Σάββατο 2 Φεβρουαρίου 2019

Τάσος Λειβαδίτης -Αυτό το αστέρι είναι γιά όλους μας [IV]

Τώρα θα πέφτει απότομα το βράδυ. Θα βιάζονται οι άνθρωποι στους δρόμους. Οι γυναίκες θα κλείνουν τρομαγμένες την πόρτα τους και θ’ αγκαλιάζουν    τα παιδιά τους. Μα τα πεινασμένα πρόσωπα των παιδιών ρίχνουν στον τοίχο    έναν ίσκιο μαύρο σαν τον ίσκιο ενός ψωμιού. Εσύ θα κάθεσαι στο ίδιο εκείνο χαμηλό σκαμνί μας η στέγη ολοένα θα στάζει από ένα παλιό σεντόνι θα ράβεις τα ρουχαλάκια του παιδιού μας θα μπαλώνεις με την πίκρα σου το κενό του χωρισμού. Άραγε φέγγει ακόμα ο ουρανός που βλέπαμε απ’ το παράθυρο ανθίζει πάντα στην αυλή η μικρή ροδακινιά; Ένας-ένας θα χάνονται οι εργάτες απ’ τ’ αντικρινό μηχανουργείο. Μα όταν χτυπάει η πόρτα μας τη νύχτα  η μητέρα σου δε θα φοβάται πια. Θ’ ανάβει μονάχα τη λάμπα για να μη χάνουνε το δρόμο    οι μελλοθάνατοι ύστερα θα φυσάει τη φωτιά για νάχουν ζεστασιά οι σκοτωμένοι κ’ εσύ θ’ ανοίγεις με χέρια σίγουρα και θ’ αφουγκράζεσαι στη    νύχτα εκείνον το μεγάλο θόρυβο εκείνο το ασίγαστο και μακρινό ποδοβολητό. Γιατί τώρα, αγαπημένη, ξέρεις γιατί ξέρουμε. Χιλιάδες άνθρωποι υπερασπίζονται τον κόσμο  και την αγάπη μας.

Ναι, αγαπημένη μου, εμείς γι’ αυτά τα λίγα κι απλά πράματα πολεμάμε για να μπορούμε νάχουμε μια πόρτα, έν’ άστρο, ένα σκαμνί έναν χαρούμενο δρόμο το πρωί ένα ήρεμο όνειρο το βράδυ. Για νάχουμε έναν έρωτα που να μη μας τον λερώνουν ένα τραγούδι που να μπορούμε να το τραγουδάμε. Όμως αυτοί σπάνε τις πόρτες μας πατάνε πάνω στον έρωτα μας. Πριν πούμε το τραγούδι μας μάς σκοτώνουν. Μας φοβούνται και μας σκοτώνουν. Φοβούνται τον ουρανό που κοιτάζουμε φοβούνται το πεζούλι που ακουμπάμε φοβούνται το αδράχτι της μητέρας μας και το αλφαβητάρι του     παιδιού μας φοβούνται τα χέρια σου που ξέρουν να αγκαλιάζουν τόσο τρυφερά και να μοχτούνε τόσο αντρίκεια φοβούνται τα λόγια που λέμε οι δυο μας με φωνή χαμηλωμένη φοβούνται τα λόγια που θα λέμε αύριο όλοι μαζί μάς φοβούνται, αγάπη μου, κι όταν μάς σκοτώνουν νεκρούς μάς φοβούνται πιο πολύ. Σ’ αγαπώ όσο δεν μπορώ να σου πω με λόγια. Όλη η χαρά είναι στα μάτια σου, ολάκερη η ζωή στα χέρια σου όλος ο κόσμος σ’ έναν τοίχο που πέφτει ο ίσκιος σου το βράδυ. Όχι, δεν θα μπορούσα να ζήσω μακριά σου αγαπημένη μου. Όμως εμείς μπορούμε ν’ αγαπάμε και να χωρίζουμε αυτό θα μείνει πάντοτε δικό μας αυτό δεν μπορεί κανείς να μάς το πάρει Αυτήν την αγάπη, αυτόν τον πόλεμο, αυτήν την πίστη μας στη    ζωή. Αντίο, λοιπόν, αντίο.  Για νάναι πάντοτε τα μάτια σου γελαστά αντίο για να μην χαθούν οι όμορφες στιγμές που ζήσαμε αντίο για να μη μας τρομάζει η νύχτα, να μη μας κλέβουνε τον ουρανό αντίο. Για να πάρει τέλος πια η αδικία στον κόσμο αντίο. Μπορεί κιόλας να σκοτωθούμε, αγάπη μου. Μα ποιος το λογαριάζει. Χιλιάδες άνθρωποι πεθαίνουν κάθε μέρα δίχως όνομα χιλιάδες γυναίκες ξύπνησαν ξαφνικά το πρωί και βρέθηκαν για πάντοτε μονάχες. Τα παιδιά δεν έχουν ούτε χάδι, ούτε ψωμί. Αντίο. Ίσως να μην ξαναγυρίσω. Ένας άλλος θα κλειδώσει τα χέρια του γύρω απ’ το ζεστό     κορμί σου.  Μη με ξεχάσεις. Μα όχι, όχι, αγάπη μου, πρέπει να με ξεχάσεις. Θα πρέπει ολάκερη να του δοθείς όπως κάποτε δόθηκες και σε μένα  Μονάχα όταν κάποτε ακούσετε ζητωκραυγές και σταθείτε στη    μέση του δρόμου κοιτάζοντας τις σημαίες μας να ξεδιπλώνονται στον ήλιο  τότε ω, τότε, θυμήσου με -θυμήσου με μια στιγμή- μια στιγμή μόνο. Κ’ ύστερα σφίξε το χέρι του κι ανοίξτε το βήμα σας βαδίζοντας προς το μέλλον. Έλα, λοιπόν, σκούπισε τα μάτια σου, μην κλαις. Θέ μου, τι όμορφα     μάτια! Θυμάσαι, αλήθεια, ένα βράδυ που καθόμαστε στο παράθυρο μακριά ένα γραμμόφωνο κι ακούγαμε δίχως να μιλάμε. Είπες: Ας μην έχουμε γραμμόφωνο, κι ας μη βάλανε αυτή την    πλάκα του για μας. Όμως αυτό το σιγαλό τραγούδι είναι δικό μας. Κι αυτό   το βράδυ είναι δικό μας. Κ’ εκείνο τ’ άστρο, εκεί είναι καταδικό μας. Έτσι είχες πει. Μιλάς σαν ποιητής, αγάπη μου, έκανα ξαφνιασμένος. Πέρασες τα όμορφα μπράτσα σου γύρω απ’ το λαιμό μου και με φίλησες. Όπως εσύ μονάχα ξέρεις να φιλάς. Έλα, λοιπόν, μην κλαις. Έτσι μπράβο, έτσι μ’ αρέσεις - να χαμογελάς. Εμείς θα ζήσουμε, αγαπημένη μου, και θα νικήσουμε. Ό, τι     κι αν κάνουν θα νικήσουμε. Μια μέρα θα ξαναβρεθούμε. Θ’ αγοράσουμε τότε κ’ εμείς ένα δικό μας γραμμόφωνο και θα το βάζουμε να παίζει όλη την ώρα. Ναι, αγάπη μου, θα κάτσουμε κιόλας στο παράθυρο, κοντά-κοντά. Θα ξαναβρεθούμε μια μέρα. Και τότε όλα τα βράδια κι όλα τ’ άστρα κι όλα τα τραγούδια θάναι δικά μας.


Τάσος Λειβαδίτης (1922-1988)

Αυτό το αστέρι είναι για όλους μας (1952)





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου