Σκίζει τό δέρμα τοῦ ψαριοῦ ἀπό τό κεφάλι πρός τήν οὐρά καθώς τό ψάρι σπαρταράει ἀκόμα. Τό ψάρι ἔχει βοῦλες ἀπάνω του ἔχει ἄσπρους λεκέδες. Τό ψάρι χτυπάει τόν ἀέρα μέ τήν οὐρά του σπαρταράει δυνατά. Μέ τά ἄσπρα του γάντια τό κρατάει σέ ὁριζόντια θέση μέχρι νά τελειώσει.
Ἔπειτα ἀποφασίζει νά τά γράψει ὅλα αὐτά νά τά βάλει σέ ἕνα βιβλίο. Τό βιβλίο θά ἔχει πράσινο κυπαρισσί ἐξώφυλλο καί γύρω γύρω κεραμιδί μπορντούρα. Θά τό ἀφιερώσει τό βιβλίο στόν δάσκαλό του νά τό δοῦνε ὅλοι μιά μεγάλη ἀφιέρωση μέ μεγάλα γράμματα δυνατά.
Τό φῶς χαμηλώνει σιγά σιγά. Σκοτάδι μαῦρο σκεπάζει τήν ὀθόνη. Ἀρχαῖα ὀνόματα περνοῦν ἀπό κάτω μέ τό Θῆτα τό Κόππα τό Δίγαμμα μέ τό Σαμπί σάν ὑπότιτλοι.
Ἐδῶ μπορεῖ νά διαβάσει κανείς. Εἶναι μεγάλος ὁ γιός μου. Μεγάλωσε. Παίζει μπάλα. Πηγαίνει σχολεῖο. Μαθαίνει μουσική. Ἔγινε ἄντρας. Σέ λίγο θά φύγει ἀπό τό σπίτι. Οἱ μεγάλοι ἄνθρωποι φοβοῦνται. Φοβοῦνται τό κρύο. Φοβοῦνται τό σκοτάδι. Φοβοῦνται τή βροχή. Φοβοῦνται. Ἀντίο.
Λευτέρης Ξανθόπουλος ( 1945 -2020)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου