Η θάλασσα στα βάθη της πήρ’ έναν ναύτη.—Η μάνα του, ανήξερη, πηαίνει κι ανάφτει στην Παναγία μπροστά ένα υψηλό κερίγια να επιστρέψει γρήγορα και να ’ν’ καλοί καιροί —
η εικών ακούει, σοβαρή και λυπημένη,ξεύροντας πως δεν θά ’λθει πια ο υιός που περιμένει. [1896, 1898*] |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου