Προτού φωνάξει η θάλασσα
Κατέβηκα με τη λάμψη που έκαψε τις φτερούγες
Ύψος και γληγοράδα
Ίσκιος από καθαρότητα χιονιού
Από κατατομές και ζώα που τρέχουν
Το αθάνατο νερό το μέταλλο της ηχηρότητας
Όταν ένα βλέμμα γίνεται άστρο
Μέσα σ’ ένα αδιάσπαστο χαμόγελο
Αγαπώ τ’ ακίνητα χέρια
Την στέγνα του καλοκαιριού
Την ουσία της απέραντης τέφρας
Ανοίγω τα σκοτεινά παράθυρα
Μέσα στην άλλη πρωία μιας αόρατης παρουσίας
Μην αγγίζετε το πρόσωπο
Τ’ όνειρο μιας κρυμμένης αυγής
Που σχηματίζει τα μάγουλά της
Μην πληγώνετε το σώμα
Το πιο ακριβό φορτίο της θάλασσας
Αφήστε το ν’ αντηχήσει
Μέσα στο θόρυβο των ωρών
÷
Έρχεται η βασιλεία της μοναξιάς
Η απεραντοσύνη της γυμνής πεδιάδας
Του παγωμένου νερού
Από τη συλλογή Άνθρωποι και πουλιά (1947), [Ενότητα Κάτω απ’ τους αγγέλους]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου