(Στὸν Μίλτο Σαχτούρη )
Μέσα στὸ σπίτι τοῦ Ποιητῆ
δὲν ἀντηχοῦν τραγούδια.
∆ὲν κατοικοῦν ἀηδόνια στὸν κῆπο του.
∆ὲν κυλοῦν μέσα σὲ φωτολουσμένα δωμάτια
τὰ βασανισμένα του χρόνια.
Μέσα στὸ σπίτι τοῦ Ποιητῆ
ἡ δόξα δὲν περπατάει ἀνθοστόλιστη.
Οὔτε κρατάει στεφάνι ἀπὸ φύλλα δάφνης στὰ χέρια της.
Φορώντας τρίχινο ροῦχο περνάει αὐστηρὴ κι ἀπροσπέλαστη.
Μέσα στὸ σπίτι τοῦ Ποιητῆ
μόνο τὸ πάθος του γιὰ τὴν Ποίηση τὸν ἐμψυχώνει νὰ ζήσει.
Μόνον ἡ θλίψη τοῦ στρώνει σεντόνι νὰ κοιμηθεῖ.
Χιόνι πέφτει καὶ σκεπάζει τοὺς στίχους του.
Μαῦρο χιόνι καὶ πικρὴ βροχὴ μουσκεύει τὴν ψυχή του.
Ὅμως ἐκεῖνος δὲν ἀποσύρεται.
Ξέρει πὼς πρέπει νὰ ξαναρχίσει πάλι.
Νὰ κυνηγήσει τὸ ἄπιαστο ὅραμα.
Νὰ βρεῖ τὸ μυθικὸ πουλὶ μὲ τὴ χρωματιστὴ φωνὴ
καὶ τὶς μαῦρες φτεροῦγες.
Μέσα στὸ σπίτι τοῦ Ποιητῆ
σώζεται πάντα τὸ πρόσωπο τοῦ ἀνθρώπου.
Μὲ πίκρα, μὲ πόνο καὶ μὲ αυταπάρνηση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου