Ι
Γεια σου Ακρόπολη
Τουρκολίμανο, οδός Βουκουρεστίου.
Ο Πολικός σημαδεύει με φως
το σταθερό σημείο του κόσμου.
Αθήνα η πρώτη
στο βυθό των αιώνων
με το γυαλί
σε βλέπουν οι ψαροντουφεκάδες.
Γαλέρες, γιωταχί, πορνεία κρυφά
η Γενική κέντρο του κόσμου.
Ο Πολικός γυρίζει σταθερά
το φουγάρο του μαγειρείου
σημαδεύει με καπνό
το σταθερό σημείο του Στερεώματος.
Η Πούλια, η Αφροδίτη
η Ντίνα, η Σούλα, η Εύη, η Ρηνιώ
πέντε εκατομμύρια έτη φωτός
σταθερή γραμμή διασχίζει
πέντε δισεκατομμύρια γαλαξίες
σε πέντε μέτρα
σε πέντε μέτρα
σε πέντε μόνο μέτρα
από το κελί μου.
ΙΙ
Ο χρόνος διαλύεται
μέσα στη στιγμή
το ελάχιστο γίνεται
ο μέγιστος τύραννος
βασανίζει ανθισμένες πληγές
γεμάτες χαμόγελα και υποσχέσεις
για κάτι άλλο, αυτό το άλλο
είναι που ζούμε κάθε στιγμή
νομίζοντας ότι ζούμε το άλλο.
Όμως το άλλο δεν υπάρχει
είμαστε μεις, η Μοίρα μας
που μας λοξοκοιτάζει
Σφίγγα που ξέχασε το αίνιγμα
δεν έχουμε τίποτα να λύσουμε
δεν υπάρχει αίνιγμα
δεν υπάρχει διαφυγή από τον κύκλο
τον πύρινο κύκλο
του Ήλιου και του Θανάτου.
ΙΙΙ
Ήλιε θα σε κοιτάξω στα μάτια
έως ότου ξεραθεί η όρασή μου
να γεμίσει κρατήρες με σκόνη
να γίνει σελήνη δίχως διάστημα,
κίνηση, ρυθμό,
χαμένος διάττων εσβεσμένος από αιώνες
καταδικασμένος ν’ ακούει κραυγές ανθρώπων
ν’ ανασαίνει πτωμαΐνη λουλουδιών.
Ο Άνθρωπος πέθανε! Ζήτω ο Άνθρωπος!
IV
Επάνω στο ξερό χώμα της καρδιάς μου
ξεφύτρωσε ένας κάκτος
πέρασαν πάνω από είκοσι αιώνες
που ονειρεύομαι γιασεμί
τα μαλλιά μου μύρισαν γιασεμί
η φωνή μου είχε πάρει κάτι
από το λεπτό άρωμά του
τα ρούχα μου μύρισαν γιασεμί
η ζωή μου είχε πάρει κάτι
από το λεπτό άρωμά του
όμως ο κάκτος δεν είναι κακός
μονάχα δεν το ξέρει και φοβάται
κοιτάζω τον κάκτο μελαγχολικά
πότε πέρασαν κιόλας τόσοι αιώνες
θα ζήσω άλλους τόσους
ακούγοντας τις ρίζες να προχωρούν
μέσα στο ξερό χώμα της καρδιάς μου.
V
Ανάμεσα σε μένα και στον Ήλιο
δεν υπάρχει
παρά μόνο η διαφορά του χρόνου
ανατέλλω και δύω
υπάρχω και δεν υπάρχω
με βλέπουν
χωρίς να μπορώ
να δω τον εαυτό μου.
VI
Όταν σταματήσει ο χρόνος
το κελί μου γεμίζει μήνες
μήνες, μέρες, ώρες, στιγμές
δέκατα δευτερολέπτων
δέκατα δευτερολέπτων
δέκατα δευτερολέπτων
ένα βήμα πριν από το χάος
υπάρχει χάος
ένα βήμα μετά το χάος
υπάρχει χάος
εγώ υπάρχω λίγο πριν, λίγο μετά
υπάρχω μέσα στο χάος
δεν υπάρχω.
VII
Τα κελιά ανασαίνουν
τα κελιά που βρίσκονται ψηλά
τα κελιά που βρίσκονται χαμηλά
η βροχή μας ενώνει
ο ήλιος ντράπηκε να φανεί, Νίκο
Γιώργο, κρατιέμαι από ένα λουλούδι.
VIII
Ο Ήλιος με δαγκώνει
δεν έχει δόντια
απατηλές
απατηλές υποσχέσεις πάνω στον τοίχο
επάνω στο άσπρο χρώμα το άσπρο χρώμα
με σκιές
χωρίς σκιές
μονάχα εγώ μένω ακίνητος
αμετακίνητος μέσα στο φως και το άσπρο
αμετάθετος μένω ψηλά
πάνω από το μωσαϊκό που αιωρείται
η σκέψη μου στροβιλίζεται προς τη Γη
το αλεξίπτωτο δεν άνοιξε
ο Ήλιος συμπιέζεται,
αποκαλύπτει το κενό
τρία κενά συγκρούονται
η Σκέψη μου, η Γη και ο Ήλιος.
ΙΧ
Κάτω στη Γη διασπορά
ο Νόμος του Νόμου ω Νόμε
ο Νόμος δε συγκρούεται με το κενό
όταν φορεί κράνος καπνίζει
τσιγάρα με φίλτρο
όταν φορεί πιζάμες
όταν φορεί πιζάμες μεταξωτές
δεν καπνίζει δεν καπνίζει
καπνίζουν τα χωριά, τα δάση, οι ρυζώνες
οι μητέρες δεν καπνίζουν
οι στρατιώτες καπνίζουν πριν κοιμηθούν
κοιμούνται βαθειά, έως δύο αιώνες
εγώ καπνίζω πριν πεθάνω
πάντοτε πριν πεθάνω καπνίζω
σέρτικα Λαμίας, μυρωδάτα Ξάνθης
γλυκειά μυρωδιά λίγο πριν το τέλος
το τέλος έχει γλυκειά μυρωδιά
μυρωδάτα Ξάνθης, σέρτικα Λαμίας.
Χ
Τα δόντια του Ήλιου είμαι εγώ
αυτό που με δαγκώνει είμαι εγώ
είμαι εγώ αυτό που θέλει
αυτό που δεν θέλει είμαι εγώ
εγώ είμαι όταν εσύ με θυμάσαι
όταν εσύ με ξεχνάς εγώ είμαι
όταν δεν υπάρχω είμαι εγώ
όταν δεν θα υπάρχω είμαι εσύ
όμως εσύ είμαι εγώ.
ΧΙ
Το Αιγαίο σηκώθηκε και με κοιτάζει
- Είσαι συ; μου λέει.
- Ναι, του απαντώ, είμαι εγώ
μαζί με κάποιον άλλον,
δεν τον γνωρίζεις;
- Όχι, μου λέει.
- Δεν τον γνωρίζεις,
όμως αυτός ο άλλος
είσαι εσύ.
Το Αιγαίο ξάπλωσε
ο Ήλιος έβηξε
έμεινα μόνος
εντελώς μόνος.
ΧΙΙ
Όχι εντελώς μόνος
εσένα δε σε θέλω
σε θέλω τόσο πολύ
γι’ αυτό εσένα δε σε θέλω
τα πλατάνια, τα κρύα νερά
μυρτιά μυρτιά μυρτιά
ένα σύμβολο, ένα ιδεώδες, μια πίστη
σε θέλω τόσο πολύ
ραδίκι γεμάτο χώμα
μυρτιά μυρτιά μυρτιά
γι’ αυτό εσένα δεν σε θέλω
γιατί χωρίς εσένα
δεν μπορώ να είμαι μόνος
εντελώς μόνος να είμαι.
ΧΙΙΙ
Πυροβολήστε το χρόνο,
σκοτώστε το χρόνο
ο χρόνος εκτός νόμου
θέλω να στήσω το πτώμα του
στην οδό Αιόλου
πωλείται ο χρόνος σε τιμή ευκαιρίας
στο Μοναστηράκι
αγοράστε το χρόνο σε τιμή ευκαιρίας
είναι φρεσκότατος
τον κυνηγήσαμε χτες,
τον σκοτώσαμε χτες
χτες χτες χτες
από το χτες στο σήμερα
που σημαίνει ότι δεν κάναμε καλή δουλειά.
XIV
Έξω απ’ αυτόν τον κύκλο
δεν θα περάσεις
θα μείνεις μέσα
Εσύ, ο Ήλιος και ο Χρόνος
η τροχιά ρυθμίζεται με κούρδισμα
τη νύχτα κουρδίζεις
τη μέρα ξεκουρδίζεις
υπόκλιση, χαμόγελο, κραυγή, βλαστήμια
XV
Όποιος κι αν είσαι
πέλαγο, βουνό, γυναίκα, ταύρος
αν είσαι άνθρωπος
δέντρο, τραγούδι, φόρος, θάνατος
αν είσαι άνθρωπος
αν είσαι άνθρωπος
βγάλε μαλακά το χειρόφρενο
ξεκίνησε με δεύτερη στον κατήφορο
όποιος κι αν είσαι
θα σου κοστίσει λιγότερο
λεωφορείο φορτηγό σιτροέν ντεκαβε
Μαργαρίτα Μυρτιά Ροδόσταμο Θεοδωράκης
αν είσαι άνθρωπος
θα σου κοστίσει λιγότερο
θύμηση παλιά
παλιά όσο σήμερα
όσο αύριο
όσο αύριο
όσο ποτέ
αν είσαι άνθρωπος
όποιος κι αν είσαι.
XVI
Ήλιος ο Πρώτος
Αθήνα η Πρώτη
Μίκης ο εκατομμυριοστός
έπονται εκατό χιλιάδες
και άλλες εκατό
και εκατό άλλες χιλιάδες αθώοι
και ούτω καθεξής
έως τη συντέλεια του κόσμου.
XVII
Ποτέ ποτέ ποτέ
δεν θα μπορέσω να ξεδιπλώσω όλες τις σημαίες
πράσινες, κόκκινες, κίτρινες, μπλε, μωβ, θαλασσιές
ποτέ ποτέ ποτέ
δεν θα μπορέσω να μυρίσω όλα τα αρώματα
πράσινα, κόκκινα, κίτρινα, μπλε, μωβ, θαλασσιά
ποτέ ποτέ ποτέ
δεν θα μπορέσω ν’ αγγίξω όλες τις καρδιές
όλες τις θάλασσες να ταξιδέψω
ποτέ ποτέ ποτέ ποτέ
δεν θα γνωρίσω τη μία σημαία
τη μοναδική
εσένα
Τάνια.
XVIII
Όταν πλάγιασα στην αμμουδιά
οι λουόμενοι πέσαν στη θάλασσα
όταν μπήκα στη θάλασσα
οι λουόμενοι βγήκαν στην αμμουδιά
όταν πνίγηκα
οι λουόμενοι πήγαν στα σπίτια τους
κι όταν αναστήθηκα
ήταν πια αργά
οι λουόμενοι μπήκαν στ’ αυτοκίνητά τους.
ΧΙΧ
Το είδωλό μου είσαι εσύ
το χέρι μου είναι το δικό σου
όταν το σφίγγω σφίγγεται
όταν το υψώνω υψώνεται
μονάχα αυτό το κάγκελο είναι δικό μου
κι αυτό που καθρεφτίζεται είναι δικό σου
(να τονιστεί το αίσθημα της ατομικής ιδιοκτησίας)
δικό μου δικό σου το κάγκελο
όμως δικά μας
τα μάτια τα χείλη και τα χέρια.
ΧΧ
Μέσα στους παραδείσιους κήπους του κρανίου μου
κίτρινος Ήλιος ταξιδεύει στα φτερά του χρόνου
ακολουθούν πουλιά με ξύλινα φτερά
προπορεύονται άγγελοι με τζετ
μεγαλόπρεπη πορεία
πάνω από μπανανιές ευκαλύπτους και πεύκα
που καλύπτουν την αριστερή πλευρά του εγκεφάλου μου
στη δεξιά νύμφες και ουράνιες πόρνες
σκεπασμένες γιασεμιά, κόκκινες σαύρες
ακούν τους καταρράκτες
που χάνονται στις καταβόθρες του νωτιαίου μυελού μου
εκεί αρχίζει η Γη και τελειώνει το Σύμπαν
αιφνιδίως η μεγαλόπρεπη πομπή ακινητοποιείται
ώρα έξι το απόγευμα
ώρα έξι ακριβώς
σταματά η πομπή ο Χρόνος ο Ήλιος
μοναχά τα πουλιά ταξιδεύουν
χτυπούν τα ξύλινα φτερά
και τα τζετ θρηνούν κι αυτά αγγελικά.
ΧΧΙ
Έχω ένα λαβύρινθο γιωταχί
ένα γιωταχί μινώταυρο δώδεκα ίππων
ζητώ Θησέα μεταχειρισμένο σε καλή τιμή
ανταλλάσσω ραδιόφωνο ιαπωνικό
με Αριάδνη ει δυνατόν χήρα
κάτω των σαράντα
εισόδημα άνω των πέντε
χρονικό όριο ένα δέκατο του δευτερολέπτου
σε ένα δέκατο του δευτερολέπτου
θα είμαι νεκρός.
ΧΧΙΙ
Ο Ελύτης ο Γκάτσος ο μέγας Σεφέρης
ο Τσαρούχης ο Μινωτής ο Χατζιδάκις
η Βέρα η Ντόρα η Τζένη
ο κινηματογράφος το θέατρο η μουσική
και τόσοι άλλοι
οι ποιητές οι ποιητές
και τόσοι άλλοι
κι εσύ κι εσύ κι εσύ
ο φίλος ο εχθρός ο αντίπαλος ο αντίζηλος
κοιμηθείτε ήσυχα
ο λογαριασμός είναι πληρωμένος
ο φίλος που πληρώνει
έχει λεφτά.
ΧΧΙΙΙ
Επουράνιοι ποταμοί
υπόγειοι χείμαρροι
κατεβαίνουν παφλάζοντας
Οδός Ονείρων Ομόνοια
Σίλβα
σίγμα γιώτα λάμδα βήτα άλφα
Φιλοθέη Χαϊδάρι
τα νερά τους ξανθά
δυο στρώματα ξανθά
δυο στρώματα πράσινα
στη μέση εγώ
κόκκινη ακρίδα
φτερά φυσαρμόνικες
ήχοι από νερό
σαύρες φεγγάρια
βουτούν βυθίζονται πνίγονται
κάγκελα
κάγκελα
κάγκελα
Σίλβα.
XXIV
Όταν εσύ φωνάζεις
εγώ κοιμάμαι
όταν εσύ πονάς
εγώ χασμουριέμαι
όταν εσύ σφαδάζεις
εγώ ξύνομαι
Σεπτέμβριος
ημέρα δεκάτη έκτη
της Δημιουργίας
Διονύση.
XXV
Στο τέταρτο πάτωμα
η μαμά σου κοιμάται
Έλενα
μουσική θεία τα όνειρά της
τα όνειρά της
Πεπίνο ντι Κάπρι
πέρα από τη θάλασσα
μην την ξυπνήσεις.
XXVI
Η οδοντοστοιχία του Ήλιου με απειλεί
το κάγκελο του Χρόνου με προστατεύει
ο Γιάννης ο Ιάσων ο Βύρων
ο Τάκης ο Αλέκος
στα κατάρτια ψηλά υψώστε
τα λεμόνια τα πορτοκάλια
υψώστε
τα πέδιλα στην άμμο
φωνές κρέμα νιβέα
ιππόκαμπος πασιέντζες νες καφέ
σημαίες ακριβές από φτηνό ύφασμα κρατούν.
XXVII
Έκτη Σεπτεμβρίου
ώρα έντεκα πρωινή
τώρα λούζονται
τα πουλιά στα ποτάμια
στα έλατα τρίβονται οι Βοριάδες
σε χτύπησε ο Τούρκος στο Μπιζάνι
τώρα κάθεσαι και με κοιτάς
πίνεις καφέ
στάζεις φαρμάκι
αγάπη αγάπη
ο Ήλιος ψήνει το σταφύλι
ώρα έντεκα πρωινή.
XXVIIΙ
Σουλεϊμάν ο Μεγαλοπρεπής
Κωνσταντίνος ο Παλαιολόγος
πάψε πια να φωνάζεις
λαθρέμπορος λωποδύτης νταβατζής
φωνητικές χορδές
ο Αντρέας ο Ηλίας η Ανθή
λαρύγγι ζώου λαρύγγι ανθρώπου
Άγια Σοφιά στίφη βαρβαρικά το υγρόν πυρ
ο Γέρος του Μωριά σκουλήκι
σε κάθε βήμα μου σκοντάφτω
ζερβά θηρία του Βόρνεο
δεξιά φλόγες στο Ναγκασάκι
μπροστά φουγάρα στο Μπούχενβαλντ
και πίσω το κελί του Μακρυγιάννη
πάνω κάτω πάνω κάτω
ανατολικά δυτικά
μαχαίρια ακόντια μαστίγια ορδές
ορδές αγίων ορδές δαιμόνων
ορδές αγίων ορδές στρατηγών
είμαι ραδίκι σπαρμένο στον κρατήρα
αντίο Ήλιε αντίο Ήλιε αντίο Ήλιε
αντίο Φως
καληνύχτα.
ΧΧΙΧ
Ανατολικά από τον Σείριο
περνούν οι ξανθές βροχές
κρατούν κίτρινες ομπρέλες
πράσινα γυαλιά ηλίου
μίνι φούστες φορούν
οι ξανθές βροχές του Σεπτεμβρίου
παρακάμπτουν τον Άρη
την ερχόμενη Τετάρτη
μπαίνουν στην τροχιά της Γης
Ανόι Ουάσιγκτον Μόσχα
η έρημος του Σινά
Αθήνα οδός Τοσίτσα
δυτικώς της Χίου
ανατολικώς της Κορίνθου
εντός εκτός
πεύκο βαθειά χαραγμένο
μίνι φούστες
πράσινα γυαλιά ηλίου
κίτρινες ομπρέλες κρατούν
οι ξανθές πρώιμες βροχές
ανατολικά από τον Σείριο
δυτικά από το κελί μου
του Σεπτεμβρίου.
ΧΧΧ
Όταν τα Μετέωρα χορεύουν συρτάκι
σε αναγνωρίζω πατρίδα μου
όταν ο Αχελώος ξενυχτά στις ταβέρνες
όταν τα Λευκά Όρη κολυμπούν κρόουλ
όταν το Αιγαίο παίζει προπό
όταν οι Ρουμελιώτες χορεύουν τσάμικο
όταν το Κρητικό Πέλαγο βιάζει τη Μήλο
και όταν εγώ γράφω άτεχνους στίχους
τότε σε αναγνωρίζω
σε αναγνωρίζω πατρίδα μου.
ΧΧΧΙ
Οι εννέα Μούσες μένουν κοντά μου
μας χωρίζει ένας διάδρομος
δυο πόρτες τέσσερις φρουροί
Ντόρα Μαρία Τάκης
Αννα Τόνια Ρούσος
ίσως γνωρίζουν καλλίτερα
στοιχεία νούμερα διευθύνσεις
τεχνοτροπίες σχολές μουσεία
οι εννέα Μούσες μένουν κοντά στα Μουσεία
η Μουσική μένει κοντά στα Μουσεία
Μουσική Μούσες Μουσεία
τέλος πάντων
νοοτροπίες τεχνοτροπίες δοκιμάζονται
βροχή σκόνη ήλιος γέλιο
ένα απέραντο κονσερβατουάρ
πιάνα σολφέζ ωδική
οι εννέα Μούσες πλένονται
χτενίζονται ξαπλώνουν
χτυπούν να τις ανοίξουν
Πίνδαρος Αισχύλος Μότσαρτ Σοπέν
οι φρουροί τις οδηγούν μία μία στο μέρος.
ΧΧΧΙΙ
Μενεξεδένια Πολιτεία
στείλε μου το χέρι σου να μου χαϊδέψει τα μαλλιά
στείλε μου τη φωνή σου να μου κοιμίσει τα όνειρα
δείξε μου το πρόσωπό σου
να δω το μπόι μου
την αρχοντιά μου
αρχόντισσά μου
από τον Οιδίποδα και τον Ανδρούτσο
άλλος κανένας δεν σε αγάπησε
όσο εγώ.
Πηγή:http://www.mikistheodorakis.gr/el/poems/?st=50&nid=4490
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου