13
Περνώντας απ' το δρόμο των αρχόντων
δεν προσέχεις το φτωχό σαφράνι
Όμως το πανωφόρι σου το χαϊδεύει κρυφά
και προφταίνει να πάρει
λίγη απ' τη χρυσή σκόνη
της αγάπης του
16
Όταν το ηφαίστειο με τ' ανασηκωτά χείλια
φτύνει αίμα
αναταράζει τη γη
καίει τα δάση
σκοτώνει τα πουλιά
και τρώει τον ήλιο
δε φοβάμαι
Φοβάμαι
όταν τα σφιγμένα χείλη σου
σωπαίνουν
17
Είμαι το ρυάκι σου
που μέθυσε με δυόσμο
Σκύψε πάνω μου
για να σου μοιάσω
Κολύμπησε μέσα μου
να νιώσεις πώς τρέμω
Φάε τα ψάρια μου
να μ' αφανίσεις
Πιες με
να με στερέψεις
Αγάπησε με
Θα σε συντρέξω να πνιγείς
23
Αυτή τη νύχτα ένα όρνιο
μπήκε στην κάμαρά μου
Πλατάγιζαν βαριά
οι χάλκινες φτερούγες του
Ένιωσα στο κορμί μου
τη ζοφερή του σκιά
Και όλο το στερέωμα
έλιωσε πάνω μου
μόλις άρχισε να πίνει
το κοιμισμένο αίμα μου
Όταν ξύπνησα ένα μαύρο φτερό
ήτανε πάνω στην καρδιά μου
25
Ο φίλος μου δουλεύει
στη φυτεία του καουτσούκ
Χαϊδεύει ολημερίς τα λαστιχόδεντρα
τυλίγεται στην πράσινη σκιά τους
και ψηλαφίζει τα γυμνά τους κορμιά
Μα ξάφνου μπήγει το μαχαίρι του
κι αναβρύζει το αίμα
από τους προδομένους κορμούς
Ύστερα τα χέρια του γίνονται πάλι απαλά
και δένουν με αγάπη
την πληγή που κλαίει
Όλη τη νύχτα πλάι μου
ξαναρχίζει τα ίδια
32
Το πουλί τραγούδησε όπως κάθε πρωί
κι είπα να σε ξυπνήσω
γιατί είναι μακριά ο βάλτος του ρυζιού
Το χέρι μου για να σε βρει
πλανήθηκε σ' ολόκληρη την κλίνη
απλώθηκε ως τα Νησιά
και γύρισε όλη την Ασία
Ω είχα αποκοιμηθεί μονάχη
μα το πουλί ωστόσο τραγουδούσε
*ποιήματα του Ιβάν Γκολ με τη φωνή της Μανυάνα
από τα «ΜΑΛΑΙΣΙΑΚΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ»
μετάφραση Ε. Χ. Γονατά
εκδόσεις στιγμή, 2002
Αναδημοσίευση από: https://trenopoiisis.blogspot.com/2020/09/yvan-goll-chansons-malaises.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου