Πέμπτη 10 Φεβρουαρίου 2022

Nadine Gordimer-«Το όπλο του σπιτιού» (απόσπασμα)


Ο νεαρός Ντάνκαν διατηρεί σχέση με τη Ναταλύ και συγκατοικεί με φίλους σ’ ένα συγκρότημα κατοικιών. Κάποιο βράδυ θα δει τη Ναταλύ να κάνει έρωτα μ’ έναν από τους φίλους του και θα φτάσει στο σημείο να τον δολοφονήσει. Οι γονείς του Ντάνκαν θα αναθέσουν την υπεράσπιση του γιου τους στον Μοτσαμάι, έναν από τους καλύτερους δικηγόρους στη Νότια Αφρική, με το φόβο ότι θα μπορούσε να τεθεί ακόμη και ζήτημα επιβολής της θανατικής ποινής.

Η φυλακή είναι σκοτάδι. Μέσα. Μέσα σου. Είναι μια νύχτα που ποτέ δεν τελειώνει, ακόμα και κάτω από το αμείλικτο φως των λαμπτήρων νέον που είναι βιδωμένοι στο ταβάνι του κελιού. Σκοτάδι ακόμα και όταν βλέπεις μέσα από το καγκελόφραχτο παράθυρο, όρθιος πάνω στο κρεβάτι, την πόλη να τρεμοπαίζει από τα φώτα. Είναι προσδοκία. Είναι ό,τι πέρασε. Τίποτα δεν σε καλεί, τίποτα δεν περιμένεις. […]

Εκείνος ξέρει ότι κάθε φορά που τον επισκέπτονται μένει αναπάντητη μια ερώτηση που έχουν γι’ αυτόν. Ο δικαστής το δήλωσε ως γεγονός, όχι ως ερώτηση. «Δεν έδειξε καμία μεταμέλεια». Πώς να ξέρουν αυτοί, όλοι τους, τι σημαίνει αυτό που λένε με αυτή τη λέξη. Πώς να ξέρουν τι είναι αυτό που σκέφτονται, που μιλάνε γι’ αυτό. Χάραλντ και Κλόντια, δύστυχοί μου γονείς, θα θέλατε να δείτε το γιόκα σας να έρχεται με δάκρυα στα μάτια να πει συγνώμη; Θα διορθωθούν όλα, και το τζάμι που έσπασα με την μπάλα; Θα ξαναγίνω ένας πολιτισμένος άνθρωπος, για τον έναν, και θα με συγχωρήσει ο Θεός και θα με ξεπλύνει από την αμαρτία μου, για τον άλλον; Αυτό νομίζουν ότι είναι, αυτό το πράγμα, η μετάνοια;

Αυτός μου έφερε ένα βιβλίο όταν ήμουν προφυλακισμένος, νομίζω πως ήταν τότε που ήταν τόσο θυμωμένος, τόσο τρομαγμένος που ήθελε ο ίδιος να με κατηγορήσει, να με τιμωρήσει, αλλά υπήρχε κάτι μέσα στο βιβλίο που δεν ήξερε, δεν ξέρει και δεν μπορεί να ξέρει. Το κομμάτι που μιλάει για το δρώντα και τον πάσχοντα. «Είναι παράλογο ο δολοφόνος να ζει παραπάνω από το δολοφονημένο. Οι δυο μαζί -οι δυο τους μόνο, όπως δυο όντα είναι μαζί μόνο σε μια άλλη ανθρώπινη σχέση, ο ένας δρώντας και ο άλλος υπομένοντάς τον- μοιράζονται μεταξύ τους ένα μυστικό που τους δένει για πάντα. Ανήκουν ο ένας στον άλλον». […]

Αντέγραψα αυτό το απόσπασμα ξανά και ξανά, δεν ξέρω πόσες φορές, μέσα στη νύχτα από μνήμης, το έγραψα σ’ ένα κομμάτι χαρτί όπως συνήθιζε εκείνη να σημειώνει ένα στίχο για ένα ποίημα, ενώ ήμουν συγκεντρωμένος πάνω από το σχέδιό μου, σταμάτησα στη μέση μιας τομής, κι έπρεπε να βρω κάπου να το γράψω. Είναι νεκρός, και εκείνος, εκείνη κι εγώ μοιραζόμαστε ένα μυστικό που μας δένει μαζί για πάντα. Δεν θα μπορούσε να το διατυπώσει κανείς καλύτερα· εκείνος είναι νεκρός, εγώ, κάπως έγινε, πήρα το όπλο και τον πυροβόλησα στο κεφάλι. Υπάρχει ένα κομμάτι σ’ αυτό το βιβλίο· για εκείνον που το έκανε. «Ικανοποίησε την πιο βαθιά επιθυμία της ψυχής του». Όταν τους βρήκα, όπως τους βρήκα, η πιο βαθιά μου επιθυμία ποια ήταν; Πόσο θα ήθελα να ήξερα τι ήθελα, όταν είδα αυτό που ήταν η προδοσία μου από εκείνους… και μήπως επειδή δεν μπορούσα να έχω αυτό που ήθελα, ό,τι κι αν ήταν αυτό, ικανοποίησα την πιο βαθιά μου επιθυμία όταν πυροβόλησα τον εραστή της. Εκείνος είναι νεκρός. Εγώ είμαι ζωντανός και γιορτάζω μαζί με όλους τους, τους γονείς μου, τον Μοτσαμάι, την κατάργηση της θανατικής ποινής. Ο δολοφόνος επέζησε του δολοφονημένου. Για προσπάθησε να το πεις αυτό στους δικαστές μου, αυτούς στο δικαστήριο και αυτούς στο συγκρότημα. Δεν μπορείς να το πεις, το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να το ζήσεις μέσα σ’ αυτόν τον περιτοιχισμένο χώρο που υπάρχει γι’ αυτόν το σκοπό.

Ναντίν Γκόρντιμερ, Το όπλο του σπιτιού, Εκδόσεις Καστανιώτη, 1999

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Edouard Vuillard - Τhe Window