Τρίτη 6 Αυγούστου 2024

Ζωή Καρέλλη - Τρία Ποιήματα

ΑΡΡΩΣΤΙΑ

Όλο τους πεθαμένους σκέφτομαι αυτές τις μέρες.
Πλούσια από θάνατο η μνήμη μου
τους φέρνει εμπρός μου ζωντανούς.

Μιλούνε ορισμένα απ’ τα λόγια τους:
«Ένα πουκάμισο χρώμα σαν το καΐσι».
«Να σε φιλήσω, γιατί πέθανα».
«Ζητούσα να σας δω και ήρθα».

Πρόσωπα, λόγια πολλά, που τα κρατώ
σαν ξένα, θέλω δικά μου να τα κάνω
και δεν μπορώ, γιατί δεν εννοώ
το θάνατο, αρνιέμαι να τον καταλάβω.

Όμως ούτε και τη ζωή, έτσι,
μπορώ ν’ αγγίζω, όπως θέλω
να την κρατήσω, που βλέπω τις κινήσεις
των ζωντανών, σα να ’ναι μες στη μνήμη μου
κι αυτές και δεν μπορώ να τις αγγίξω
ζωντανές. Τις χαίρομαι συχνά,
τις αγαπώ, τις βλέπω εκστατικά,
κι άξαφνα γίνονται σαν από πεθαμένους.

 

Οι ουλές

Σαν πεινασμένα στόματα που δεν εχόρτασαν,
ανοίγουν οι επιθυμίες πληγές απάνω μας,
που μένουν ανοιχτές και δεν περνούν,
πληγές που μας πονούν.

Αν χέρι συμπονετικό δε μας τις γιάνει,
αν λόγος συμπονετικός δεν μας τις γλυκάνει,
λόγος παρήγορος, που ξέρει, απαλός,
τα τραύματα αφορμίζουν.

Περνάει καιρός και κλείνουν,
γιατί πρέπει να ζήσουμε.
Όμως σημάδια αφήνουνε,
ουλές, που φαίνονται άσχημες, βαθιές.

Οι αληθινές μορφές είναι τυραννισμένες.
Κι ας μη μας λένε τότε,
ας μην κατηγορούν, που είμαστε
οι παραμορφωμένοι.


«ΥΠΑΡΚΤΙΚΑ» IV

Τόσο είναι το πάθος μου της ζωής
που θα μπορούσα να πεθάνω.

Τόσο ζω που καταλαβαίνω
πόσο πεθαίνω.

Τόση είναι η ζωή μου
που με πεθαίνει.

Τόσο μπορώ να ζήσω
που μπορώ ν’ αδιαφορήσω αν ζω.

Τόσο ζητώ να ζήσω
που δεν αντέχω να ζω.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου