Παρασκευή 29 Νοεμβρίου 2019

Φρίντα Λιάππα-[Τα Σπίτια Έχουν Παράθυρα. Μα Τα Παιδιά Έχουν Άστρα]


Αποτέλεσμα εικόνας για λιαππα φριντα
 
Με μόνο οδηγό το ένστικτο.
Το μάτι της καρδιάς.
 
***
 
Μνημειωμένα
όλα και ζωντανά.
 
***
 
Την καταγωγή μου ποτέ δεν φοβήθηκα.
 
***
 
Μάτια που βλέπουν προς τα έξω.
Κοιτάζουν μόνο τον εαυτό τους.
 
***
 
Πηδάει πάλι σαν αστραπή τα χρόνια.
Ο χρόνος ακίνητος.
 
***
 
Οι γλωσσικές τελετές της μητέρας.
Οι θεατρικές λειτουργίες του πατέρα.
Οι σχολικές εκθέσεις.
Το κορμί έκθετο.
 
***
 
«Η Φρίντα έχει επίγνωση των πράξεών της»,
έλεγε ο πατέρας όταν ήταν ακόμα μικρή.
Τόσο μικρή που δεν αναγνώριζα τις λέξεις.
Μόνο τις φωνές.
 
***
 
Τώρα η βίαια γλώσσα και τα μαραμένα χείλια.
Άσπρο αίμα στάλα στάλα στάλα στο άσπρο χαρτί.
 
***
 
Το σώμα σωπαίνει.
Έξω χιονίζει.
Όνειρα, όνειρα, όνειρα.
 
***
 
Κι η θάλασσα σκοτάδι.
 
***
 
Τρυφερότητα αξόδευτη, άσωστη.
 
***
 
Και τι να πρωτοθυμηθώ, τι να πρωτοξεχάσω;
 
 
 
***
 
Άσπρα μεσημέρια αγριοπερίστερα.
Κατακόκκινος ο ήλιος στο στήθος του απογεύματος.
Βαρύ, πικρό, ολόγιομο κι απόψε το φεγγάρι.
 
***
 
Ανάγκη συγκομιδής κι απολογισμού.
Φοβίες και προοπτικές.
Ευτυχίες και μνήμες.
 
***
 
Καμία επιλογή ζωής.
Ακατάστατες οραματικές εικόνες.
Αβέβαιες κι αυτές.
 
***
 
Το πρωί βροχή.
Μέχρι το βράδυ καταιγίδα.
Αστραπές και πλημμύρες η νύχτα.
Πώς πέρασε ο χρόνος;
 
***
 
Ούτε τόσο νέα, ούτε τόσο ευαίσθητη, ούτε τόσο ταλαντούχα.
 
***
 
Στην αιχμή ή στην καμπή λοιπόν;
 
***
 
Τα χρόνια της αυτοπαρατήρησης και η ηλικία του φόβου.
 
***
 
Ομιλίες ήσσονος τόνου. Κι όλο βουλώνει χωρίς δάκρυα.
 
***
 
Η παιδική της φίλη έγινε «ένας άνθρωπος χρήσιμος».
Μύριζε άγουρο μανταρίνι.
Γέρασε πάνω στο ίδιο εργόχειρο.
 
***
 
Μελαγχολική κατάφαση ζωής που πασχίζει να κρατήσει την αξιοπρέπειά της.
Όπως το ’λεγε και η μητέρα: «να μη δίνουμε δικαιώματα του κόσμου».
 
***
 
Μετρημένες οι μέρες της ζωής της.
Τις είχε συνδέσει με την ευτυχία.
Την πλήρη. Ή την ελάχιστη.
 
***
 
Αισθήματα αναμοχλεύονται σ’ ένα αδρανές σώμα. Αναμένει.
 
***
 
Τη νύχτα την ξυπνά το παράπονο του πεθαμένου.
Το πρωί ο ακροβάτης παίρνει τη θέση του.
Κι ο σχοινοβάτης;
 
***
 
Μιαν αυγή θα ξυπνήσει.
Χωρίς σκέψη ή τύψη.
Θα τολμήσει τη φράση, την κίνηση.
 
***
 
Σχεδιάζεται το τοπίο της μνήμης.
Συνεχίζεται η καλοκαιρινή βροχή.
Όμως η ζωή έχει το δικό της τρόπο να υπενθυμίζει.
 
***
 
Η ζωή είναι φθορά, είναι χαρά. Ζω για να κηδεύει.
 
***
 
Ο πόνος έγινε σκέψη. Έμεινε πόνος.
 
***
 
Πόνος εκ του πένομαι. Εξ ου πενία, αλλά και πονηρός.
 
***
 
Ο μονότροπος Αίαντας παραχωρεί τη θέση του στον Οδυσσέα.
 
***
 
Διαλεκτική.
 
***
 
Άραγε ο χαμαιλέοντας γνωρίζει το πραγματικό του χρώμα;
 
***
 
Στη ρίζα του πόθου γυροφέρνει το σκυλί. Σε ξένα χέρια αποκοιμιέται το φεγγάρι.
 
***
 
Όλα σε τάξη λόγου λοιπόν. Και το μυστικό καλά κρυμμένο στο ιλαρό σκοτάδι του.
 
***
 
Το πέρασμα από το μυθικό στο πραγματικό. Από το πραγματικό στο μυθικό.
 
***
 
Το πέρασμα εις εαυτήν;
 
***
 
Είχε μπει πλέον στην ηλικία που άρχιζε να την προδίδει το σώμα της.
Πλησίαζε το χρόνο των εννοιών. Ο καιρός της κατανόησης αργούσε ακόμα.
 
***
 
Το μυαλό δεν έχει μέθοδο. Ούτε το σώμα διαδρομή.
 
***
 
Ο φόβος της τρέλας ανταγωνίζεται το φόβο του θανάτου.
Προφανώς κάποιο ερώτημα υπεκφεύγει.
Παιδιόθεν.
 
***
 
Μήπως οι λεύκες είναι απλώς δέντρα;
 

***
 
Μιλάει με αποφθέγματα, κι όλοι τη φωνάζουν πλέον με υποκοριστικά. Όλοι πια.
 
***
 
Ξυπνάει η μέρα με την τύψη της προηγούμενης.
 
***
 
Παίρνει πάνω της το λάθος κι ο κόσμος γίνεται ευκολότερος.
Πού να ψάχνεις τώρα για ενόχους και υπαίτιους.
 
***
 
Η ενστικτώδης διορατικότητα και οι λογικές αποφάνσεις.
Και κάθε στιγμή οριοθετημένη η απόσταση ανάμεσα σ’ εσένα και στον κόσμο.
 
***
 
Πως γίναν όλα έτσι παλιά λες κι άρχιζαν ύστερα όλες μαζί οι χορωδίες.
 
***
 
Ανίκανη να αναγνωρίσει τις φωνές. Ξαναπιάνει το διάλογο με τους καθρέφτες.
 
***
 
Ακούει τη μάνα να μιλάει. Βυζαίνει.
 
***
 
Τα σπίτια έχουν παράθυρα. Μα τα παιδιά έχουν άστρα.
 
***
 
Μη βγει από τις παραισθήσεις και τα οράματα. Το μόνο αληθινά δικό της.
 
***
 
Το χάσιμο του έρωτα και τα’ αεράκι της τέχνης. Ζόφος τα υπόλοιπα.
 
***
 
Συμφιλιώνεται με τον εαυτό της διαγράφοντάς τον.
Μαζί του πορεύεται.
Αυτόν εξαντλεί ως την εμπατή του πόνου του.
 
***
 
Ακατανόητη ανόσια λέξη μνήμη.
 
***
 
Ό,τι ήταν σκοτάδι και το είπαν ασυνείδητο.
 
***
 
Κρυψώνα του ήλιου η νύχτα.
Οι άσπρες ώρες του νοτιά.
Μειδιά η ανίκητη μέρα.
 
***
 
Η μοναξιά ως χάρις.
 
***
 
Όλη η ζωή ένα αλάφιασμα. Και το φως των πεύκων.
 
***
 
Και πάντα ο άλλος.
 
***
 
Ο πρώτος της εχθρός – η ανάγκη του.
 
***
 
Λέμε αδήριτος ανάγκη. Μπορώ να πω αδήριτος μοναξιά;
 
***
 
Παιδική ηλικία. Όταν τα πράγματα δεν ονομάζονταν. Ήταν.
 
***
 
Επιθυμία να γίνουν τα πράγματα λαμπερά και πρώτα.
 
***
 
Ερειπιώνας κορμί. Τα χέρια προδίδουν την ηλικία.
 
***
 
Γεμίζει η σελήνη πάνω από τον Παρνασσό.
Ο κισσός στην πέτρα της Σίβυλλας.
Τα μάτια του Ηνίοχου μας καταπίνουν.
Τί ευχή έκανες στην Κασταλία;
 
 
***
 
Αγαπώ σημαίνει αρνούμαι σ’ αγαπώ σημαίνει αρκούμαι.
Ξανά μανάπαιχνίδια και αινίγματα.
 
***
 
Πονάς; Πού πονάς;
 
***
 
Δυσλεκτικό παιδί. Ακατάδεκτο.
 
***
 
Γέρασε με την ανυπομονησία της νιότης.
Δεν κατάλαβε ούτε πώς, ούτε πόσο αγαπήθηκε.
 
***
 
Τί κομματιάζεις έτσι την πανσέληνο; Η αφανέρωτη πλευρά το πρόσωπό μου.
 
***
 
Ακίνητη. Έξω από τόπο και πόθο.
 
***
 
Ένας άχρονος κόσμος με μπερδεμένες τις ημερομηνίες .
Ο κόσμος της.
Κι ας το γνωρίζει, κατά βάθος,
πως το σύμπαν είναι θέμα ρυθμού.
 
***
 
Ατέρμονη γόνιμη σιωπή.
 
***
 
Κι ο ουρανός οθόνη του πάθους της.
 
***
 
Απέναντι στο μεγάλο πόνο έβαζε το μεγάλο στόχο.
Συνήθως δεν άντεχε στη διαδρομή,
αλλά περνούσε ο μεγάλος πόνος.
 
***
 
Ο χρόνος είναι τώρα πάλι δικός της.
Το σώμα το ίδιο και αυτό.
Άχρηστα και τα δυο άλλα δικά της.
Το μυαλό θα τα κάνει χρηστά και χρήσιμα.
 
***
 
Πολεμούσε τα δίκια της. Μάταια λόγια.
Περικυκλωμένη από τον εαυτό της.
Κρατιέται από τα ίδια της τα λόγια.
 
***
 
Ο Λόγος;
 
***
 
Υφαίνει με υπομονή ένα περίτεχνο δίχτυ συμβόλων.
Όσο δεν παγιδεύει την πραγματικότητα
παραμένει ενεργός. Σχεδόν ευτυχής.
 
***
 
Η νομοτέλεια του τυχαίου. Να αφεθείς.
 
***
 
Η τρύπα χάσκει στο κέντρο.
Κάνει κύκλους γύρω τριγύρω.
Κάνει πως δεν φοβάται.
***
της μαύρης τρούπας – λέω –
του τάφου μας
Γρηγόρη
 
***
 
Παρηγορούσε τον ένα θάνατο με τον άλλο θάνατο. Αυτός δεν έλεγε να ησυχάσει.
 
***
 
Ο θάνατος είναι βασιλιάς. Γι’ αυτό λέμε «τα μάτια με ταξίδεψαν».
 
***
 
Ζωή – ρυθμός μες την αταραξία.
 
***
 
Στα κομμάτια η μοναξιά της. Να την φαν σκυλιά, πουλιά, παιδιά.
 
 
***
 
Κρόταλα Στόματα Σώματα
 
***
 
Ξανά ξανά ξανά η άνοιξη νικά
 
***
 
Μελαγχολικοί ευκάλυπτοι κι οργιαστικές παπαρούνες.
Στο αθώο μέτωπο της Κυριακής δεν έχει στεγνώσει το αίμα.
 
***
 
Κι άλλο αίμα;
 
***
 
Ανέραστο κορμί. Έρμαιο της επιθυμίας.
Δέσμιο της ανάγκης. Δεν μπορώ να το μωρώξω.
 
***
 
Ταξίδια και όνειρα. Τα λόγια του έρωτα φτερουγίζουν μεγάλα στο σπίτι.
 
***
 
Απαρηγόρητο φεγγάρι αυγουστιάτικο γέμιζε εσύ, γέμιζε. Γέμισέ με.
 
***
 
Τη λυσίκομη κόρη που έκλεψε του Κύκλωπα το μοναδικό μάτι. Στη σεμνή ομορφιά της νυχτώθηκα.
 
***
 
Η μέρα χώρισε πάλι από τη νύχτα. Όπου μέρα της κι όπου νύχτα της τώρα.
 
 
***
 
Γαβγίζουν τα ιερά σκυλιά. Ανοικτίρμων η μοναξιά παραμονεύει.
Παραμερίζει τον εφιάλτη. Ανοίγει την πόρτα. Βγαίνει στον κόσμο.
 
***
 
Αφήνεται στις μυστηριώδεις φωνές. Αδιαφορεί για το ποιητικό στοιχείο. Παραδίνεται σε μια βία υπόγεια.
 
***
 
Ξέδομα και ξόδεμα. Ευφρόσυνο μεθύσι της ψυχής. Το κρύο γέλιο του νου γιατί δεν σταματά;
 
***
 
Αγαπούσε τη γιορτή γιατί είχε παρέα. Μισούσε τη γιορτή γιατί της έκλεβε τους γονείς.
 
***
 
Το μάτι που ανακαλύπτει και το μάτι που αναβιώνει. Στραβή ή γκαβή;
 
***
 
Η ζωή έτσι όπως κυκλοφορεί την αποκλείει.Η ίδια της η συγκίνηση τη δεσμεύει.
 
***
 
Τώρα το ξέρει. Αυτό που φαντάστηκε υπάρχει. Αλλά αυτό που ονειρεύτηκε δε γίνεται.
 
***
 
Στάζουν τα χέρια το αίμα του φονιά και ξαναπιάνουν το μαχαίρι.
 
***
 
«Χάσαμε το κέντρο, χάσαμε το κέντρο» σου φώναξε πριν είκοσι χρόνια η Μήδεια.
Κι εσύ, ετεροχρονισμένη πάντα, παίζεις τον Παζολίνι στο σταθμό Πελοποννήσου.
 
***
 
Πέρασε η εποχή των λιονταριών. Ήρθε ο καιρός της γάτας. Το παιδί ακόμα να γίνει γυναίκα.
 
***
 
Κι ο Ιερός Φαλλός στο όνειρο τί φέρνει;
 
***
 
Ό,τι υπήρχε δεν υπάρχει πια. Το είπαν ποιητές πριν από σένα.
 
***
 
Πίσω στον Παιδικό Τρόμο. Στο Απόλυτο Άσπρο.
Στην Ατέρμονη Κάθοδο. Ο Γελωτοποιός Πατέρας.
Η Βαρυπενθούσα Μητέρα.
 
***
 
Βλέπει όλη την ιστορία του πολιτισμού ως προσπάθεια εκλογίκευσης του σκοταδιού.
Και το κορμί της βλέπει. Πεδίο μάχης αγγέλων και δαιμόνων.
 
***
 
Φοβάται τη γνώση. Την πλησιάζει στο θάνατο γιατί την οδηγεί στον κόσμο των μεγάλων.
Φοβάται τη γνώση γιατί ακυρώνει την αυθυπαρξία της παιδικής ηλικίας.
Γιατί το άρρητο είναι ατελεύτητο.
 
***
 
Χρόνια διαδρομή στα τυφλά. Κι όμως όλα μοιάζουν κατά πως ορίστηκαν.
 
***
 
Τυφλός τα ώτα τον τε νουν τυφλός τα τ΄όμματα ει – – η ζωή της μια παρήχηση του τ;
 
***
 
Στο σώμα της μάνας μου κατοίκησα. Στη γλώσσα της μάνας μου κατοικώ.
 
***
 
Σκοτεινοί χρησμοί. Αποκεφαλισμένες μουριές. Μεγάλη Παρασκευή χωρίς Ανάσταση.
 
***
 
Οι ηλικίες κηδεύονται προς τα πίσω.
 
***
 
Δεν θυμάται τον πατέρα. Θυμάται εικόνες του πατέρα. Στον ουρανό ο πατέρας μελαγχολεί.
 
***
 
Ανάμεσα εικόνα και λέξη. Ανάμεσα μνήμη και πράξη.
Ζωή καρδιά σπασμένη. Πεύκα πουλιά ποτάμια παραληρεί ο ποιητής.
 
***
 
Στο πατρικό σπίτι της μητέρας γράφει: « η αυτοκτονία είναι θεατρική πράξη»
Στο Παρίσι ένας άνθρωπος πηδάει από τον εικοστό ένατο όροφο.
Την ίδια μέρα. Πιθανόν και την ίδια ώρα.
 
***
 
Δε διαλέγεις τον τρόπο που γεννιέσαι. Όμως το τοπίο του θανάτους σου μπορείς.
 
***
 
Όταν το παρόν είναι μια υποσχετική μέθη.
 
***
 
Η μυστική δίοδος του εαυτού ανοίγει άραγε και την πόρτα του μέλλοντος;
 
***
 
Στέκει στητή. Πίσω της ο καθρέφτης με το ανεπαίσθητο ράγισμα στην άκρη.
 
***
 
Όταν την ρωτούν, λοιπόν, πότε έφυγε από το χωριό,
δεν απαντά «όταν πέθανε ο πατέρας» αλλά αναφέρεται
σκέτα στην ηλικία της.
Μαθαίνει ν’αποφεύγει μεταφορές και παρενθέσεις.
Στο Βασίλειο της κυριολεξίας επιτέλους.
 
 
***
 
Σαφή και σκληρά όλα.
 
***
 
Μήπως οι λεύκες είναι απλώς δέντρα;
 
***
 
Ηλέκτρα, ή τρυφερότητα λέω
 
***
 
Το μάτι του παιδιού έγινε μάτι κουκουβάγιας.
Το μάτι της κουκουβάγιας ξαναγίνεται παιδιού.
***
 
Στο χωριό όταν ήταν ακόμα μικρή, η λέξη περιβόλια ακούγονταν περβόλια.
Αυτή η απάλειψη του ιώτα είναι ο χρόνος για να διανυθεί
και προς τα μπρός και προς τα πίσω.
 
***
 
Αγροτικό σόι. Είδε ξένες φυλές.
Πολλές και πολυπρόσωπες.
Δεν καταγράφτηκε τίποτα.
 
***
 
Η κόρη του πατέρα μου είμαι . Η κόρη της μάνας μου είμαι.
Εγώ του κόσμου είμαι. Εγώ είναι-
 
***
 
λεύκες αργυρόφυλλες ασημόλευκες πρόσωπα φεγγαρά του έρωτα
άκου
άκουσε της ζωής τον ατελεύτητο ψίθυρο και να μην τρομάξεις πια
το παιδί που κλαίει κανείς δεν το θέλει
σβήνει τον κόσμο γράφει το πρόσωπο.
 
 
[από τη συλλογή Της Φρίντα Λιάππα
“1964- 1988”,
Εκδόσεις «ΕΚΤΥΠΟΝ»]

 Πηγή:http://www.bibliotheque.gr/article/43768

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου