Γι' ακούστε 'δώ χαμπέρι πού 'χει γούστο,
που μόλις τ' άκουσα κι εγώ στη RAI:
Εψόφησε στο Τσίλι –λέει– ο Αουγούστο!
Ν' ανοίξω, λέω, κρασάκι, που βαράει
που μόλις τ' άκουσα κι εγώ στη RAI:
Εψόφησε στο Τσίλι –λέει– ο Αουγούστο!
Ν' ανοίξω, λέω, κρασάκι, που βαράει
αμέσως στο κεφάλι… να γιορτάσω
το νέο. Τί πειράζει πού 'μαι μόνος;
Διαβάζω και δυο στίχους (Δάντη ή Τάσσο),
παρέας δίκην, και απ' του Ελικώνος
το νέο. Τί πειράζει πού 'μαι μόνος;
Διαβάζω και δυο στίχους (Δάντη ή Τάσσο),
παρέας δίκην, και απ' του Ελικώνος
τα πνεύματα θα δροσιστούν οι σπείρες
του νου που θά 'χουνε καλά μουλιάσει
στον οίνο. Πίνω-πίνω και σπινθήρες
του ήλιου θά 'χουνε τη μούρη μ' λιάσει,
του νου που θά 'χουνε καλά μουλιάσει
στον οίνο. Πίνω-πίνω και σπινθήρες
του ήλιου θά 'χουνε τη μούρη μ' λιάσει,
ως θα προσμένω νά 'ρθει κι ο Αγιέντε
στην κάμαρά μου. Με φωνή μεγάλη
–"Στου διάβολου τα τάρταρα παγαίν'τε,
καθήκια!''– κράζω, σαν κειόν που εντελάλει,
στην κάμαρά μου. Με φωνή μεγάλη
–"Στου διάβολου τα τάρταρα παγαίν'τε,
καθήκια!''– κράζω, σαν κειόν που εντελάλει,
στα πίσω χρόνια, τσ' είδησες στες ρούγες
του Τζάντε – "Παπαδόπουλοι, Τρουχίλοι,
Βιδέλες!..." Φίνες βγάνουνε φτερούγες
τα λόγια μου, καθώς τα λεν τα χείλη
του Τζάντε – "Παπαδόπουλοι, Τρουχίλοι,
Βιδέλες!..." Φίνες βγάνουνε φτερούγες
τα λόγια μου, καθώς τα λεν τα χείλη
στον αέρα, για να γίνουν σετ, και
με οσμές που θα φθονούσε και ο δυόσμος
ακόμη. Εψόφησε ο Πινοτσέτ! Αί,
κοντεύει πια να ξεβρωμίσει ο κόσμος!
με οσμές που θα φθονούσε και ο δυόσμος
ακόμη. Εψόφησε ο Πινοτσέτ! Αί,
κοντεύει πια να ξεβρωμίσει ο κόσμος!
Νάπολη, 10 Δεκεμβρίου 2006.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου