Στον αιώνα αυτό, όπου ανήσυχοι πλανόμαστε,
συχνά τους εαυτούς μαςπαρομοιάζω
με κάτι ερευνητάς, που βρίσκονται έξαφνα
δεσμώτες μιας πυκνής, πανάγριας ζούγκλας.
Πέρα απ’ τις μακρινές, πολιτισμένες τους
πατρίδες εξεκίνησαν μια μέρα·
τα ουτοπικά τους μάτια η μέθη εφλόγιζε
του τροπικού κινδύνου, του απροόπτου.
Τώρα, απροσανατόλιστοι, περίτρομοι,
μες στων δασών την κόλαση πλανιώνται·
μόνοι, σε βρυχηθμούς θηρίων ανάμεσα,
το θάνατο προσμένουν, ένας-ένας.
Αύριον, οι ιθαγενείς, σε μια άκρη, θα ‘βρουνε
μια-δυο λευκές τους κάσκες ματωμένες
-σύμβολα υγενικά κάποιων που επέρασαν
οικτρών δυστυχισμένων Ευρωπαίων…
Ίσως, κανείς – ποιος ξέρει πάλι! – ανέλπιστα
μέσα στους τόσους άλλους επιζήσει·
τα βήματά τους εκείνος, τότε, σέρνοντας
βαριά από μια σφοδρή κι άνιση πάλη,
στη μακρινή, φιλήσυχη πατρίδα τους
το δέρμα μιας ωραίας θα φέρει τίγρης,
ενθύμιο από μια χώρα αγρία, απολίτιστη,
γεμάτη δέος, απώλεια κι αγωνία…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου