Τετάρτη 17 Απριλίου 2019

Γιάννης Υφαντής-Βυσσινιά


Άγρια τριανταφυλλιά
σα ρήσος πήδηξες, γαντζώθηκες
επάνω στη μικρούλα βυσσινιά.
Μαζί με αγκαθωτά ερπετά, φίδια των βάτων, γονατίσατε το δέντρο το φτωχό.
Αχ βυσσινιά μου, ελαφίνα μου,
δε φταίνε τ’ άγρια που χύμηξαν επάνω σου.
Δέντρα είναι κι αυτά, μ’ εχθρούς (γι’ αυτό τ’ αγκάθια τους).

Όμως εντέλει έπρεπε να γίνει.
Άρπαξα την κοσιά-φτερό του Χάρου
κι έχοντας χέρι σιδερένιο την πηρούνα μου
κι έχοντας πόδι σιδερένιο την τσουγκράνα μου
δράκοντας έγινα, κρατώντας
την τσαλακόπα νύχι μου ατσάλινο
την τσαλακόπα ράμφος σιδερένιο.
Άφησα μακριά τα ηλιοτρόπια, τον καθρέφτη μου, τον θρόνο μου, το σκάκι μου, τη γραφομηχανή μου.
Μ’ ακολουθήσαν όμως τα πιστά εργαλεία μου:
το σιδερένιο φοβερό πουλί το κλαδευτήρι μου,
το σιδερένιο δοντερό φτερό μου το πριόνι μου,
κι όρμηξα επάνω
κόβοντας, πριονίζοντας, τραβώντας, δίχως πάθος, δίχως λύπη ή θυμό.
(Είχα νικήσει την ευσπλάχνιση μ’ ευσπλάχνιση).
Κι έπεφταν τ’ άγρια, τ’ αγκαθωτά κλαδιά, κομματιασμένα.
Κι εσύ μικρούλα βυσσινιά σηκώθηκες, τινάχτηκες, λίγο χλομή ακόμη από τον τρόμο σου. Το ξέρω.
Ξέρω πως το κλαδίσιο χέρι σου θ’ απλώσει να μου δώσει το κορμί σου, την ουσία σου, το κουκούτσι σου,
κλεισμένο σ’ ένα δέρμα βυσσινί
κλεισμένο σε μια σάρκα που ’ναι η γλύκα της στυφή.

.
(Από τη συλλογή "Κάτω απ' το εικόνισμα των άστρων" και τον συγκεντρωτικό τόμο ΟΙ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΜΗΔΕΝΟΣ,

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Edouard Vuillard - Τhe Window