Κυριακή 18 Απριλίου 2021

Βασίλης Αλεξάκης- [Στο Μουσείο των Δελφών]


Η ταμίας του μουσείου με ενημέρωσε ότι, σύμφωνα με μια εγκύκλιο που εξέδωσε η Σταθοπούλου, η είσοδος στους αρχαιολογικούς χώρους και τα μουσεία είναι ελεύθερη για τους έλληνες επισκέπτες. Φουρκίστηκα ξαφνικά:
– Εγώ θέλω να πληρώσω, είπα. Κρίνω ότι αυτά που θα δω αξίζουν ένα εισιτήριο.
– Μα δεν έχω εισιτήρια για τους Έλληνες!
Ένας φύλακας ήρθε προς το μέρος μας.
– Το υπουργείο θέλει να τονώσει το ενδιαφέρον των Ελλήνων για την κληρονομιά τους, μου εξήγησε φιλικά. Η κυρία Σταθοπούλου βρίσκει ότι δεν ενδιαφερόμαστε αρκετά για τα αρχαία, και δεν έχει άδικο.
– Η κατάργηση του εισιτηρίου δεν θα μας κάνει να ενδιαφερθούμε περισσότερο, είπα.
Η ταμίας έκανε έναν μορφασμό. Μου φάνηκε ότι συμφωνούσε μαζί μου. Είχαν πλησιάσει δυο ζευγάρια Ελλήνων – οι άντρες φορούσαν σορτς – καθώς και ένας ισχνός γεράκος με ψάθινο καπέλο. Πέντε ή έξι τουρίστες στέκονταν πίσω μου. Παρακολουθούσαν τη συζήτηση χωρίς να καταλαβαίνουν.
– Θα έπρεπε να πληρώνουμε αυξημένο εισιτήριο σε σχέση με τους τουρίστες, γιατί φέρουμε ευθύνες για την καταστροφή των μνημείων, συνέχισα. Στους Αθηναίους που επισκέπτονται την Ακρόπολη θα επέβαλλα τριπλό εισιτήριο!
Περίμενα κάποια αντίδραση εκ μέρους των Ελλήνων, αλλά δεν εκφράστηκαν.
– Κόψτε μου ένα εισιτήριο σαν αυτά που δίνετε στους ξένους.
– Είναι φυσικό να μην πληρώνουμε, γιατί αυτά τα πράγματα είναι δικά μας, είπε ο γεράκος.
Κοίταξε τον φύλακα.
– Ο κύριος χρησιμοποίησε τη λέξη κληρονομιά. Δεν πληρώνει κανείς για να δει την κληρονομιά του! Τα αγάλματα είναι έργα των προγόνων μας, μας ανήκουν!
Η φωνή του ήταν ασταθής, τρεμουλιαστή. Έμοιαζε ελαφρά ξεκούρδιστη. Τον κοίταξα με συμπάθεια, μου θύμιζε αμυδρά έναν από τους δασκάλους μου. «Δεν θα λογομαχήσω με το παρελθόν» σκέφτηκα.
– Δέχομαι ότι μας ανήκουν, αν εννοείτε ότι έχουμε αυξημένες υποχρεώσεις απέναντί τους, του είπα ευγενικά. Δεν θέλω όμως να βλέπω τις αρχαίες προτομές σαν οικογενειακά πορτρέτα, δεν αναγνωρίζω το πρόσωπό μου σε αυτές.
– Μα τι γίνεται εκεί πέρα, γιατί δεν προχωρούμε; είπε ένας Γάλλος.
Η ουρά είχε μεγαλώσει αισθητά.
– Δώσ' του ένα τουριστικό εισιτήριο να τελειώνουμε, είπε ο φύλακας στην ταμία.
Προχώρησα προς την πρώτη αίθουσα παρέα με τον γεράκο. Ήταν συλλογισμένος. Τα δύο ζευγάρια περπατούσαν ακριβώς πίσω μας.

Πηγή: Βασίλης Αλεξάκης, «Η μητρική γλώσσα», εκδόσεις Μεταίχμιο (2017), σελ. 358-361,

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου