Κάνοντας γύρους που πλαταίνουν διαρκώς
πια το γεράκι δεν ακούει τον γερακάρη·
όλα σωριάζονται· το κέντρο δεν κρατάει·
πάνω απ' τον κόσμο αναρχία ωμή ξεσπάει,
ξεσπάει του φόνου η πλημμύρα και παντού
πνίγεται στο αίμα, των αθώων η γιορτή·
οι ενάρετοι χάνουν την πίστη τους ενώ
τους μοχθηρούς δονεί η έξαψη του πάθους.
Θα ’ναι κοντά κάποια Αποκάλυψη, ασφαλώς,
θα ’ναι, ασφαλώς, κοντά η Δευτέρα Παρουσία…
Δευτέρα Παρουσία! Πριν τον λόγο πω
ένα άπειρο όραμα απ' το Πνεύμα του Παντός
στα μάτια μου ανατέλλει… Η έρημος, η άμμος,
ένα λιοντάρι που έχει ανθρώπου κεφαλή,
ένα βλέμμα κενό κι ανήλεο σαν τον ήλιο
που αργοσαλεύει, ενώ παντού στην ερημιά
φτεροκοπούν τριγύρω τα έξαλλα πουλιά. –
Τα μάτια μου δύουν ξανά… Πια όμως το ξέρω
πως τούτοι οι είκοσι αιώνες πέτρινου ύπνου
σκόρπισαν σ’ ενός λίκνου εμπρός τον εφιάλτη –
και τώρα ποιο θηρίο σκαιό, πού ’ρθε ο καιρός του,
τραβάει βαρύ στη Βηθλεέμ να γεννηθεί;
Μετάφραση: Κώστας Κουτσουρέλης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου