Αριθμητική! Άλγεβρα! Γεωμετρία! μεγαλειώδης τριάδα, τρίγωνο φωτός!
Μού φανερωθήκατε στα παιδικά μου χρόνια μια νύχτα τού μαΐου κάτω από τό φως τής σελήνης σ’ έναν λειμώνα καταπράσινο // κάνατε λίγα βήματα προς τό μέρος μου τυλιγμένες στο μακρύ φόρεμά σας που κυμάτιζε στην αχλύ και μέ τραβήξατε πάνω στ’ αγέρωχα βυζιά σας σαν παιδί δικό σας, ευλογημένο // Από τότε, ποτέ θεές μου που αντιμάχεστε, εγώ δεν θα σάς εγκατέλειπα. Από τήν εποχή αυτή, τί σχέδια ενεργητικά, πόση συμπάθεια που νόμιζα ότι τήν είχα πια χαράξει ανεξίτηλα επάνω στις σελίδες τής καρδιάς μου σαν να ‘τανε γραμμένη σε επιτύμβιο από μάρμαρο, δεν έσβησαν σιγά, και πόσο σιγανά δεν τίς κατάργησε η απογοητευμένη λογική μου. Οι διαμορφωμένες σας γραμμές σβήνουν σαν τήν καινούργια αυγή που ανατέλλει όλες εκείνες τίς σκιές τής νύχτας. Από αυτήν τήν εποχή αντίκρυσα τόν θάνατο που πρόθεσή του διά γυμνού οφθαλμού ορώμενη είναι να επανδρώνει τάφους, να αλώνει τά πεδία τών μαχών, να τρέφεται με αίμα ανθρώπινο και να βοηθάει τ’ άνθη τού πρωινού να ξεφυτρώσουν πάνω σε κόκκαλα μακάβρια // Από αυτήν τήν εποχή ήμουν παρών σε κάθε επανάσταση τής υδρογείου μας· οι σεισμοί και η καυτή λάβα τών ηφαιστείων, τής ερήμου οι ανεμοθύελλες και τά ναυάγια στην καταιγίδα είχανε θεατή τήν παρουσία μου, απαθή // Από αυτήν τήν εποχή είδα ανθρώπινες γενιές ατέλειωτες κάθε πρωί να υψώνουνε φτερά και μάτια προς τό διάστημα μ’ όλη τήν απειρία τού εντόμου που χαιρετάει τήν τελευταία του μεταμόρφωση ώς να πεθάνει πριν τή δύση //
Μα εσείς, εσείς μένετε πάντα οι ίδιες.
Καμιά αλλαγή ούτε αέρας δεν αγγίζει τά βράχια τά απότομα και τίς απέραντες κοιλάδες τής ταυτότητάς σας // Τό πέρας τών αιώνων θ’ αντικρύσει όρθιους ακόμη επάνω στα ερείπια τού χρόνου τούς καβαλιστικούς σας αριθμούς, τίς εξισώσεις τίς λακωνικές, και τίς ολόγλυφες γραμμές σας αραγμένες στη εκδικητική δεξιά τού Παντοδύναμου τήν ώρα που τ’ αστέρια θα βυθίζονται απελπισμένα και σαν σίφουνες, προς τήν αιωνιότητα μιας νύχτας τρομερής και παγκόσμιας· όταν τό γένος τών ανθρώπων θα λογαριάζει μ’ έναν μορφασμό ποιοί οι λογαριασμοί του για τήν Παρουσία τήν δεύτερη και τελευταία.
Ευχαριστώ για τίς άπειρες υπηρεσίες που μού προσφέρατε // Δίχως εσάς στην πάλη μου ενάντια στον άνθρωπο θα είχα ίσως νικηθεί // Μού χαρίσατε εκείνην τήν ψυχρότητα τών θείων συλλήψεων που είναι απαλλαγμένη από τά πάθη… // Τίς χρησιμοποίησα για να εξοντώσω τίς ολέθριες πανουργίες τού θανάσιμου εχθρού μου, για να τού αντεπιτεθώ επιδέξια και να καρφώσω στα σπλάχνα τού ανθρώπου τό κοφτερό μαχαίρι που θα μείνει για πάντα βυθισμένο στο σώμα του· γιατί απ’ αυτήν τήν πληγή δεν θα συνέλθη.
Μού δώσατε τή λογική, τήν πεμπτουσία τών σοφών σας διδαγμάτων· και με εκείνους τούς συλλογισμούς ο πολύπλοκος λαβύρινθος κατανοήθηκε κι ένιωσε η σκέψη μου να διπλασιάζονται οι τολμηρές της δυνάμεις.
Μ’ αυτές τίς τρομερές βοήθειες ανακάλυψα στην ανθρωπότητα, καθώς βυθίστηκα στα βάθη κι έφτασα ώς τούς ύφαλους τού μίσους, τήν κακία μαύρη κι απαίσια να σαπίζει και να ομφαλοσκοπεί περιβλημένη τά φθοροποιά της μιάσματα // δανείστηκα τό όπλο σας τό βουτηγμένο στο δηλητήριο κι αποκαθήλωσα από τό βάθρο που τού έχτισε η ανθρώπινη ανανδρία τόν ίδιο τόν δημιουργό. Έτριξε τά δόντια…
Ω άγια μαθηματικά, ας ήτανε με τήν αιώνια συναναστροφή σας να γινόταν να παρηγορήσετε τίς μέρες που μού απομένουν από τήν κακία τού ανθρώπου και από τήν αδικία τού Μεγάλου Παντός…
(Isidore Lucien Ducasse, 4 Απριλίου 1846 - 24 Νοεμβρίου 1870), γνωστός περισσότερο με το ψευδώνυμο Λωτρεαμόν ή Κόμης του Λωτρεαμόν,
Μετάφραση : Σταύρου Καρακάση , Ανθολογία γαλλικής ποιητικής πρόζας 1753 – 1929 , επιμέλεια : Ιάσων Δεπούντης, Δίφρος 1967.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου