[σ. 37] Αυτά έβλεπα
και φώναξα μέσα στον ύπνο μου:
να κλείσει η πόρτα
στην αίθουσα συναυλίας
και τ’ ασημένια πνευστά
να μείνουν μόνα τους
να μπει η σελήνη με τα σύννεφά της
ν’ απλωθεί επάνω τους
και ν’ αρχίσει το ένα
και το άλλο μετά
την ομιλία.
***
[σ. 27] Έτσι η ζωή μου
στα χέρια του κάθε ένα
γίνεται όργανο
άλλοτε βγάζει φθόγγους και φωνήεντα
άλλοτε ανεβάζει μια μικρή θάλασσα
κι έναν πάγο που δεν λιώνει
γιατί τα πράγματα ποτέ δεν πιάνονται
όποια πειθαρχία κι αν υψώσεις
πάντα ένα φως φέγγει και φεύγει
κάνοντας να λάμπει το δέντρο
μέσα στην καταιγίδα.
Από τη συλλογή Το χρώμα της ορχήστρας, Αθήνα, Καστανιώτης, 1989:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου