ΞΕΘΩΡΙΑΣΜΕΝΟ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΟ
Σας έλεγα: γιατρός κ’ ετοιμοθάνατος το ίδιο πεθαμένοι.
σας έλεγα: γιατρός κ’ ετοιμοθάνατος ανάμιχτοι
στην άνθηση του λάκκου σαν αμφίβλαστοι
τα χείλη τους απόχρονα λιθώματα μια μέρα
στον ίδιο πικροπίδακα στο ίδιο ρήμα.
Ιθαγενής είναι ο θάνατος
απ’ όξω δεν υπάρχει χάρος.
ιθαγενής είν’ ο θεός δεν είν’ αλλόχθονας
κι αυτό σημαίνει πως ο κόσμος πρυτανεύει.
Το ζήτημα είναι να μην κάνεις ίσκιο
κι αγάπηση φριχτή στην ορατότητα.
ΧΑΡΜΟΣΥΝΟ ΛΑΒΔΑΝΟ
Μέσα στη βενζινέρημο ξεράθηκε κι ο πόνος –
η αγάπη στο τασάκι. πολιτικό κιγκλίδωμα…
Ποια φρίκη είν’ το φως που μ’ έχει αρπάξει
κι ο αμφίβραχυς!
Κλαίει κι αναδακρυώνει ο χαλασμός ονόματι
όραση
κ’ είναι σαλόνι η ματιά μου σ’ αυτό τ’ αλώνι
το φαρδύ του φεγγαριού
με αργυρόχροα ταμένα στην απόγνωση
χωρίς τη γλώσσα-μέγαιρα να διαγουμίζει λήθη
μεσ’ απ’ της μνήμης τη φορμόλη.
Θαυματουργός τη θεωρία του τροχού σάς τη δασκάλεψα
τα αισθητήρια μαστίζοντας
αγχιθανής αγχίθεος αγχινεφής κι αεροβάτης μόνος
ο ήλιος είναι το πάγιο προσθέτει η δασύτριχη σελήνη.
Δεν παίζω σοβαρότητα κι αναδεύω φυσικοχημικά
συμπεράσματα
τρελόσωστος: οπτική ευφυΐα ο σερίφης ανόλβιος
ασπάζομαι τη γη με γοερές μου γονυκλισίες ανώφελος
εγώ ανταλάσσω πυρά μονάχα με το θάνατο –
καταλαβαίνεις;
Όταν ξεμέθαγα τις αλκοολικές βελόνες απ’ τα τρυπήματα
η ψυχανάλυση του άγιου μαδούσε τη λάμψη του καθρέφτη
το σώμα σου αποπλέει ωσάν χάρτινο με ξεφλουδίσματα
χρόνου
από χρυσίζουσα οχιά το πεπρωμένο σου δεν εκκολάφτηκε
κι αποπλέει το σώμα σου
κρατώντας ηχητικά χάμουρα
στα θηλυκά ερείπια του Ηρώδειου όπως αιφνίδια
μου φάνηκε πως έπιασε φωτιά
η άρπα.
Ξημερώνει με ατμώδη βουνά μάντισσες φωνασκίες κοτόπουλα
χαρτορίχτρες
απεχθαίρω τη στύση μου μελάτη
κι ω Θεέ μου ας μπόρηγα να ’μπαινα κάποτε για πάντα
στον ύπνο.
Αναμνηστική Λήθη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου