[ Φορτώθηκα κάποτε τη νύχτα... ]
Φορτώθηκα κάποτε τη νύχτα
Οι πτυχές μου είναι αυτή η τσαλακωμένη κουβέρτα
Αφημένη σε μια γωνιά στο σκοτάδι
Μια γρήγορη εξαφάνιση
Σαν κάποιος να έφυγε ή πέθανε
Δεν ξέρω
Τι να μιλήσω
Δεν ξέρω
Δεν ξεκολλάν τα μάτια μου απ' τα μάτια μου
Να πιστέψω να πω
Είμαι εγώ που κυκλοφορώ κλεισμένος σ' ένα λιωμένο βλέμμα
Σ' ένα λιωμένο σύννεφο
Είμαι εγώ ή ξύπνησε ο χρόνος
Και περπατά επάνω μου
Και περπατά επάνω σου
Πρόσωπό μου με τη μια σου άνοιξη και τα πολλά φθινόπωρα
Πρόσωπό μου βαρύ
Σβηστό μουδιασμένο
Δεν ξέρω
Μια μουσική απόκοσμη περνάει τα κόκαλα
Το σφύριγμα του ανέμου μπηγμένο μέσα μου
Και εικόνες κενού
Σαν πεταμένα σκουπίδια στο υγρό χώμα
Που πλησιάζουν
14. 1. 70
*
[ Ένιωθα το χρόνο να φεύγει... ]
Ένιωθα το χρόνο να φεύγει
Πάνω απ' τα πράγματα
Ξαφνικά έτσι
Όπως στεγνώνει κάτι το υγρό
Ξαφνικά έτσι ο χρόνος έφευγε
Τα πράγματα μέναν γυμνά πανάρχαια
Στεγνά όρθια και αμίλητα
(Τα κοίταζα τα ένιωθα
Πάντοτε έτσι)
[ Οκτώβριος 1970 ]
*
Προσκλητήριο απόντων
Η νύχτα είναι κλειστή από παντού
Ακουμπά πάνω σου το ψύχος του άλλου
Το ψύχος της
Από 'να ποίμνιο που μένει βουβό
Μες στις πολλές φωνές του
Τις μεγάλες του πράξεις
Ενώ τ' αγάλματα τόσο γυρεύουν να μιλήσουν
[ Οκτώβριος 1970 ]
*
Τυμβωρύχοι
Τα μάτια σου
Πώς σκοτεινιάσαν έτσι τα μάτια σου
Πώς να κοιμίσω μέσα μου τούτη τη νύχτα
Που με γυρνά σε μια πλατιά ανάσα
Κάτω απ' ώρες πιο μαλακές
Κι από γαλάζιες προσδοκίες
Εκεί μες στις ακροβασίες τόσων χελιδονιών
Πώς νύχτα μου να σε κοιμίσω
Σε ποιο κρεβάτι σε ποια χωμάτινη κοίτη
Πού να σας κοιμίσω σκοτεινά μάτια της αγάπης
Σε ποιο κρεβάτι σε ποια χωμάτινη κοίτη
Τώρα που πλησιάζουν οι τυμβωρύχοι
[ Αχρονολόγητο ]
*
Διάσταση
Τώρα μες απ' τον ύπνο σου μπορώ να σου δώσω
Τόσες πορείες και τόσες διαφυγές
Πλάθοντας κατά βούληση τα στοιχεία σου
Χαράζοντας γραμμές πλεύσεως που ποτέ σου δε γνώρισες
Γιατί δεν αντιλαμβάνεσαι τίποτα
Τυλιγμένη σε μια επιφάνεια
Λαξευμένη στο ύψος σου
Κάτω από ενδύματα που κυματίζουν μεσίστια
Ίσως σου λείπουνε οι καθρέφτες
Ίσως να μην αντίκρυσες τα πολλαπλά νοήματα των ματιών
Αλληλένδετα με το είναι σου
Θα κράτησες όμως παιδί σε κάποια περασμένη εκδρομή
Μες στις παλάμες μια πεταλούδα
Έπειτα θα την άφησες με μια ευτυχία στα μάτια
Και τα δάχτυλα γεμάτα χρυσόσκονη
Θα σφύριζε αργά η αναχώρηση
Και θα ΄χες ψήγματα στις παλάμες τρέχοντας για τη στοίχιση
Ψήγματα χρυσόσκονης που έχεις ακόμα
[ Αχρονολόγητο ]
*
Ενέδρα
Μ' αδιάφορο χέρι έκοψαν το νήμα της μουσικής
Ήρθαν κι εγκαταστάθηκαν γύρω μας με βρώμικα δάχτυλα
Φύτρωσαν κι αυξηθήκαν
Βρήκαν το έδαφος για καλλιέργειες πρόσφορο
Είχαν τα πιο σκληρά μάτια και μας πυροβολούσαν
Μας σκότωναν ολοένα μας σκότωναν
Δεν έχουμε καταφύγιο
Μια κρυμμένη πόρτα ένα κλεισμένο σπίτι
Ν' αναθρέψουμε τα παιδιά που γεννήσαμε
Θυμήσου πόσες φορές σε σκότωσαν
Και συ τραγουδάς ακόμα
Μιλούνε οι νεκροί ουρλιάζουν φίλε μου
Λίγοι ακούνε
[ Αχρονολόγητο ]
ΑΛΕΞΗΣ ΤΡΑΪΑΝΟΣ
ΦΥΛΑΚΑΣ ΕΡΕΙΠΙΩΝ
ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ
ΠΛΕΘΡΟΝ
Αντλήθηκαν απ' το προφίλ του Γιώργου Αλπογιάννη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου