ΝΥΧΤΩΝΕΙ
Νυχτώνει ἁπαλὰ καὶ σχεδὸν κρυφοβρέχει
Καὶ μοιάζει σὰν νὰ πέφτουν τ’ ἀστέρια στὴ γῆ
Ἀριὲς περιδινούμενες στάλες λάμπουν στὸν ἀέρα
Καὶ τὸ φῶς χλωμιάζει στ’ ἀνενεργά μας χέρια
Ὅλα τὰ πράγματα σκοποῦν σὲ μιὰν ἀόριστη ἀναμονὴ
Καθὼς ξεψυχᾶνε οἱ λάμψεις τους πάνω στοὺς τοίχους
Τὰ κείμενα χάνουν τοὺς χαλαροὺς εἱρμοὺς
Καὶ ἡ σιγὴ ἁπλώνεται σὰν τὸ νερὸ στὰ φύλλα
Μέσα στὶς μυστικὲς κυοφορίες τῶν ὡρῶν
Θέλω μόνο νὰ σοῦ μιλήσω κι ἐσὺ ἀδιαφορεῖς
Τὴ φωνή σου τὴ δάνεισες στὰ πουλιὰ καὶ τὰ δέντρα
Τὴν αὔρα σου τὴν πῆραν τὰ παιδιὰ καὶ τὰ ἔντομα
Συζητᾶς εὐκολότερα μὲ τὰ μυρμήγκια καὶ τὶς ρίζες
Κι ἐμπιστεύεσαι τὰ σκουλήκια γιὰ ταχυδρόμους τῶν εἰδήσεων
Τὸ ξέρουν αὐτὸ οἱ παρατημένες καρέκλες στὴ γωνιὰ
Τὸ ἀκουμπημένο ποδήλατο στὸν τοῖχο κι οἱ γλάστρες
Μὲ τὰ σβησμένα γεράνια καὶ τοὺς βασιλικοὺς
Τὸ ξέρουν τὰ σκοτεινὰ παράθυρα
Οἱ κλειστὲς κουρτίνες καὶ οἱ βουβὲς σκιὲς
Τὰ μακρινὰ τρένα καὶ τὰ κατάμαυρα φορτηγὰ
Ὅμως ἐγὼ θέλω νὰ σοῦ μιλήσω καὶ τὸ φωνάζω νοερὰ
Κι ἀναπτύσσω μόνος μου μία-μία τὶς παλιὲς κουβέντες μας
Σοῦ ζητῶ τὸν λόγο κι ἐσὺ δὲν ἀπαντᾶς
Δὲν ἔχεις γνώμη πλέον γιὰ τὰ ζητήματα τοῦ κόσμου μας
Κρυφακοῦς μονάχα καὶ ἀδιαφορεῖς γιὰ ὅλες
Τὶς ἀπορίες τὶς ἐνστάσεις τὶς ἀδόκητες φυγὲς
Λέω καὶ θὰ σοῦ λέω πάντα ὅτι ἐδῶ θ’ ἀλέθει ὁ μύλος
Τῆς πιὸ ἀτέρμονης κι ἀνέλπιδης συζήτησης
Μέσα στὴν εὔγλωττη κενότητα τῶν χώρων σου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου