίμα έψαχνα να βρω
καπνιστής πραγματικός
ρωτούσα πάλι
πού το βρήκε το μαχαίρι.
Εκείνοι λέγανε
– να κόψεις τον καπνό.
(Ο ΜΙΝΩΤΑΥΡΟΣ ΜΕΤΑΚΟΜΙΖΕΙ, 1982)
ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΤΗΣ ΧΕΛΙΔΟΝΙΑ
11
Ξημέρωνε κι ασφόδελο γινότανε
το περιβόλι ˙γεμάτο αλμύρα που πικρόφερνε
πρόγευση του χωρισμού που πλησιάζει.
Ανήσυχα φτερούγιζαν τα χελιδόνια
στα πυκνά κλαδιά του μεταξόδεντρου
κάνοντας περίεργους σχηματισμούς
σημάδι ότι σήμερα θ’ αναχωρούσαν.
12
Σε βλέπω πάλι βιαστική
πριν βγει ο ήλιος να προλάβεις
ευχές να δώσεις στα βοτάνια
τους ανθούς να κόψεις της κολοκυθιάς
θειάφι στις ντοματιές να ρίξεις
τις σταφυλιές να ράνεις με χαλκό
στα περιστέρια ν’ αλλάξεις το νερό
το δυόσμο να κορφολογήσεις.
Σε βλέπω πάλι βιαστική
να προλάβεις πριν βγει ο ήλιος
να μου φτιάξεις τσάι με κανέλα.
Μάνα, το σπίτι ξανάγινε το περιβόλι μας:
Πάσα σαρξ χόρτος.
ΜΕΤ’ ΕΥΧΑΡΙΣΤΗΣΕΩΣ
Κρυμμένο στο μαύρο
πρόβαλε το πρόσωπό της
καθώς άνοιξε η ξύλινη μεσόπορτα
που με ασβέστη την είχαν καλύψει
και τρόμαξαν οι φιλέσπερες σαλαμάντρες.
Με το βλέμμα κάτω, προχώρησε στο τραπέζι 0
με τα φαγητά, το χυμένο κρασί
τα χαρτιά και τις σφραγίδες.
Τη ρώτησαν κι είπε πως δεν ξέρει να γράφει.
Την ξαναρώτησαν αν συναινεί
να πωληθεί ο ελαιώνας για τις σπουδές του…
«Μετ’ ευχαριστήσεως», και φωτός ανάσες
γέμισαν τα βαθουλώματα στο πρόσωπό της.
ΛΟΥΤΡΟΦΟΡΟΣ Ή Ο ΑΠΡΙΛΙΟΣ ΣΤΟ ΣΟΥΝΙΟ
Το τρομαγμένο ζώο
Σχέδια τραυλά ζώου κυνηγημένου
σε αμμουδιά νυχτερινή.
Δεν κρύβουν μήτε μαρτυρούν.
Σημαίνουν μόνο τα τη καθαρά
του κρυφίου θέα κωλύματα
και τη αφαιρέσει μόνη το αποκεκρυμμένον
αναφαίνοντες κάλλος.
Μόνο ένα τρομαγμένο ζώο
οδηγεί στην ομορφιά.
Γιατί καμιά ομορφιά
δεν έμεινε αμέτοχη της λύπης.
Μια τρυφερότητα βουβή
Νύξεις του σεληνόφωτος
στο τρεμάμενο δέρμα της θάλασσας.
Ψίθυροι τρομαγμένοι στην ακτή
κι ύστερα μια τρυφερότητα βουβή:
την προστατεύει το τριζόνι κι η λεβάντα
τη συντροφεύει η απολογία της θάλασσας
για τους πνιγμένους.
(ΜΕ ΤΟ ΦΩΣ, 1999)
ΑΥΤΟΨΙΑ
Η μνημοτεχνική του ρόδου φυλλορροεί
καθώς ο άνεμος σκορπά τα πέταλα στο αθέατο.
Ρόδινη δύση με μπλε μπαλώματα.
Μώλωπες που ξεκίνησαν από την ανατολή
και λερώνουν τον ορίζοντα του τέλους.
ΑΒΥΣΣΟΣ ΩΣ ΙΜΑΤΙΟΝ
Σε φόρεσα να κρύψω την ερήμωση.
Σαν αποφόρι ακόμη σε φορώ.
ΑΝΤΙΔΟΤΟ
Μια θλίψη που δεν λέει να πάρει όνομα –
πάντα σκοντάφτει η γλώσσα.
Λόγια που λοιδόρησα και χλεύασα
κι αργότερα μέσα από άλλα στόματα τα αγάπησα.
Και πάντα η μέθεξη από εκείνα τα μισοσπασμένα λόγια
τότε που το φως έκοψε την πλαγιά στα δυο
υπονοώντας μετάνοια στο δροσερό σκοτάδι.
Η χειροπιαστή λευκότητα της μανόλιας
αντίδοτο στις δρόγες της καθημερινότητας.
ΑΚΑΙΡΗ ΑΝΟΙΞΗ
στην αδελφή μου
Ξημέρωνε λιβάνι.
Αχνίζει η ανάσα μου στο μέτωπό σου
κι είναι ακόμη τα χέρια σου ζεστά.
Δεκαεννέα του μηνός Δεκεμβρίου
στο παραθυράκι η κερασιά ανθισμένη
λίγο το κεφάλι σου αν σηκώσεις θα τη δεις.
Μα εσύ δεν καταδέχεσαι
ούτε τα βλέφαρά σου να κουνήσεις.
Το πρωί κάποτε ξυπνούσαμε μαζί
μα τώρα η όψη σου βασιλεμένη.
Τούτη την άκαιρη άνοιξη
διάλεξες να μας απαρνηθείς!
Μα, ναι, το ξέρω: ήσουν τόσο κουρασμένη!
(ΣΤΟ ΤΕΡΜΑ ΤΗΣ ΠΛΑΝΗΣ, 2010
Πηγή:https://www.oanagnostis.gr/%CE%B7-%CF%80%CE%BF%CE%AF%CE%B7%CF%83%CE%B7-%CF%84%CE%BF%CE%BD-%CE%B9%CE%BF%CF%8D%CE%BB%CE%B9%CE%BF-%CE%BC%CE%AD%CE%BB%CF%80%CF%89-%CE%B1%CE%BE%CE%B9%CF%8E%CF%84%CE%B7-%CE%B2%CE%B1%CF%83%CE%AF%CE%BB/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου