Είναι ορισμένοι στίχοι – κάποτε ολόκληρα ποιήματα –
που μήτε εγώ δεν ξέρω τι σημαίνουν. Αυτό που δεν ξέρω
ακόμη με κρατάει. Κι εσύ έχεις δίκιο να ρωτάς. Μη με ρωτάς.
Δεν ξέρω σου λέω.
Δυο παράλληλα φώτα
απ’ το ίδιο κέντρο. Ο ήχος του νερού
που πέφτει, το χειμώνα, απ’ το ξεχειλισμένο λούκι
ή ο ήχος μιας σταγόνας καθώς πέφτει
από ’να τριαντάφυλλο στον ποτισμένο κήπο
αργά αργά ένα ανοιξιάτικο απόβραδο
σαν το λυγμό ενός πουλιού. Δεν ξέρω
τι σημαίνει αυτός ο ήχος· ωστόσο εγώ τον παραδέχομαι.
Τ’ άλλα που ξέρω σ’ τα εξηγώ. Δεν το αμελώ.
Όμως κι αυτά προσθέτουν στη ζωή μας. Κοιτούσα,
όπως κοιμότανε, το γόνατό της να γωνιάζει το σεντόνι –
Δεν ήταν μόνο ο έρωτας. Αυτή η γωνία
ήταν η κορυφογραμμή της τρυφερότητας, και το άρωμα
του σεντονιού, της πάστρας και της άνοιξης συμπλήρωναν
εκείνο το ανεξήγητο που ζήτησα, άσκοπα και πάλι, να σ’ το
εξηγήσω.
Ασκήσεις, 1964
Ανθολογία Γιάννη Ρίτσου, επιλογή Χρύσα Προκοπάκη, εκδόσεις Κέδρος, 2000.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου