Ας φανταστούμε πως στο Τολέδο βρίσκει κάποιος ένα χαρτί μ’ ένα αραβικό κείμενο και οι παλαιογράφοι δηλώνουν πως το γράψιμο ανήκει στον Σίντε Αμέτε Μπενενγκέλι, δηλαδή τον άνθρωπο απ’ όπου ο Θερβάντες εμπνεύστηκε τον Δον Κιχώτη του. Στο κείμενο λοιπόν διαβάζουμε πως ο ήρωας – που, όπως θέλει η ιστορία, γυρόφερνε την Ισπανία οπλισμένος μ’ ένα σπαθί κι ένα κοντάρι, προκαλώντας ένα σωρό ανθρώπους για ένα σωρό αιτίες – ανακαλύπτει στο τέλος πως ξεμπερδεύει έναν από τους πάμπολλους καβγάδες του σκοτώνοντας έναν άνθρωπο. Σ’ αυτό το σημείο κόβεται το εδάφιο. Το πρόβλημα βρίσκεται στο να μαντέψουμε ή να εικάσουμε πώς αντιδρά ο Δον Κιχώτης.
Έτσι όπως το βλέπω, υπάρχουν τρεις πιθανές λύσεις. Η πρώτη είναι αρνητική. Δε συμβαίνει τίποτα το ιδιαίτερο, επειδή στον γεμάτο παραισθήσεις κόσμο του Δον Κιχώτη ο θάνατος δεν είναι λιγότερο κοινός από τη μαγεία, και το σκότωμα ενός ανθρώπου δεν ταράζει κάποιον που παλεύει, ή που νομίζει πως παλεύει με τέρατα και θαυματοποιούς. Η δεύτερη είναι παθητική. Ο Δον Κιχώτης δεν κατόρθωσε ποτέ να ξεχάσει πως ήταν μια προβολή του Αλόνσο Κιχάνο, ενός αναγνώστη παραμυθιών. Βλέπει το θάνατο, διαπιστώνει πως ένα όνειρο τον ορμήνεψε να διαπράξει το κρίμα του Κάιν και αυτό τον παρακινεί να ξυπνήσει από τη χαϊδεμένη του τρέλα, πιθανώς για πάντα. Ίσως η τρίτη να είναι η πιο εύλογη. Αφού έχει σκοτώσει τον άνθρωπο, ο Δον Κιχώτης δεν μπορεί να παραδεχτεί πως η τρομερή του πράξη είναι το αποτέλεσμα ενός παραληρήματος. Η πραγματικότητα του αποτελέσματος τον εξαναγκάζει να προϋποθέσει μια παράλληλη πραγματικότητα της αιτίας και ο Δον Κιχώτης δε θ’ αναδυθεί ποτέ από την τρέλα του.
Υπολείπεται μια παραπάνω εικασία, ξένη στον ισπανικό κόσμο, ίσως ακόμη και στο δυτικό. Απαιτεί ένα αρχαιότερο περιβάλλον, πιο πολύπλοκο και πιο εξαντλημένο. Ο Δον Κιχώτης, που δεν είναι πια Δον Κιχώτης αλλά ένας βασιλιάς των ινδουιστικών κύκλων, ξέρει διαισθητικά, καθώς στέκεται μπροστά στο πτώμα του εχθρού του, πως το να σκοτώσεις και να κυοφορήσεις είναι θείες ή μαγικές πράξεις που υπερβαίνουν ολοφάνερα την ανθρωπότητα. Ξέρει πως ο σκοτωμένος είναι μια παραίσθηση, όπως είναι παραίσθηση τα ματωμένο σπαθί που βαραίνει στο χέρι του, όπως είναι και ο ίδιος, κι όλη η περασμένη του ζωή, και οι άπειροι θεοί, και το σύμπαν.
Πηγή: Χόρχε Λουίς Μπόρχες, Ανθολογία: Σαράντα Έξι Κείμενα (δοκίμιο, ποίηση, διήγημα),μτφρ. Λάμπρος Καμπερίδης, Αθήνα: Δόμος 1979.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου