Στην κεφαλή ‘χε σκορπιστά λιγάκι τα μαλλιά τση
κ’ ίδιας νεράιδας πλουμιστής ήτον η γιομορφιά τση˙
το πρόσωπό τζη τ’ όμορφο, τ’ αγγελικόν εκείνο
με την ασπριά τζη θάμπωνε τον ίδιο ν ήλιο κρίνω.
Να τη θωρούσι ερέγουντα τα όρη και τα δάση
και τα βουνά τα’ αδειάζασι τη στράτα να περάσει.
Οι κάμποι ελουλουδίζασι, τα χορταράκια αθίζα,
τα φύτρ’ αναγαλλιάζασι και τα δεντρά εκαρπίζα˙
εκιλαηδούσα τα πουλιά , τα σπήλι’ αντιλαλούσα
τα ζα τση προσεγέρνουντα κ’ οι πέτρες την τιμούσα˙
τα νέφελα τσ’ αδίδασι σκιανιό και δροσεράδα
και με το φως τσ’ εμέρωνε του δάσου η αγριάδα˙
κι ένα τραγούδιν έλεγε πηαίνοντας στην οδό τζη
κι εστέκασιν οι ορανοί κι άκουγα το σκοπό τζη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου