Ce fut un grand Vaisseau taillé dans l'or massif:
Ses mâts touchaient l'azur, sur des mers inconnues;
La Cyprine d'amour, cheveux épars, chairs nues,
S'étalait à sa proue, au soleil excessif.
Mais il vint une nuit frapper le grand écueil
Dans l'Océan trompeur où chantait la Sirène,
Et le naufrage horrible inclina sa carène
Aux profondeurs du Gouffre, immuable cercueil.
Ce fut un Vaisseau d'Or, dont les flancs diaphanes
Révélaient des trésors que les marins profanes,
Dégoût, Haine et Névrose, entre eux ont disputés.
Que reste-t-il de lui dans la tempête brève?
Qu'est devenu mon coeur, navire déserté?
Hélas! Il a sombré dans l'abîme du Rêve!
Émile Nelligan (1879-1941)
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Ήτανε κάποτε ένα μεγάλο Καράβι καμωμένο από ατόφιο χρυσό:
Σε άγνωστες θάλασσες, τ’ άλμπουρά του αγγίζανε τον γαλανό ουρανό.
Η Κυπρία του έρωτα, με μαλλιά ανακατωμένα και σώμα γυμνό,
απλωνόταν στην πλώρη του κάτω απ’ έναν ήλιο καυτό.
Μα να που ήρθε μια νύχτα και χτύπησε ύφαλο
στον παραπλανητικό Ωκεανό όπου τραγουδούσε η Σειρήνα,
Και το φρικτό ναυάγιο έγειρε την καρίνα
Στα βάθη της αβύσσου, φέρετρο παντοτινό.
Ήταν ένα Σκάφος Μαλαματένιο, που οι διαφανείς παρειές του
αποκαλύπταν θησαυρούς που γι αυτούς μεταξύ τους
μαλώσαν οι ανίεροι ναύτες: Αηδία, Μίσος, Νευρική Ταραχή.
Τι απομένει από αυτό μες στη μικρή καταιγίδα;
Τι απέγινε η καρδιά μου, έρημη ναυαρχίδα;
Αλίμονο! Βυθίστηκε στην άβυσσο του Ονείρου!
Μετάφραση: Γιάννος Ευπραξιάδης
Ses mâts touchaient l'azur, sur des mers inconnues;
La Cyprine d'amour, cheveux épars, chairs nues,
S'étalait à sa proue, au soleil excessif.
Mais il vint une nuit frapper le grand écueil
Dans l'Océan trompeur où chantait la Sirène,
Et le naufrage horrible inclina sa carène
Aux profondeurs du Gouffre, immuable cercueil.
Ce fut un Vaisseau d'Or, dont les flancs diaphanes
Révélaient des trésors que les marins profanes,
Dégoût, Haine et Névrose, entre eux ont disputés.
Que reste-t-il de lui dans la tempête brève?
Qu'est devenu mon coeur, navire déserté?
Hélas! Il a sombré dans l'abîme du Rêve!
Émile Nelligan (1879-1941)
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Ήτανε κάποτε ένα μεγάλο Καράβι καμωμένο από ατόφιο χρυσό:
Σε άγνωστες θάλασσες, τ’ άλμπουρά του αγγίζανε τον γαλανό ουρανό.
Η Κυπρία του έρωτα, με μαλλιά ανακατωμένα και σώμα γυμνό,
απλωνόταν στην πλώρη του κάτω απ’ έναν ήλιο καυτό.
Μα να που ήρθε μια νύχτα και χτύπησε ύφαλο
στον παραπλανητικό Ωκεανό όπου τραγουδούσε η Σειρήνα,
Και το φρικτό ναυάγιο έγειρε την καρίνα
Στα βάθη της αβύσσου, φέρετρο παντοτινό.
Ήταν ένα Σκάφος Μαλαματένιο, που οι διαφανείς παρειές του
αποκαλύπταν θησαυρούς που γι αυτούς μεταξύ τους
μαλώσαν οι ανίεροι ναύτες: Αηδία, Μίσος, Νευρική Ταραχή.
Τι απομένει από αυτό μες στη μικρή καταιγίδα;
Τι απέγινε η καρδιά μου, έρημη ναυαρχίδα;
Αλίμονο! Βυθίστηκε στην άβυσσο του Ονείρου!
Μετάφραση: Γιάννος Ευπραξιάδης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου