Μέρα χρυσή, κατάχρυση, μα πώς ναν τη χαρείς;
Κι ο μπάτης ο ανοιξιάτικος στα στήθια σου βαρύς.
Απρίλης με το Θάνατο χορέβουν και γελούνε
κι όσα λουλούδια και καρποί, ξέν' άρματα σε κλείουνε.
Ετούτ' οι σκοτεινοί άνθρωποι σκοτώνουν την ημέρα,
τ' ασήκωτο κεφάλι τους βαραίνει τον αέρα.
Ψεύτικα ζουν σε ψεύτικη πατρίδα. Πού ναι σκλάβοι,
αλυσωμένοι από παντού, δεν το χουν καταλάβει,
μάιδε, πως είναι πεθαμένοι από την πρώτην ώρα,
που νεκρογεννηθηκανε σε πεθαμένη χώρα.
Κι όμως, πολύν καιρό δεν έχει, ετούτ' οι πεθαμένοι
κάνανε θάμ' αθάνατο στην πάσαν οικουμένη.
Πάλι από δαύτους, σύντομα, μόλις η Μάνα κράξει,
θα βγει ζωή κι ανάσταση για τη Μεγάλη Πράξη.
Ελεύθερος Κόσμος, 1965
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου