ΧΑΛΚΙΔΑ (από τη συλλογή ΟΥΛΑΛΟΥΜ) |
Νάν' σπασμένοι οι δρόμοι, νά φυσάει ο νότος Φύσαε –είπα– ο νότος κι έλεγα: Η Χαλκίδα, Έτσι έλεγα! Ήσαν μάταιοι μου οι κόποι Τώρα; Πόλη, τρέμω τά γητέματά σου Έτσι νάν' σπασμένοι, νά φυσά απ' τό νότο |
ΦΑΝΤΑΣΙΑ (από τή συλλογή ΟΥΛΑΛΟΥΜ) |
Νάναι σά νά μάς σπρώχνει ένας αέρας μαζί Και νάν' σάν κάτι νά μού λές, κάτι ωραίο κοντά Κι όλο νά λές, νά λές, στά βάθη τής νυκτός |
ΤΟ ΜΟΝΤΕΛΟ (από τή συλλογή ΟΥΛΑΛΟΥΜ) |
Πού τήν είδα; Συλλογίζομαι άν στούς δρόμους Δίχως χέρια . . . Τό μάτι της γυαλένιο Τήν στοχάζομαι. Η φωνή της, λές, μού εμίλει Τ' ήταν; πνεύμα; Μήν φτιαγμένη ήταν, ωϊμένα, Αχ πώς τρέμω! ο νούς μου πάει σ' ιδέες πλήθος, . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . |
ΟΥΛΑΛΟΥΜ . . . |
Ήταν σα να σε πρόσμενα Κερά Θάρθει, αφού φλετράει μου η ψυχή, Και να, το κάθισμά σου σιγυρνώ, . . . Πως – να, θα μείνει ο κόσμος με το "μπά" . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Νύχτωσε και δεν φάνηκες εσύ· Τόσο πολύ σ' αγάπησα Κερά, |
Ταμάρα |
Αλλόκοτη και μελαψή, ωραία και ιερή Και μπόραε — όπως πάγαινε παχειά — κανείς διεί Το αίμα της μεσημβρινό, χυμένο λες — κει — να Κι' εγώ την ειχ' αγάπη μου!.. Μια φλόγα και καπνός Κι' ήμουν ειδωλολάτρης της!. Ψηλά o εν ουρανοίς Και πέθανε... Και με παπά τη θάψαμε! και να |
Το ξάφνιασμα |
Δυο Πάνες φουσκομάγουλοι, στου κήπου σου τις στέρνες, Του φραμπαλά σου φτερωτή τότε η — σαΐτα —ρίγα Kι έφυγες. Ωωω. Σαν αστραπών — στο σέρπιο μονοπάτι — |
Η Κυρά μου η τρέλα... (Τα Νέα Ελληνικά 1 [Ιανουάριος 1952]) |
Πώς ήταν έτσι, πώς μου εφάνη ως είχεν έμβει Ήρθε και στάθηκε μπερδικλωμένο σ' αχνή τολύπη Κι η νύχτα έφτασε. Αχ, το βαπόρι μες στην ασβόλη, Ή μη—βαρκάκια του—μ' άσπρες κορδέλες σταυροδεμένα |
Το βαπόρι |
Νάναι ως νάχης φύγει — με τους ανέμους — καβάλλα Κι' εντός μου εμένα να βρυχιέται — όλο να τρέμει — Και νάναι όλα απ' ό,τι φεύγει —και δε μένει— |
Στάδιον δόξης (συλλογή Εαυτούληδες 1950) |
Ως ανύποπτος καθόμαν, ήρθαν όλα μι' αντάρα Κι ως αρπώντας με μ' έβγαλαν σηκωτόν απ' την πόλη ... Βλέπεις μαιτρ —μου φωνάξανε— τη Χαλκίδα την είδες Τι ντεκόρ ανισόρροπο που με μύτη γελοία Κι ω Θεέ-μου, τι θίασος, τι λερή συνοδεία Κι είμαι γω θιασάρχης-τους; Αλς κουρσούμ τώρα εξώλης Κι ως στα πάλκα η φάτσα-μου γελαστή θα προβαίνει |
Εαυτούληδες (από τη συλλογή Εαυτούληδες 1950) |
Ως ωραία ήταν μου απόψε η λύπη, Κι ως τα γνώρισα όλα-μου γύρω — μπραμ-πάφες A!... τι θίασος λίγον τι από αλήτες Και τι έμπνευση να μου δώσουν τη βέργα Α... τι έμπνευση!... Μαιτρ του φάλτσου 'γώ πάντα, Kι ως πισώκωλα θα παγαίνω πατώντας, |
Τα ποιήματα "Ταμάρα", "Το ξάφνιασμα", "Η Κυρά μου η τρέλα. . .", "Το βαπόρι", "Στάδιον δόξης" και "Εαυτούληδες" είναι από το περιοδικό Περίπλους τ. 44, Μάρτιος-Ιούνιος '97. Πηγή:https://www.mikrosapoplous.gr/extracts/skaribas-p.htm#stadion |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου