«Κατεπόθη ὁ θάνατος εἰς νῖκος» *
Στητός – στητός εβάδισε
Για το στερνό ταξίδι.
Πίσω του οι μνήμες των νεκρών
Ολόρτα κυπαρίσια
Τον ακλουθούν, τον προσπερνούν
Ανοίγοντας περάσματα
Σπέρνοντας φως και δάκρυα.
Κι ανάμεσά τους πιο ψηλός
Ογδόντα χρόνων νέος
Εβάδιζε ο μπάρμπα – Μαθιός.
Βίγλισε γύρω τα βουνά
Τη θάλασσα τους κάμπους
Τους δώδεκα στρατιώτες
Που περίμεναν βουβοί
Με τα προτεταμένα όπλα
Κι ένας θρίαμβος στεφάνωσε τα
Τα φωτεινά του μάτια.
Δεν μας μίλησε
Μόνο την ώρα που έγερνε
Σαν αιωνόβιος πλάτανος
Αλύγιστος ,ψηλός , ευτυχισμένος
Όλοι το νιώσαν
Πως οι σφαίρες του αποσπάσματος
Δεν σκότωσαν Αυτόν μα τους φονιάδες του.
Λιόχαρη μέρα! Σκυθρωποί κι αμίλητοι
Βαδίζαν οι φρουροί. Κι εμείς
Με βήμα σίγουρο ανεβαίναμε
Τα σκαλοπάτια του αύριο ένα ένα
Τραγούδια μας ακολουθούν
Γύρω ποτάμια φως κυλούν:
« Εἰς νῖκος κατεπόθη ...»
Τώρα
Πίσω από κάθε θάνατο οι άνθρωποι
Θα ξεδιπλώνουν τις σημαίες πιο φαρδιές
Της Λευτεριάς, θα γράφουν στίχους
Θα οργώνουνε τη γη, θα τραγουδάνε:
- Τι όμορφη πουν’ η ζωή
Ποτέ που δε στερεύει.
Συλλογή : «Το Σπίτι με τις Χελιδονοφωλιές» σελ.33-34. Εκδόσεις ΔΙΦΡΟΣ 1961
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου