ΙΙ
Χώρισαν και χαθήκανε
στην ίδια γειτονιά, στους ίδιους δρόμους.
Εκείνη γύριζε και γύρευε
σ' άλλα κορμιά τη μουσική του.
Απελπίστηκε, παντρεύτηκε μια μέρα.
Τον ξέχασε κι αυτόν και το κορμί της,
έγινε σύζυγος, μητέρα,
πρώτη ξαδέλφη όλων των απελπισμένων.
Τους βλέπει κάθε βράδυ στην tv.
Αδύνατον να πάει στο κρεβάτι
ώσπου να πέσουν χιόνια στην οθόνη.
Τη γαληνεύει αυτό το άσπρο -ένα τίποτε-
κι έτσι την παίρνει ο ύπνος.
Αλλού βλασταίνουν σώματα καινούργια,
δίνουνε όρκους κι επιμένουνε στην αγάπη.
Την απελπίζει τόση ελπίδα.
Τα Σάββατα πρωί πρωί στη λαϊκή,
κόκκινα μήλα, πράσινα μαρούλια
και σέλινα με τα μαλλιά λυμένα.
Η φύση, μπόλικη και χύμα, της διδάσκει
πως δεν πεθαίνουνε τα μήλα από λύπη.
Και αναβάλλει μέχρι το άλλο Σάββατο.
Μιχάλης Γκανάς, Γυάλινα Γιάννενα, 1989 . Από την συγκεντρωτική έκδοση:Ποιήματα. Εκδόσεις Μελάνι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου