Καθώς τα πράγματα αλλαξοπίστησαν
πουλώντας την ύλη τους στο διάβολο
για την αθάνατη σκιά τους,
πού να καθίσω'
δεν έχω πέτρα, ξύλο, τίποτα,
δεν έχω πού την εξουσία μου ν' ασκήσω.
Γιατί, όταν συχνά με αμφισβητούσαν,
σε κάποιο από τα πράγματα ξεσπούσα
ξεχαρβαλώνοντας την ύλη του
-πως τάχα τούτο μου έφταιγε-
μέχρι αυτή ν' απλουστευτεί σε σκόνη
ή άντε και να γλίτωνε του τραπεζιού το ένα πόδι.
Μα αν τώρα ξεσπάσω σε σκιές
κραδαίνοντας στα χέρια μου αυτό που μόλις γλίτωσε
-το μόνο στο διάβολο απούλητο,
του τραπεζιού το ένα πόδι-
θα έχουν δίκιο,
όσοι απ' τα παράθυρα κρυφά κοιτούν,
θα έχουν δίκιο που θα πουν:
"Την εξουσία του, ιδέστε τον, ασκεί
στου φουσκωμένου ίσκιου το ασκί".
Όμως, αν κι είμαι αυτοκράτορας σε παρακμή,
αν και τα πράγματα που διαφέντευα
-και οι υπήκοοι πλέον μαζί-
έκαναν στάση, μαύρη συναλλαγή
προς της σκιάς το μέρος,
εγώ θα μείνω εδώ με σάρκα και οστά.
Έχω και εγχειρίδιο καλό
πολέμων και βασανισμών
με ειδικό κεφάλαιο περί σκιών.
Αχ, ευτυχώς που το 'μαθα από παλιά σαν προσευχή
γιατί το ψάχνω και έχει προ πολλού χαθεί
και έχει προ πολλού μετατραπεί
σε μαύρο κατάμαυρο σπαθί
-το μόνο που ακμάζει μες στην παρακμή-
κόκκινο πλέον μαχαίρι.
Συνέβη, 2007.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου