Δευτέρα 18 Νοεμβρίου 2019

Χριστόφορος Μηλιώνης -Εν γενεά και γενεά (απόσπασμα)



«Γιατί φαντάζομαι –το ελπίζω δηλαδή- πως εκείνο που μας προσδιόρισε ήταν η εποχή που γεννηθήκαμε. Όταν γύρω μας συμβαίνανε αυτά που «οι άλλοι», οι μεγαλύτεροί μας, ονομάζουν «κοσμογονία», εμείς δεν είχαμε ηλικία να μπορούμε να δούμε τις βαθύτερες, τις πραγματικές διαστάσεις τους. Ήρθαν ύστερα τα χρόνια που όχι μόνο δεν προσφέρονταν για ηρωισμούς, αλλά μήτε καν για διαλογισμούς που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν μ’ εκείνα τα καυστικά πρώτα συνθετικά, εκείνα τα «κρυπτο-» και τα «φιλο-» ή και το δήθεν άκακο «συμπαθών». Σου τα σταμπάρανε ανεξίτηλα σαν το νούμερο στο μπράτσο του Εβραίου κι άντε ύστερα να ’χεις πρόσωπο να πας «να βγάλεις χαρτιά». Η μόνη βεβαιότητα ήταν ο άδοξος εξευτελισμός.

Έτσι είχαν τα πράγματα, ώσπου το κακό δευτέρωσε για μας. Βρέθηκαν ξαφνικά ανάμεσά μας, σχεδόν «ανεπαισθήτως» που θα ‘λεγε ο ποιητής, οι νεότεροι, και δειλά στην αρχή, ύστερα πιο θαρρετά, άρχισαν κι αυτοί να λένε «η γενιά μας» - η γενιά του Πολυτεχνείου. Είναι αλήθεια πως αυτοί χωρίς την έπαρση ή το δραματικό τόνο «των πρώτων μεταπολεμικών», αλλά με μια σιγουριά – οι αγαθοί! – και μια ηρεμία που σου καρφώνεται πιο οδυνηρά στο τύμπανο. Γιατί αυτοί σχεδόν παιδιά, κι εσύ ο ώριμος, που θα ’πρεπε να ήσουν «ο έτοιμος από καιρό κι ο θαρραλέος» κ.τ.λ. κ.τ.λ. Κι όταν δεν μπορείς να βρεις εσύ το δίκιο σου, τι να σου κάνουν οι άλλοι; Το μόνο πια που μας απομένει, πέρα από το mea culpa, είναι ν’ αρχίσουμε κι εμείς να λέμε «η γενιά μας», κι όχι για άλλο λόγο, αλλά για να μη μείνουμε και δίχως όνομα κι αφανιστούμε ολότερα- άιστοι, άπυστοι, μια γενιά χαμένη στην κυριολεξία».




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου