Έξι τροχοί ο θάνατος· ο φορτηγατζής καπνός
Κυνηγητό ξοπίσω του τσακάλι ο Άνουβις
με την με την Kawasaki
Λιώμα η λέξη που με κάρφωνες
κι αφού ήτανε φωνηεντόληκτη
τι την έστηνες καταμεσί στην άσφαλτο
να χάσκει;
Xύθηκαν έξω της τα σημαινόμενα τα λεμφοκύτταρα
Ζεσταίνοντάς τα ο ήλιος κάνανε φτερά
σηκώθηκαν σπουργίτες
Στα Εξάρχεια ερμοκοπίδες μηχανές Yamaha
Κομμένο σύρριζα το πέος του Ερμή
χλευάζει εφτά ναυάρχους
Γυναίκειος κόλπος ο λαιμός του ΄Αβελ
Στο αριστερό του αυτί χλομιάζει ο Κοχινόρ
Ω Κάιν η κορνέτα σου καρωτίδα καταγώγιου
Λυσσάει η γραβάτα μου ως λοκομοτίβα
Δεκαεννιά κλινάμαξες είναι έρωτας
κι αχ εκείνο το ταταρικό πουλί: άνεμος στη Γουαδελούπη
΄Εδωσε κάποτε κι απ' το στενό ξεμύτισε άσπρος
πάνθηρας το ασθενοφόρο
΄Ωρα την άκουγα να που ούρλιαζε
ερωμένη άστηθη η σειρήνα του
ίσαμε που 'πεσε στα πόδια μου σκοτωμένο ορτύκι
Ελόγου του έπεσε να γλείφει την άσφαλτο
Έπεσε πάνω της που ζεστή ακόμα ξεψυχούσε η λέξη
πάνθηρας το ασθενοφόρο
΄Ωρα την άκουγα να που ούρλιαζε
ερωμένη άστηθη η σειρήνα του
ίσαμε που 'πεσε στα πόδια μου σκοτωμένο ορτύκι
Ελόγου του έπεσε να γλείφει την άσφαλτο
Έπεσε πάνω της που ζεστή ακόμα ξεψυχούσε η λέξη
΄Επεφτε το τελευταίο σου εσώρουχο
γυμνή
γυμνή πως με κουρσεύεις.
γυμνή
γυμνή πως με κουρσεύεις.
1984
Κιβώτιο ταχυτήτων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου